Είναι ο άνθρωπος που έδωσε ψυχή σε ένα χώρο συνδεδεμένο με την ιστορία της Λεμεσού και πέτυχε να τον μεταμορφώσει σε έναν από τους πιο ζωντανούς πολιτιστικούς πυρήνες της Κύπρου. Με αφορμή τα 20ά γενέθλια του Ριάλτο, ακολουθούμε τη γενική διευθύντριά του σ’ ένα ενδιαφέρον ταξίδι στον χρόνο.
– Ποιο ήταν το στοίχημα που είχατε βάλει το 1999, όταν ξεκινούσατε ως διευθύντρια του Ριάλτο; Μα το στοίχημα δεν ήταν προσωπικό. Ήταν ένα συλλογικό στοίχημα, που εκκινούσε από ένα μεγάλο Οργανισμό όπως το Συνεργατικό Ταμιευτήριο Λεμεσού, που «επέστρεφε» στους δικούς του ανθρώπους, τους Λεμεσιανούς, ένα κομμάτι της ιστορίας τους. Βρέθηκα στη διεύθυνση, πρωτίστως την καλλιτεχνική, μαζί με μια μεγάλη ομάδα αγνών οραματιστών και εμπνευσμένων ανθρώπων, καθώς και αφοσιωμένων στελεχών. Αποστολή μας ήταν, το Θέατρο Ριάλτο, ως πρότυπος μη κερδοσκοπικός πολιτιστικός οργανισμός, να διοργανώνει, παρουσιάζει, αναδεικνύει και ενισχύει υψηλού επιπέδου πολιτιστικές δράσεις και δημιουργίες από την Κύπρο και το εξωτερικό, ανοιχτές και προσβάσιμες στο κοινό, καλλιεργώντας το και αναπτύσσοντας το αισθητικό του κριτήριο. Και μέσω αυτών των δράσεων, ταυτόχρονα, να ενταχθεί η περιοχή της Πλατείας Ηρώων και πάλι στη ζωή της πόλης.
– Ήταν δύσκολo να αλλάξετε το κλίμα στην κακόφημη, τότε, περιοχή της Πλατείας Ηρώων; Η αποδοχή δεν ήταν καθόλου δύσκολη, αντίθετα, το Ριάλτο αγκαλιάστηκε αμέσως αφού λειτούργησε η σχέση και σύνδεση που είχαν μαζί του οι πολίτες από παλιά. Δυσκολότερο ήταν να πείσεις τον κόσμο να κυκλοφορήσει και πάλι στην Πλατεία Ηρώων, αφού αυτή είχε περιέλθει στα χέρια κυκλωμάτων κάθε είδους παράνομης διακίνησης. Η δυναμική του Ριάλτο ήταν ευτυχώς τέτοια που γρήγορα ξεπεράστηκαν οι επιφυλάξεις, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι η αλλαγή στην Πλατεία επιτελέστηκε γρήγορα. Μας πήρε χρόνια μέχρι να πάρει τη σημερινή της μορφή.
– Θυμάστε την πρώτη παράσταση στη σκηνή του Ριάλτο; Η πρώτη παράσταση, που αποτέλεσε και την έναρξη των εγκαινίων του Θεάτρου, σηματοδοτώντας το ξεκίνημα της καινούριας του διαδρομής, ήταν το λυρικό έργο του Μίκη Θεοδωράκη «Ηλέκτρα». Συμμετείχε η Ορχήστρα και η Χορωδία της Ραδιοφωνίας της Ρουμανίας, με τον μεγάλο συνθέτη να παρευρίσκεται και στις τρεις συνολικά παραστάσεις που δόθηκαν. Επικρατούσε μεγάλη συγκίνηση και χαρά στον κόσμο της Λεμεσού, που έμπαινε ξανά στο Ριάλτο μετά από μια μακρά περίοδο εγκατάλειψης και ερήμωσης, όχι μόνο του θεάτρου αλλά και ολόκληρης της περιοχής που κάποτε υπήρξε το κέντρο της πόλης. Η παρουσία του Μίκη Θεοδωράκη, του Μιχάλη Κακογιάννη και τόσων άλλων προσωπικοτήτων από τις τέχνες, τα γράμματα και την ευρύτερη κοινωνία, λάμπρυναν τους εορτασμούς και φώτισαν κυριολεκτικά την Πλατεία Ηρώων και τη Λεμεσό.
