Από τις βουλευτικές εκλογές του 1981 και για τρεις δεκαετίες, παρά τους κατά καιρούς κλυδωνισμούς, ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ κατάφεραν να παγιωθούν και να εξασφαλίσουν εκλογική απήχηση που ξεπερνούσε τα 2/3 του εκλογικού σώματος. Παράλληλα, με εκφραστές πρωτίστως το ΔΗΚΟ και δευτερευόντως την ΕΔΕΚ, συγκροτήθηκε και παγιώθηκε ένας διακριτός χώρος «ανάμεσα» στους πόλους της Δεξιάς και της Αριστεράς, καθιστώντας αδύνατη την εκλογή προέδρου και το σχηματισμό κυβέρνησης χωρίς τη δική τους ενεργό συμμετοχή ή ανοχή. Το ΔΗΚΟ πολιτεύτηκε για δεκαετίες ως «ρυθμιστής» των συμμαχιών εξουσίας, με ό,τι αυτό συνεπαγόταν.
Οι βουλευτικές εκλογές του 2011 μοιάζουν να ήταν οι τελευταίες εκλογές στις οποίες:
>ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ ήταν πραγματικά μεγάλες κομματικές παρατάξεις με εκλογικό εκτόπισμα πάνω από 30%.
>ΔΗΚΟ και ΕΔΕΚ άθροιζαν μαζί σχεδόν 25% και είχαν πολιτική βαρύτητα και,
> Oι τέσσερις αυτές δυνάμεις σάρωναν το εκλογικό σώμα με απήχηση πέραν του 90% των ψήφων.
Στις προσεχείς βουλευτικές εκλογές, σε έξι μήνες, οι δημοσκοπικές τάσεις προδιαγράφουν ένα πολύ διαφορετικό κομματικό σκηνικό, ένα κομματικό σύστημα σε ανασύνθεση. Παρότι υπάρχει ακόμη πολύς χρόνος, ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ δείχνουν να δυσκολεύονται να ξεπεράσουν το 20% έκαστο, το ΔΗΚΟ βλέπει με τα κιάλια το 10% ενώ η ΕΔΕΚ δίνει αβέβαιη μάχη κοινοβουλευτικής επιβίωσης.
Οι ρίζες της κρίσης και της αμφισβήτησης
Ένα εγκληματικό ατύχημα λίγο μετά τις εκλογές του 2011 (Μαρί) και ένα οικονομικό έγκλημα (κατάρρευση τραπεζικού συστήματος) δημιούργησαν τις συνθήκες ώστε το παγιωμένο κομματικό σύστημα να κλονιστεί.
Η αμφισβήτηση, στα όρια της απαξίωσης, άγγιξε πρώτα τον τότε πρόεδρο Δ. Χριστόφια και το κόμμα του, ανοίγοντας τον δρόμο στον πρόεδρο του ΔΗΣΥ, Νίκο Αναστασιάδη, να διεκδικήσει την προεδρία και να την κερδίσει σχετικά εύκολα το 2013. Το ΑΚΕΛ στιγματίστηκε στην αντίληψη μεγάλου μέρους της κοινωνίας ως κυβερνητικά αδέξιο και ανίκανο, περιήλθε σε πολιτική απομόνωση και ο Δ. Χριστόφιας έγινε ο πρώτος πρόεδρος της Δημοκρατίας που δεν διεκδίκησε 2η θητεία.
Η οικονομική κρίση, που κορυφώθηκε αμέσως μετά τις προεδρικές του 2013 και οι συνέπειές της, που κράτησαν για καιρό, απογοήτευσαν και κλόνισαν περαιτέρω την όποια εμπιστοσύνη των πολιτών στο παραδοσιακό κομματικό σύστημα και στα πολιτικά πρόσωπα. Όλα τα κόμματα είχαν πλέον μικρή ή μεγάλη συμμετοχή σε κυβερνητικά σχήματα, κανένα δεν μπορούσε να εμφανιστεί ως άμοιρο ευθυνών.
Όπως συνέβη σε όλες τις χώρες που βίωσαν παρόμοια τραυματική εμπειρία, ένα μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος υιοθέτησε στάση απαξίωσης έναντι του συνόλου των κομμάτων και επέλεξε την αποχή από τις εκλογές. Η αποχή, που το 2001 ήταν μόλις 8% και το 2006 μόλις 11%, έφτασε στο 21% το 2011 και εκτοξεύθηκε στο 33% το 2016. Ένα άλλο, μικρότερο μέρος, αναζήτησε επιλογές που ένιωθε ότι τιμωρούσαν αυτό που θεωρούνταν «κατεστημένο».
