«Για να γίνει μια ιστορία ‘δική’ μου, θα πρέπει να αφορά σε ήρωες ειλικρινείς και εξομολογητικούς».
– Τι θα πρέπει να έχει μια ιστορία, για να γίνει «η ιστορία» σας; Για να γίνει μια ιστορία «δική» μου, θα πρέπει να αφορά σε ήρωες ειλικρινείς και εξομολογητικούς. Ήρωες που να σου δίνουν την αίσθηση ότι έχουν να σου πουν μια ιστορία με νόημα, ότι έχουν ανάγκη να ακουστούν και ότι θα ανταμείψουν τη συντροφιά σου και στο τέλος της ιστορίας τους θα νιώσεις πιο πλούσιος. Θαυμάζω την πρωτοτυπία μιας ιδέας, το ξεχωριστό ύφος, την αφήγηση δαιδαλωδών ιστοριών. Ωστόσο, έχω διαπιστώσει ότι στο τέλος αυτό που κρατώ είναι αν η ιστορία που διάβασα με άγγιξε ή όχι συναισθηματικά.
– Το σημείο εκκίνησης για τη συγγραφή του «Οι Κυριακές, το καλοκαίρι» ήταν κάποιο συγκεκριμένο συμβάν; Το σημείο εκκίνησης ήταν μια ολόκληρη συνθήκη ζωής που βίωνα την εποχή που ξεκίνησα να γράφω. Πρόκειται για την περίοδο συγγραφής της διδακτορικής μου διατριβής. Ασφυκτιούσα στην πειθαρχία που έπρεπε να υποδείξω, οι λέξεις μου φαίνονταν φτωχές κι ένιωθα ότι κάτι άπιαστο μου ξέφευγε από τα χέρια ή περίσσευε και αδυνατούσε να ενσωματωθεί σε ένα σύνολο. Ήθελα να τα παρατήσω. Αν προσθέσουμε σε αυτά μιαν αίσθηση μοναχικής, εργένικης και ηθελημένης απραξίας στην οποία ολίσθαινα, κάποιες φορές, μάλιστα, με τρόπο εμμονικό, θα βρούμε τον κόσμο που γέννησε την ηρωίδα του βιβλίου μου.
– Ποιο ήταν το πιο δύσκολο κομμάτι κατά τη διάρκεια της συγγραφής; Θα σας ακουστεί περίεργο ή και αστείο. Δεν ένιωσα δυσκολία, γράφοντας τις «Κυριακές, το Καλοκαίρι». Είχα την τύχη να το γράψω χωρίς κομπιάσματα, χωρίς πισωγυρίσματα, χωρίς αλλαγές. Ήταν σαν κάποιος να μου το υπαγόρευε…
– Πρόκειται για το πρώτο σας βιβλίο. Είχατε άγχος για το αν θα έχει αποδοχή; Όταν ξεκίνησα να γράφω, δεν φανταζόμουν ότι γράφω ένα βιβλίο που θα εκδοθεί! Μέχρι να γράψω την τελευταία του λέξη, δεν το είχε διαβάσει κανείς. Επομένως, ενόσω έγραφα, η αποδοχή δεν αφορούσε άλλους αναγνώστες πλην του εαυτού μου που προτού συνεχίσω να γράφω, διάβαζα όλο το προηγούμενο για να βρίσκω τον ρυθμό από την αρχή. Τώρα που το βιβλίο έχει φύγει από τα χέρια μου, ναι. Περιμένω τα σχόλια των ανθρώπων που το διαβάζουν με λαχτάρα. Κι όταν ακούω κάτι καλό, χαμογελάω μέχρι τ’ αφτιά!
– Αλήθεια, πώς επιλέγετε τα βιβλία που θα διαβάσετε κάθε φορά; Από μικρή πήγαινα στο βιβλιοπωλείο και καθόμουν με τις ώρες, χανόμουν στα ράφια, χωρίς να ξέρω τι ακριβώς ψάχνω, μέχρι που τελικά έβρισκα το επόμενο βιβλίο που θα διάβαζα. Πλέον, όμως, κάνω μια διαδικτυακή βόλτα στις νέες εκδόσεις και λαμβάνω υπόψη μου τις προτάσεις των φίλων. Αυτό που δεν έχει αλλάξει είναι ότι διαβάζω πάντα την πρώτη και την τελευταία πρόταση του βιβλίου που ξεκινώ.
– Τι διαβάζετε αυτή την περίοδο; Μόλις βγήκα από τον σαγηνευτικά κλειστοφοβικό κόσμο του «Γαλατά» της Anna Burns. Θα ακολουθήσουν η Τόνι Μόρισον με το «Τζαζ» και ο Mouawad Wajdi με το «Anima».
Φιλgood, τεύχος 247.