– Εκτός από τις τοπικές παραγωγές, έχετε προσκαλέσει προσωπικότητες από τον διεθνή χώρο. Αυτή ήταν και μια δική σας επιτυχία, να τους πείσετε να έρθουν σε ένα μικρό τόπο όπως η Κύπρος; Δεν ήταν δική μου μόνο η επιτυχία. Όλοι οι καλλιτέχνες, μικροί, μεγάλοι, ακόμα και οι διεθνώς καταξιωμένοι, θέλουν να είναι βέβαιοι για τις σωστές συνθήκες στην οργάνωση και παρουσίαση της δουλειάς τους, ειδικά σε τόπους που δεν γνωρίζουν. Και το Θέατρο Ριάλτο πρόσφερε και προσφέρει ακριβώς αυτή τη σιγουριά: Ένα σοβαρό θέατρο με προγραμματισμό, σωστές υποδομές, επαγγελματισμό και φροντίδα από όλα τα μέλη του Οργανισμού. Και είναι αυτό το ανθρώπινο πρόσωπό του που το κάνει να ξεχωρίζει. Έτσι, στα είκοσι χρόνια του, το θέατρο ευτύχησε να υποδεχθεί σημαντικά σχήματα, ορχήστρες, θέατρα, ομάδες χορού και σπουδαίους δημιουργούς από το εξωτερικό, που έφυγαν με τις καλύτερες εντυπώσεις. Αυτό με τη σειρά του έκανε ευκολότερη τόσο την πρόσκληση μεγάλων καλλιτεχνών όσο και την αποδοχή της.
– Είναι κάποιες παραστάσεις που κρατάτε ακόμη και σήμερα ζωντανές στη μνήμη σας; Με 3.500 παραστάσεις και δεκάδες χιλιάδες συντελεστές, είναι αδύνατον να ξεχωρίσω μερικές. Είναι πάρα πολλές οι παραστάσεις που καλλιτεχνικά έχουν κυριολεκτικά περάσει στην ιστορία και αξίζουν να τις θυμόμαστε. Θα αναφέρω μόνο μερικές που θυμάμαι για διαφορετικούς λόγους η κάθε μια. Τα εγκαίνια του Ριάλτο στην παρουσία των κορυφαίων Μίκη Θεοδωράκη και Μιχάλη Κακογιάννη είναι ίσως η «ακριβότερη» μνήμη μου. «Η Φόνισσα» του Σωτήρη Χατζάκη, πέρα από συγκλονιστική παράσταση υπήρξε η αφορμή να γνωρίσω τη Λυδία Κονιόρδου. Τον αγαπημένο φίλο του Ριάλτο, τον Νίκο Παπάζογλου, δεν μπορώ να τον ξεχάσω όταν με τρεμάμενη φωνή τραγούδησε unplugged. Το Cosi Fan Tutte από την Όπερα της Βρέμης και την Καμεράτα του Ισραήλ με τους Αντώνη Πηλαβάκη στη σκηνοθεσία και Σπύρο Πίσυνο στη διεύθυνση ορχήστρας.
– Κάθε παράσταση και μια ακριβή ανάμνηση δηλαδή; Ναι, θυμάμαι τον Νίκο Κούνδουρο για το απίστευτο χιούμορ του, σε ένα αφιέρωμα με ελάχιστους θεατές. Μια συναυλία του Μάριου Τόκα στην κατάμεστη Πλατεία Ηρώων που, όταν βγήκε στη σκηνή ο Πασχάλης Τερζής, σείστηκε ο τόπος. Τον Al di Meola που έβγαλε άψογα ολόκληρη συναυλία επί σκηνής πολύ άρρωστος, με τον γιατρό στα παρασκήνια. Θυμάμαι επίσης το πρώτο Showcase Jazz, αφιερωμένο στον σπουδαίο μουσικό μας Σάββα Χουβαρδά που μόλις είχε φύγει, τα πρώτα βήματα των διοργανώσεων στον χορό, το Evergreen των Χριστόδουλου Παναγιώτου και Λίας Χαράκη, τα κινηματογραφικά φεστιβάλ και τα πρώτα mapping του Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους.
– Είσαστε καλή γνώστρια της διεθνούς πολιτιστικής σκηνής. Ταξιδεύετε συχνά στο εξωτερικό για να δείτε παραστάσεις; Η τεχνολογία σήμερα έχει αντικαταστήσει σε μεγάλο βαθμό τα ταξίδια. Σχεδόν όλοι οι καλλιτέχνες διατηρούν τις παραστάσεις τους με όλες τις πληροφορίες σε αρχεία που κατεβαίνουν με ένα κλικ του υπολογιστή. Πιο σημαντικό σήμερα είναι να είσαι δικτυωμένος και να παρακολουθείς τα ενδιαφέροντα φεστιβάλ. Προσπαθώ βέβαια να είμαι όσο γίνεται πιο ενημερωμένη και, όταν χρειάζεται, ταξιδεύω είτε για να παρακολουθήσω είτε για να επιλέξω παραστάσεις.