Στις βουλευτικές εκλογές του 2016, παρότι ο ΔΗΣΥ ήταν στην εξουσία, κατέγραψε απώλεια 4 μονάδων. Χειρότερη ήταν η κατάσταση στο ΑΚΕΛ που έχασε 7 μονάδες και με 25,67% σημείωσε ιστορικό χαμηλό. Το ίδιο συνέβη με την ΕΔΕΚ (6.18%) ενώ και το ΔΗΚΟ σημείωσε περαιτέρω συρρίκνωση πέφτοντας στο 14,5%. Το παλιό κομματικό σύστημα από το 91,6% του 2011, μόλις πέντε χρόνια μετά κατρακύλησε στο 77% με όλους τους συντελεστές του να καταγράφουν σημαντικές απώλειες.
Η αμφισβήτηση εκφράστηκε από νέα σχήματα που είχαν ως κεντρικό μήνυμα την τιμωρία των δυνάμεων που κατά καιρούς κυβέρνησαν. Το ακροδεξιό ΕΛΑΜ, που στα πρώτα του βήματα εμφανιζόταν απροκάλυπτα ως παράρτημα της ελλαδικής Χρυσής Αυγής, τριπλασίασε το εκτόπισμά του και με 3.7% εξέλεξε 2 βουλευτές. Οι Οικολόγοι διπλασίασαν την απήχησή τους και με ποσοστό 4,8% εξέλεξαν επίσης 2 βουλευτές. Δύο νέα κόμματα, η Συμμαχία Πολιτών του πρώην βουλευτή του ΑΚΕΛ Γ. Λιλλήκα εξασφάλισε 6% και 3 έδρες ενώ η Αλληλεγγύη της πρώην βουλευτίνας του ΔΗΣΥ Ελένη Θεοχάρους με 5,2% πήρε επίσης 3 έδρες. Για πρώτη φορά τέσσερα νέα κομματικά σχήματα, αν και σχετίζονταν με το παλιό κομματικό σύστημα, κατάφεραν να συγκεντρώσουν μαζί σχεδόν 20% και εξασφάλισαν 8 έδρες στο Κοινοβούλιο.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες εξελίχθηκε τη διετία 2015-17 η πιο ελπιδοφόρα διαδικασία συμφωνημένης επίλυσης του Κυπριακού. Η προσπάθεια κατέληξε στο γνωστό ναυάγιο το καλοκαίρι του 2017. Ο Αναστασιάδης δεν είχε οποιοδήποτε κόστος και επανεκλέχθηκε εύκολα το 2018, επωφελούμενος από τη σταθεροποίηση της οικονομίας, την αδυναμία των πολιτικών του αντιπάλων να συγκροτήσουν μια ισχυρή αντιπρόταση διακυβέρνησης, αλλά και τη μετατόπιση του εκλογικού σώματος σε ακόμη πιο συντηρητικές απόψεις.
Στη δεύτερη θητεία του ο Αναστασιάδης, με το Κυπριακό σε πλήρες τέλμα, ευνόησε οικονομικές και επιχειρηματικές δραστηριότητες που άφησαν την Κύπρο εκτεθειμένη διεθνώς, με πιο κραυγαλέο το πρόγραμμα παραχώρησης «χρυσών» διαβατηρίων. Παρότι υπήρξαν μεταρρυθμίσεις με ισχυρό κοινωνικό πρόσημα, όπως το ΓεΣΥ και το ΕΕΕ, στην αντίληψη μεγάλου μέρους του εκλογικού σώματος για τα φαινόμενα διαπλοκής, διαφθοράς και οικονομικής αρπαχτής οι ευθύνες κατανέμονταν οριζόντια σε όλα τα παλιά κόμματα.
Ιστορικό χαμηλό
Στις βουλευτικές εκλογές του 2021, σε συνθήκες πανδημίας, οικονομικής ύφεσης και γενικής αβεβαιότητας, οι δυνάμεις που θεωρούνταν ως το παλαιό κομματικό σύστημα, είτε κυβερνούσαν είτε αντιπολιτεύονταν, αποδοκιμάστηκαν ακόμη πιο έντονα, συγκεντρώνοντας μόλις 68%. Οι δύο μεγάλες παρατάξεις κατέγραψαν ιστορικό χαμηλό (ΔΗΣΥ 27,8% και ΑΚΕΛ 22,3%) και το άθροισμά τους μόλις και έφτασε το 50%. Ιστορικό χαμηλό κατέγραψε και το ΔΗΚΟ (11,3%) ενώ και η ΕΔΕΚ έμεινε καθηλωμένη (6,7%). Οι Οικολόγοι, παρά τις προσδοκίες, δεν κατάφεραν να κάνουν το άλμα και έμειναν στάσιμοι στο 4,4%, η Αλληλεγγύη συρρικνώθηκε και έμεινε εκτός Βουλής ενώ η νεοσύστατη ΔΗΠΑ του πρώην προέδρου του ΔΗΚΟ Μ.Καρογιάν κάλυψε το κενό που άφησε η Συμμαχία Πολιτών και επωφελήθηκε από τις απώλειες του ΔΗΚΟ.
