«Το οξύμωρο είναι ότι οι ανησυχούντες κόπτονται για την προστασία του χριστιανισμού καταπατώντας τη βασική αρχή του, την αγάπη. Να το πούμε αλλιώς: Προστατεύουν την αγάπη με μίσος.»
 
– Το σημείο εκκίνησης για τη συγγραφή του νέου σας βιβλίου, «Ουμπούντου», ήταν κάποιο συγκεκριμένο συμβάν; Ήταν πολλά τα εναύσματα για να γράψω αυτό το βιβλίο. Αρχικά ήταν οι εικόνες μεταναστών και προσφύγων στη Μεσόγειο· ναυαγοί που παλεύουν με τα κύματα, πατεράδες που κρατούν στην αγκαλιά πνιγμένα παιδιά, μάτια μανάδων γεμάτα απόγνωση. Κι ύστερα, οι ατέλειωτες πορείες για το άγνωστο, τα συρματοπλέγματα των Βαλκανίων, τα απλωμένα χέρια των απελπισμένων.  Έπειτα ήταν οι κραυγές των ρατσιστών σε συνδυασμό με την ταυτόχρονη εκμετάλλευση των ξένων από «νοικοκύρηδες» και εργοδότες. Το τρίτο ήταν η υποκριτική στάση της δυτικής πολιτικής εξουσίας (και όσων βρίσκονται πίσω της και την κατευθύνουν)· οι Δυτικοί εμφανίζονται σαν προστάτες της δημοκρατίας των χωρών του τρίτου κόσμου με προφανή στόχο να τις κάνουν υποχείριά τους και να τις εκμεταλλευτούν. Να προσθέσω και την οξύμωρη ανησυχία πολλών συνανθρώπων μας για επαπειλούμενη επέκταση του ισλαμισμού στη χριστιανική Ευρώπη. Το οξύμωρο είναι ότι οι ανησυχούντες κόπτονται για την προστασία του χριστιανισμού καταπατώντας τη βασική αρχή του, την αγάπη. Να το πούμε αλλιώς: Προστατεύουν την αγάπη με μίσος.
 
– Με ποια λόγια θα συστήνατε το βιβλίο σας σε κάποιον που δεν γνωρίζει τίποτε για σας; Θα του έλεγα ότι πρόκειται για έργο που το συνυφαίνουν δυο νήματα: Το βασικό νήμα είναι η δράση ενός γιου Ελλήνων μεταναστών, του Δονάτου Λένη, που γεννήθηκε στη Νότια Αφρική, την εποχή του απαρτχάιντ. Και αφού πέρασε τα παιδικά του χρόνια εκεί, ήρθε στην Ελλάδα μετά τον ξεσηκωμό των Μαύρων στο Σοβέτο (1976), κουβαλώντας σκληρά βιώματα. Το δεύτερο νήμα είναι η ζωή ενός άλλου Έλληνα που γεννήθηκε στη Μοζαμβίκη από πατέρα Κρητικό και μάνα ντόπια. Είναι ο Δημήτρης Τσαφέντας (πραγματικό πρόσωπο), που το 1966 σκότωσε τον Πρωθυπουργό της Νότιας Αφρικής, Φερβούρντ, μέσα στο κοινοβούλιο (πραγματικό γεγονός). Το μυθιστόρημα εξελίσσεται, μεσούσης της οικονομικής κρίσης, στο αγρόκτημα του Λένη (κάπου στην Αιτωλοακαρνανία) στο οποίο δουλεύουν Σομαλοί και Μπανγκλαντεσιανοί μετανάστες. Περιέχει γεγονότα σημερινά και παλιά, δικά μας και ξένα, που αναδεικνύουν θέματα όπως είναι το προσφυγικό, ο ρατσισμός, η ξενοφοβία, το δουλεμπόριο, ο εθνοκεντρισμός, η εκμετάλλευση, η κρίση.  
– Υπάρχουν στοιχεία του εαυτού σας ή της ζωής σας στα πρόσωπα του βιβλίου σας; Ο συγγραφέας, θέλει δεν θέλει, θα μπολιάσει ελαττώματά του ή προτερήματά του στα πρόσωπα του έργου του. Υπ’ αυτή την έννοια, αρκετές θέσεις μου ταυτίζονται με αυτές του αλλόκοτου γενειοφόρου που συζητά με δύο άλλους συμπολίτες του στο καφενείο για τη σύγχρονη κοινωνική κατάσταση στην Ελλάδα. Κάποια ψήγματα του εαυτού μου υπάρχουν και σε άλλα πρόσωπα (όπως του Γιοχάνες και του Βίκτωρα). Μαζί με αυτά στο έργο υπάρχουν και βιώματά μου, αλλά εντελώς αποσπασματικά και ελάχιστα. 
– Είστε αντικειμενικός όταν γράφετε; Δηλαδή, σας επηρεάζουν οι προσωπικές σας αντιλήψεις, απόψεις για την κοινωνία, την πολιτική; Ο ανθρώπινος πληθυσμός του μυθιστορήματος ζει μέσα στην κοινωνία την οποία έχει δημιουργήσει ο νομοθέτης-συγγραφέας σύμφωνα με τις προσωπικές του αντιλήψεις και τις αντικειμενικές συνθήκες του χρόνου της ιστορίας. Τα πρόσωπα όμως (κύρια και δευτερεύοντα) έχουν τον δικό τους χαρακτήρα, τις δικές τους απόψεις, τη δική τους συμπεριφορά. Αν ευθυγραμμίζουν τη δράση τους ή όχι με τους νόμους της μυθιστορηματικής κοινωνίας, είναι δικό τους θέμα και αναλαμβάνουν την ευθύνη που τους αναλογεί.  
– Ποιο βιβλίο διαβάσατε πρόσφατα και σας ενθουσίασε; Με συγκλόνισε το βιβλίο του Τάσου Δ. Βασιλείου «Το γράμμα που δεν γράφτηκε». Πρόκειται για μαρτυρίες προσώπων που συμμετείχαν στον εμφύλιο πόλεμο (1946-49) στην Ελλάδα. 
 

Περιοδικό Φιλgood, τεύχος 223.