Ο «ιεραπόστολος» της υψηλής χειροτεχνίας τοποθετεί την Κύπρο στην κορυφή και επισημαίνει ότι το είδος αυτό αποκτά νόημα μόνο όταν το διασυνδέσεις με την εποχή σου. 
 

Είναι μιλανέζος με πατέρα Βέλγο και μητέρα Ιταλίδα καταξιωμένη γκαλερίστα, που στα 99 της χρόνια μπορεί ακόμη να διαβάζει ελληνικά. Είναι επιμελητής, γκαλερίστας, κριτικός τέχνης, αλλά και καλλιγράφος. Αν τον ρωτήσετε όμως τι επαγγέλλεται θα σας απαντήσει «ανιχνευτής αριστοτεχνών». Με την ιδιότητα αυτή προσελήφθη από το διεθνές μη κερδοσκοπικό Ίδρυμα Michelangelo με έδρα τη Γενεύη κι επισκέπτεται τακτικά την Κύπρο για να εντοπίσει «φλέβες χρυσού», εκεί που το μάτι του κοινού παρατηρητή δύσκολα πέφτει. Το ίδρυμα, ταγμένο στη διαφύλαξη της αριστοτεχνίας και τη σύνδεσή της με τον σύγχρονο κόσμο του σχεδίου, διοργανώνει για δεύτερη φορά το 2020 την έκθεση «Homo Faber» έχοντας καταλήξει σε εξαιρετικά ενδιαφέρουσες περιπτώσεις  στο νησί μας. Η έκθεση εστιάζει στην ικανότητα του ανθρώπου να είναι τεχνουργός και στο τι εξακολουθεί να φτιάχνει καλύτερα από τις μηχανές. Το 2018, στην πρώτη και μεγαλύτερη διοργάνωση αφιερωμένη στην ευρωπαϊκή αριστοτεχνία, η Κύπρος εκπροσωπήθηκε από τέσσερις δημιουργούς. Η συζήτηση με τον Ζαν Μπλανσάρ φέρνει στο προσκήνιο την ανάγκη στήριξης των Κύπριων δεξιοτεχνών που αξιοποιούν μακρόχρονες παραδόσεις και γνώσεις για να φτιάξουν όμορφα αντικείμενα διαρκούς αξίας. Εκεί είναι που μπαίνει στη συζήτηση κι η Μύρνα Παττίχη, εμπνεύστρια του πρότζεκτ Retrovi για τη διάσωση του Λευκαρίτικου, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου για το μέλλον μιας πολύτιμης παράδοσης.
 
– Ποιοι λόγοι οδήγησαν στη δημιουργία του Ιδρύματος Michelangelo για τη Δημιουργικότητα και τη Χειροτεχνία; Οι ιδρυτές είναι πεπεισμένοι ότι υπάρχει τάση –και κυρίως ανάγκη- για επιστροφή στη χειροτεχνία. Το είδος αυτό μπορεί να είναι λαϊκό, ευρείας κατανάλωσης, κάτι που δεν είναι καθόλου κακό. Όμως η έκθεση «Homo Faber» εστιάζει στην υψηλής ποιότητας χειροτεχνία που υπάρχει στην Ευρώπη με σκοπό να ενθαρρύνει και τις νέες γενιές να εμπλακούν, να ωθήσει τους νέους που έχουν το ταλέντο και το μεράκι να εμπνευστούν πάνω στη χειροτεχνία.
 
– Εσείς τι ακριβώς αναζητάτε; Προσωπικά, δεν ενδιαφέρομαι για την απλή χειροτεχνία. Μόνο για την αριστοτεχνία. Πρέπει να είναι εξαιρετικά όμορφη και σύγχρονη για να έχει νόημα. Για να καταλάβετε, ανάμεσα σε 1000 χειροτέχνες αριστοτεχνία παράγουν ένας ή δύο. Εστιάζω σ’ αυτούς που χρησιμοποιούν τα χέρια κι είναι πολλοί που δεν συνειδητοποιούν καν ότι είναι καλλιτέχνες.
 