Μεγάλος κερδισμένος ήταν το ακροδεξιό ΕΛΑΜ, που σχεδόν διπλασιάστηκε και με 6,8% κατέστη το τέταρτο σε εκλογική επιρροή κόμμα. Δύο χρόνια μετά, στις προεδρικές του 2023, η στάση του ΕΛΑΜ στο 2ο γύρο καθόρισε εν πολλοίς την εκλογή του Νίκου Χριστοδουλίδη στην προεδρία του κράτους. Στις εκλογές αυτές το ΑΚΕΛ, συσπειρώνοντας ευρύτερες δυνάμεις, κατάφερε να περάσει τον υποψήφιο που στήριζε στο 2ο γύρο και να διεκδικήσει σοβαρά την εκλογή του. Η αισιοδοξία που δημιούργησε στο χώρο της Αριστεράς η «παρολίγον νίκη» δεν επιβεβαιώθηκε στη συνέχεια.
Το φαινόμενο «Φειδίας»
Στις διπλές εκλογές για την Ευρωβουλή και την Τοπική Αυτοδιοίκηση, ένας 24χρονος youtuber που έθεσε ανεξάρτητη μεμονωμένη υποψηφιότητα ευρωβουλευτή και με 71,330 ψήφους και ποσοστό 19,4% εξελέγη πανηγυρικά. Αναστάτωσε το κομματικό σύστημα και απέδειξε πόσο ρευστό και ευάλωτο είχε καταστεί. Η ρευστότητα είναι πλέον δομικό στοιχείο της εκλογικής συμπεριφοράς και στην Κύπρο.
Το «φαινόμενο Φειδίας» βασίστηκε σε ένα απλό αφήγημα (αποδοκιμασία του κομματικού κατεστημένου) που γονιμοποιήθηκε σε ένα εύφορο έδαφος (κομματική απαξίωση). Βοήθησαν πολύ τα ατομικά χαρακτηριστικά του προσώπου (νέος, άφθαρτος, ειλικρινής, ανεπιτήδευτος, προσηνής), σε σύγκριση με τους ανταγωνιστές του (φθαρμένοι, αναξιόπιστοι, ανιαροί, ξύλινοι, υποκριτές). Οι επιθέσεις και η προσωπική απαξίωση που επιχειρήθηκε σε βάρος του προκάλεσαν ένα κύμα συμπάθειας. Όταν μάλιστα διαφάνηκε ότι η εκλογή του ήταν εφικτή, πολλοί ένιωσαν ότι ενισχύοντας τον Φειδία Παναγιώτου η ψήφος τους αποκτούσε νόημα: θα τιμωρούνταν επιτέλους η αλαζονεία της κομματοκρατίας.
Με εξαίρεση το ΕΛΑΜ, που είχε αύξηση τρεις μονάδες και έφτασε στο 11%, όλα τα παλαιά κόμματα είχαν μείωση ποσοστών και κατέγραψαν νέο ιστορικό χαμηλό. Ο ΔΗΣΥ απώλεσε 4%, το ΑΚΕΛ 6%, το ΔΗΚΟ 4%, η ΕΔΕΚ 5%, η ΔΗΠΑ 1,5%, και οι Οικολόγοι 2%. Τα δύο μεγάλα κόμματα (ΔΗΣΥ-ΑΚΕΛ) συρρικνώθηκαν περαιτέρω και το άθροισμα τους έπεσε κάτω από το 50%, το ΔΗΚΟ δεν πέρασε το 10% και περιήλθε στη χωρία των μικρών κομμάτων χωρίς ρυθμιστικό ρόλο, ενώ η ΕΔΕΚ με μόλις 5% παραμένει μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας.