– Ποια είναι η μεγαλύτερη ικανοποίηση που πήρατε ως διευθύντρια του Ριάλτο για 18 χρόνια; Όταν, μετά την επιστροφή μου το 2018, θεατές μου έλεγαν ότι τους έλειψα (αστείο!)… Νομίζω ότι δεν υπάρχει μεγαλύτερη ικανοποίηση από τα θετικά σχόλια, τόσο από το κοινό όσο και από τους καλλιτέχνες, για το θέατρο και για το υψηλό επίπεδο της δουλειάς που γίνεται.
– Η οικονομική κρίση έχει επηρεάσει το πρόγραμμά σας; Θα ήταν ψέμα αν ισχυριζόμασταν το αντίθετο. Ειδικά μετά το κλείσιμο του Συνεργατισμού, έχουν σαφώς πληγεί τα προγράμματα εκείνα που δεν απευθύνονται σε μεγάλους αριθμούς κοινού, αυτά που χρειάζονται και τη μεγαλύτερη στήριξη. Είμαστε σαφώς πιο μαζεμένοι, πιο προσεκτικοί. Ωστόσο, έχουμε ευτυχώς τους υποστηρικτές και τους χορηγούς που μας ενισχύουν και στους οποίους οφείλουμε τη διατήρηση του προγράμματος του θεάτρου σε καλό επίπεδο. Την πολιτεία, αλλά και σημαντικούς ιδιώτες χορηγούς. Στον τομέα της ενίσχυσης του Οργανισμού από τον ιδιωτικό τομέα, η διοίκηση του Οργανισμού, το Δ.Σ. και ειδικά ο πρόεδρός του, ο Κίκης Καζαμίας, κάνουν εξαιρετική δουλειά.
– Τι είναι για σας η τέχνη; Δεν ξέρω αν ισχύει για όλους, όμως τέχνη θα έλεγα πως είναι ό,τι είναι αληθινό και έχει τη δύναμη να προκαλεί σκέψεις και συναισθήματα. Αντίθετα, με τα χρόνια ανέχομαι λιγότερο ό,τι εκβιάζει το συναίσθημα, την έλλειψη αυθεντικότητας και το «δήθεν».
– Σε ποιο είδος τέχνης έχετε μεγαλύτερη αδυναμία; Μου αρέσουν όλες οι παραστατικές τέχνες και τις παρακολουθώ όσο μπορώ περισσότερο. Αν πρέπει να επιλέξω μόνο μία, αυτή θα ήταν το θέατρο, γιατί μέσα του μπορεί να συγκεντρώνει και τα υπόλοιπα.
– Πώς βιώνετε την έντονη ανάπτυξη στην πόλη της Λεμεσού που συντελείται τα τελευταία χρόνια; Σαφώς και με χαροποιεί η ανάπτυξη της πόλης μου, αν και φοβάμαι ότι είναι μονοδιάστατη, στραμμένη κυρίως στο οικονομικό μέτωπο. Και δεν είμαι σίγουρη αν η τάση που φαίνεται να επικρατεί, με την οικοδόμηση ψηλών κτηρίων, είναι αυτό που οι περισσότεροι Λεμεσιανοί εύχονται για την πόλη τους.
– Τι σας λείπει σήμερα από την πόλη; Θα έλεγα, και ας με συγχωρέσουν οι υπεύθυνοι, ότι λείπει η φροντίδα για την πόλη, η καθαριότητα, η επίλυση θεμάτων όπως το κυκλοφοριακό και οι χώροι στάθμευσης. Μου φαίνεται ότι οι περισσότερες ενέργειες είναι συγκεντρωμένες σε ένα μικρό κομμάτι της Λεμεσού και η υπόλοιπη πόλη είναι αρκετά παραμελημένη. Ακόμα και ένα τέτοιο κεντρικό της κομμάτι όπως η Πλατεία Ηρώων, δεν είναι στην καλύτερη δυνατή κατάσταση.
– Όταν δεν είστε στο Ριάλτο, με τι σας αρέσει να ασχολείστε; Είμαι πάντα στο Ριάλτο, ακόμα και όταν δεν είμαι εκεί… Προσπαθώ ωστόσο να περνώ χρόνο με τον γιο μου, τους δικούς μου, τους ακριβούς μου φίλους και τα δύο σκυλιά μου. Παρακολουθώ παραστάσεις, ενημερώνομαι, διαβάζω πολύ και προσπαθώ ανεπιτυχώς να οργανώσω μια διδακτορική εργασία.
maria.panayiotou@phileleftheros.com
Φιλgood, τεύχος 223.