– Βρήκατε εδώ στην Κύπρο αυτό που ζητάτε; Από προσωπική εμπειρία μπορώ να πω ότι η Κύπρος και η Ιρλανδία είναι οι δύο χώρες που, κατ’ αναλογία πληθυσμού, έχουν την περισσότερη υψηλής ποιότητας χειροτεχνική παραγωγή στον κόσμο. Μια τέτοια περίπτωση είναι η κυρία Μαργαρίτα Ραουνά στα Λεύκαρα. Εργάζεται πάνω στο λευκαρίτικο, την αρχαία, ενετικών καταβολών, κεντητική χειροτεχνία με μεγάλη μαεστρία. Είναι αριστοτέχνισσα, αλλά δεν το ξέρει. Έχετε εδώ δημιουργούς που στέκονται με άνεση σε διεθνές επίπεδο. Η Μαργαρίτα είναι μια πραγματικά σπουδαία προσωπικότητα, όπως κι όλη η ομάδα των κεντητριών στα Λεύκαρα- αλλά έπρεπε να διαλέξω ένα «διαμάντι» κι αυτό ήταν το δικό της.
 
– Έχουμε δηλαδή, λέτε, «διαμάντια» που δεν αξιοποιούμε επαρκώς; Στην περίπτωση της Μαργαρίτας, ήταν ευχής έργον το γεγονός ότι κάποιος την αναζήτησε και τη βρήκε για να της εξηγήσει ότι η αριστοτεχνία αποκτά μεγαλύτερο νόημα όταν τη διασυνδέσεις με την εποχή σου. Αυτό το πρόσωπο ήταν η Μύρνα Παττίχη που πρότεινε νέες ιδέες για να προσαρμοστεί στο λευκαρίτικο το χρώμα. Το αποτέλεσμα ήταν να φτάσει μέχρι τη Βενετία και την έκθεσή μας «Homo Faber» το 2018, να συνεργαστεί μ’ έναν παγκόσμιας εμβέλειας φορέα και να παρουσιάσει το υψηλής ποιότητας καινοτόμο έργο της σ’ ένα ευρύ κοινό: ένα λευκαρίτικο κέντημα με μαύρη κλωστή.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Μύρνα Παττίχη: Το λευκαρίτικο είναι ένας παγκόσμιος θησαυρός που εξαφανίζεται

– Ποιους Κύπριους αριστοτέχνες έχετε ξεχωρίσει το τελευταίο διάστημα; Η Κύπρος έχει απεριόριστες δυνατότητες. Για διαδικαστικούς λόγους δεν μπορώ να αναφέρω όλα τα ονόματα. Δεν είναι όμως μόνο το λευκαρίτικο. Στο πεδίο των υφασμάτων έχουμε ακόμη μια σπουδαία υφάντρα δημιουργό στη Λευκωσία, την Ιωάννα Λουκά. Ένα άλλο πρόσωπο που εκπροσωπήθηκε με έργα του στη Βενετία είναι ο σημαντικός κεραμίστας Βαλεντίνος Χαραλάμπους. Για την επόμενη διοργάνωση μεταξύ άλλων προτείνω ένα άτομο που εργάζεται με γυαλί, τη Μαλβίνα Μίντλετον.

– Πώς ακριβώς λειτουργεί το σύστημα εντοπισμού των περιπτώσεων που έχουν ενδιαφέρον; Το Ίδρυμα έχει πρεσβευτές παντού στην Ευρώπη. Στην Κύπρο ένας από αυτούς είναι ο Ιωσήφ Χατζηκυριάκος στη Λάρνακα. Οι πρεσβευτές αναζητούν παντού. Υπάρχουν όμως κι άλλα πρόσωπα που με τη δράση τους ευνοούν την εξέλιξη και τον εντοπισμό των δημιουργών. Μια τέτοια περίπτωση είναι η Μύρνα Παττίχη, που προανέφερα, η οποία προσέγγισε τις κεντήτριες με σκοπό τη διάσωση του λευκαρίτικου μέσω εκσυγχρονισμού και αλλαγής χρήσης, ώστε να αποκτήσει ξανά εμπορική αξία με όρους σημερινούς. Κάθε χώρα έχει ανάγκη από τέτοιες πρωτοβουλίες, από ανθρώπους αληθινούς πατριώτες ταγμένους στη διαφύλαξη της πολιτιστικής κληρονομιάς της χώρας τους. Στην Αθήνα έχουμε τη Δέσποινα Γερουλάνου, δισέγγονη του Αντώνη Μπενάκη. Είναι άνθρωποι που επενδύουν ενέργεια, χρόνο, φαιά ουσία και χρήμα χωρίς δεύτερη σκέψη. Το Ίδρυμα Michelangelo ευνοεί τη συνεργασία με τέτοιες προσωπικότητες, όπως και με άτομα σε θέσεις- κλειδί σε θεσμικά όργανα χωρών που επενδύουν στη χειροτεχνία, όπως η Βρετανία, η Αυστρία, η Νορβηγία.