Κομματικό σύστημα με πολλή ρευστότητα και αβεβαιότητα
Σχεδόν τρία χρόνια από τις προεδρικές του 2023, ο ΔΗΣΥ, με εμφανές έλλειμμα ηγεσίας, ψάχνει απεγνωσμένα να βρει τον πολιτικό βηματισμό και προσανατολισμό του, ενώ το ΑΚΕΛ διαπιστώνει καθημερινά τη δυστοκία του να εμπνεύσει ξανά τις μάζες παρά τις φιλότιμες κοινωνικές πρωτοβουλίες που αναλαμβάνει. Κι ενώ η εικόνα της κυβέρνησης κινείται σε χαμηλές επιδόσεις σε αρκετούς τομείς, κι ενώ τα κόμματα που συμμετέχουν και στηρίζουν την κυβέρνηση έχουν μεγάλη φθορά, τα «αντιπολιτευόμενα» ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ, τα εισαγωγικά για τον ΔΗΣΥ, αδυνατούν να καρπωθούν τη λαϊκή δυσαρέσκεια όπως θα ήταν αναμενόμενο.
Στο νέο κομματικό χάρτη που διαμορφώνεται, για πρώτη φορά στην Κύπρο η ακροδεξιά (ΕΛΑΜ) τείνει να παγιωθεί ως μια αυτοτελής και ισχυρή πολιτική δύναμη. Παράλληλα με το ΕΛΑΜ, αλλά με διαφορετικά χαρακτηριστικά, στόχους και ακροατήριο, αποκτούν κομματική συγκρότηση η Άμεση Δημοκρατία του Φειδία Παναγιώτου, και το ΑΛΜΑ του δημοφιλούς τέως Γενικού Ελεγκτή Οδυσσέα Μιχαηλίδη. Σε αυτό το σκηνικό επιδιώκει να αποκτήσει παρουσία και ρόλο το ΒΟΛΤ διεκδικώντας με καλές προοπτικές είσοδο στη Βουλή. Αυτή τη στιγμή το εγχείρημα του Φειδία δείχνει να έχει τη μεγαλύτερη δυναμική, με διείσδυση σε μάζες ψηφοφόρων που δεν μπορεί κανένας άλλος να προσεγγίσει.
Τα σχήματα αυτά διεκδικούν σημαντικό μερίδιο αντιπροσώπευσης στη νέα Βουλή και στο νέο πολιτικό σκηνικό. Αν τα καταφέρουν, σε συνάρτηση με την ενίσχυση του ΕΛΑΜ, θα δημιουργήσουν για πρώτη φορά ένα κομματικό σύστημα χωρίς ισχυρούς πυλώνες, με πολλή ρευστότητα και αβεβαιότητα ως προς τη λειτουργία του πολιτικού συστήματος.
Τα νέα σχήματα μπορούν να απευθυνθούν σε ένα μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος – κυμαίνεται μεταξύ 30%-40% όσων ψηφίζουν – που πλέον έχει μηδενικές κομματικές ταυτίσεις και έχει διαρρήξει κάθε δεσμό με το παραδοσιακό κομματικό σύστημα. Πρόκειται για ψηφοφόρους που καλύπτουν οριζόντια όλες τις δημογραφικές κατηγορίες και που είναι αποφασισμένοι, χωρίς δεσμεύσεις, χωρίς ταυτίσεις και χωρίς προσδοκίες, να στηρίξουν οτιδήποτε καινούργιο υπόσχεται να αμφισβητήσει/τιμωρήσει το παλιό. Κάτι που συχνά μας διεφεύγει, είναι πως το εκλογικό σώμα κάθε 10-15 χρόνια ανανεώνεται σημαντικά με άτομα που σκέφτονται και συμπεριφέρονται στη βάση άλλων αξιών και συνηθειών. Οι δυσαρεστημένοι ή αποστασιοποιημένοι Ακελικοί ή Συναγερμικοί ή Δηκοϊκοί ή Εδεκίτες ψηφοφόροι του 2011, που θα επανέλθουν το 2026 στα κόμματά τους, είναι μια φαντασιακή κατασκευή. Είτε δεν υπάρχουν είτε είναι ελάχιστοι.
Σήμερα, ένας μεγάλος αριθμός πολιτών, όλων των ηλικιών και όλων των κοινωνικών στρωμάτων, είναι απογοητευμένοι και θυμωμένοι. Δεν αναζητούν προοπτική, θέλουν απλά να τιμωρήσουν όλους όσους θεωρούν ότι έχουν μερίδιο ευθύνης για ό,τι τους ενοχλεί (θεσμικό, οικονομικό, κοινωνικό, κλπ). Δηλαδή, όλα τα παραδοσιακά κόμματα που λιγότερο ή περισσότερο συμμετέχουν στην νομοθετική και εκτελεστική εξουσία όλα τα προηγούμενα χρόνια. Οι πολίτες αυτοί δεν φοβούνται τίποτα, πολλοί μάλιστα δεν ελπίζουν τίποτα.