– Πιστεύετε ότι υπάρχει ανάγκη για αλλαγή πολιτικής στην Κύπρο σχετικά με την καλύτερη αξιοποίηση και ενθάρρυνση της χειροτεχνίας; Υπάρχει. Θα δώσω ένα παράδειγμα. Στην Καμπότζη υπάρχουν τα γλυπτά των Χμερ, πανέμορφα φιλοτεχνημένα με παρόμοια τεχνική εδώ και 2500 χρόνια. Αξιοποιείς τις ικανότητές σου για να διατηρήσεις μια τέτοια παράδοση. Όμως, οι χώρες που είναι ανεπτυγμένες ως προς αυτό είναι η Βρετανία, η Γαλλία αλλά όχι η Ιταλία που έχει πρόβλημα. Το βρετανικό κράτος χρηματοδοτεί γενναία την όλη προσπάθεια. Το γαλλικό το ίδιο με την υποστήριξη και ιδιωτών. Στην Ιταλία γίνεται μια προσπάθεια με το Fondazione Cologni dei Mestieri d’Arte του Ιδρύματος Michelangelo, αλλά είναι μια ιδιωτική προσπάθεια. Περιμένοντας την κυβέρνηση να ξυπνήσει, θα περιμένεις πολύ. Ευτυχώς να λέμε που υπάρχουν οι ιδιωτικές πρωτοβουλίες. 

– Εσείς πώς λειτουργείτε όταν αναζητείτε έναν αριστοτέχνη; Υπάρχουν λαγωνικά ειδικευμένα στην ανακάλυψη μανιταριών τρούφας. Κατά κάποιον τρόπο, ένα τέτοιο τρουφόσκυλο είμαι κι εγώ. Κάποιοι έχουμε ευαίσθητη μύτη, ένστικτο. Γι’ αυτό προσλήφθηκα. Κινούμαι συνεχώς, ψαχουλεύω, αναζητώ μια ιδέα. Καταλήγω σε πρόσωπα, τα προτείνω κι αφού περάσουν από μια διαδικασία συζήτησης, τεκμηρίωσης και έγκρισης, το νερό μπαίνει στο αυλάκι.
 
– Υπάρχουν κάποια κοινά χαρακτηριστικά που έχουν οι δημιουργοί που σας ενδιαφέρουν; Συχνά ο καλός χειροτέχνης δεν συνειδητοποιεί καν ότι δημιουργεί υψηλή τέχνη. Από τη στιγμή που ξεκινά μέχρι τη στιγμή που ολοκληρώνεται ένα έργο, γι’ αυτούς μοιάζει με διαδικασία διαλογισμού, χωρίς να γνωρίζουν καν τι είναι αυτό. Έμαθαν να εξασκούν την τέχνη τους και γίνονται όλο και καλύτεροι. Καταπονούν σώμα και πνεύμα σε μια διεργασία που προϋποθέτει υπομονή, συγκέντρωση, αφοσίωση. Εφόσον έχουν αυτά τα χαρίσματα, είναι από τη φύση τους ταπεινόφρονες. Στο Ιράν και το Αφγανιστάν υπάρχουν γυναίκες που φτιάχνουν αριστουργηματικά χαλιά με αυτόματες κινήσεις. Το ίδιο συνέβαινε τον 18ο αιώνα με τις δαντέλες της Φλάνδρας, όπου τα κορίτσια μέχρι τα 20 τους έχαναν σχεδόν την όρασή τους, επειδή εργάζονταν στο σκοτάδι μέσα σε υγρή ατμόσφαιρα, δουλεύοντας σαν εξελιγμένα κομπιούτερ. 

 – Είστε μέλος της διεθνούς κριτικής επιτροπής στη 2η Μπιενάλε Λάρνακας, το 2020. Θα υπάρχει σύνδεση της διοργάνωσης σε σχέση με το ειδικό ενδιαφέρον σας για τη χειροτεχνία; Δεν μπορώ να το πω αυτό. Προσπαθώ να τα διαχωρίζω. Ο επιμελητής της Μπιενάλε, Βασίλης Βασιλειάδης, είναι φίλος και θέλω να βοηθήσω μια νέα προσπάθεια. Προτεραιότητά μου είναι να φέρω Ιταλούς καλλιτέχνες που ενδεχομένως η δουλειά τους συνδέεται με τη χειροτεχνία. Πρόκειται για ένα απαιτητικό πρότζεκτ που χρειάζεται να βρει στήριξη από οργανισμούς και θεσμούς, κρατικούς ή μη.
 
– Ποια γνώμη έχετε διαμορφώσει για την καλλιτεχνική ζωή στην Κύπρο; Σε σύγκριση με τον πληθυσμό της, η Λευκωσία έχει μια έντονη καλλιτεχνική ζωή. Κάθε βράδυ μπορείς να πας σε μια εκδήλωση. Εκτιμώ ότι αυτό είναι αποτέλεσμα μιας εξωστρέφειας που σχετίζεται με το γεγονός ότι οι Κύπριοι επέστρεψαν από τις σπουδές τους στο εξωτερικό με νέες ιδέες και ανοιχτές κεραίες.
 
– Πώς προέκυψε η επιμέλεια της φωτογραφικής έκθεσης του Κάρλο Μπεβιλάκουα «The Last Wall» στη Λευκωσία; Είχα μόλις επιστρέψει από την Κύπρο όταν συνάντησα τον φίλο Κάρλο και συζητώντας μου ανέφερε ότι είχε κάνει μια δουλειά εδώ το 2009, όταν φωτογράφισε τη νεκρή ζώνη στο πλαίσιο των εορτασμών για τα 20 χρόνια από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου. Έτσι προέκυψε η ιδέα να δοθεί συνέχεια σε μια έκθεση που θα αποτυπώνει και τη δική μου αγάπη για το νησί. Αντιπαραβάλλοντας τις φωτογραφίες του 2009 και του 2019 ουσιαστικά δεν βλέπεις καμία διαφορά. Υπάρχει μια θλιβερή στασιμότητα. 

– Από πού προέρχεται η αγάπη αυτή; Από το μυστήριο. Δεν είναι εύκολο να καταλάβει κανείς την Κύπρο. Είναι ένα ευρωπαϊκό νησί το οποίο έχει προτεταμένο το δάχτυλο προς τη Μικρά Ασία. Έχω κάνει ευρύτατες προσωπικές συνεντεύξεις με ανθρώπους εδώ για να διαμορφώσω ολοκληρωμένη εικόνα. Υπάρχει μια ποικιλία θεωρήσεων. Η Κύπρος είναι μια μικρή χώρα, αλλά σημαντική γεωπολιτικά. Κανείς δεν είναι χαζός να το αγνοήσει αυτό και βλέπετε ότι το νησί είναι περιτριγυρισμένο απ’ όλες τις δυνάμεις. Η κατάσταση περιπλέκεται ακόμη περισσότερο μετά την εύρεση κοιτασμάτων αερίου.
 
– Ποιο είναι το πρότζεκτ των ονείρων σας; Μπορώ να αναφέρω δύο; Το ένα είναι να συνεχίσω να γνωρίζω μέσα από αυτή τη δουλειά άτομα όπως η Ρέα στην Αλβανία, η Δέσποινα στην Αθήνα, η Μύρνα στην Κύπρο και να γίνω κάτι σαν ιεραπόστολος που κηρύττει τη χάρη της υψηλής χειροτεχνίας. Με γαληνεύει η σκέψη ότι σε λίγα χρόνια η αριστοτεχνία θα εκτιμηθεί, θα προσεχθεί και θα βρει τη θέση της ελκύοντας περισσότερους νέους.  Το άλλο όνειρο είναι λίγο πιο προσωπικό και αφορά την ιδιότητά μου ως καλλιγράφου. Μόλις επέστρεψα από την Καλκούτα όπου συμμετείχα στο ετήσιο ινδουιστικό φεστιβάλ Durga Puja καλλιγραφώντας ένα ποίημα σ’ έναν τοίχο. Θα ήθελα να συνεχίσω να ασκώ και να εξελίσσω την προσωπική μου καλλιγραφική δουλειά.