Ο βιντεοκαλλιτέχνης Γιάννος Οικονόμου επιχειρεί να συμβάλλει με τα έργα του σε μια μετατόπιση αντιλήψεων για να βγούμε από το αδιέξοδο της περιβαλλοντικής κρίσης.
Η νέα του έκθεση βιντεοτέχνης και φωτογραφίας με τίτλο «Θηριάνθρωποι», που παρουσιάζεται στη Λευκωσία, είναι προϊόν μια νέας πραγματικότητας μετά από την πανδημία και πριν από την επερχόμενη περιβαλλοντική κρίση. Ο πυρήνας του έργου του περιστρέφεται γύρω από τις «ωμές» ιδιότητες του βίντεο και στις τελευταίες του δουλειές συνδυάζει την ακατέργαστη αληθοφάνεια του μέσου με την ικανότητα να αναπαράγει άμεσα ήχο και εικόνα για τη δημιουργία ποιητικών συνθέσεων. Ο Γιάννος Οικονόμου, αν και πιστεύει ότι χωρίς την τεχνολογία ενδεχομένως να μην ήταν καλλιτέχνης, προσβλέπει σε μια αφύπνιση της αίσθησης ότι οι άνθρωποι δεν είμαστε άτρωτοι που με τη σειρά της μπορεί να οδηγήσει σ’ έναν νέο κόσμο με άπειρες δυνατότητες και νέες απολαύσεις, αλλά πάντως έξω από την τεχνο- καταναλωτική σπηλιά μας.
– Οι άνθρωποι είναι θηρία ή παράσιτα; Θηρία. Και μου δίνεις την ευκαιρία να κάνω μια διευκρίνηση για τη λέξη «Θηριάνθρωποι»: Το «θηρίο» εδώ είναι το ζώο, όπως στα αρχαία ελληνικά, κι όχι το κτήνος ή το τέρας. Ακριβώς, οι άνθρωποι είναι ζώα που απλώς έχουν κυριαρχήσει στην υπόλοιπη βιόσφαιρα, ή τουλάχιστον έτσι νομίζουν, αλλά δεν κατάφεραν να κρατήσουν μια ισορροπία.
– Πώς θα περιέγραφες τη νέα πραγματικότητα μετά την πανδημία; Όταν ήμουν φοιτητής, στο τέλος της δεκαετίας του ’80, κάποιος καθηγητής μάς έλεγε πως θα μπαίναμε σύντομα σε μια κατάσταση που παρατηρείται κάθε φορά που έρχεται το τέλος ενός αιώνα. Εννοούσε αυτό που ονομάστηκε «fin de siècle» για τον 19ο προς 20ο αιώνα, όπου θα προκύψει μια κρίση στις πεποιθήσεις μας, αμφισβήτηση, ανασφάλεια, φοβία για το τέλος του πολιτισμού, αισιοδοξία, απόρριψη των συμβάσεων, αναζήτηση νέων τρόπων. Είναι κάτι, έχοντας πάλι ως παράδειγμα τις αρχές του 20ου αιώνα, που όντως οδηγεί σε μεγάλες πολιτικές, επιστημονικές και καλλιτεχνικές αλλαγές. Η πρόβλεψή του δεν επαληθεύτηκε. Το τέλος του 20ού αιώνα ήταν μια επιβεβαίωση του κατεστημένου. Πήγε να κυριαρχήσει η άποψη, πιθανόν έντεχνα σκηνοθετημένη, ότι με τη νέα χιλιετία φθάναμε στο τέλος της ιστορίας. Μου φαίνεται, λοιπόν, ότι η πανδημία έβγαλε έξω, αποκάλυψε -δεν δημιούργησε κατ’ ανάγκη- το δικό μας fin de siècle. Ήταν ένα σοκ για τις κοινωνίες το ότι ο τρόπος ζωής μας δεν είναι δεδομένος. Μετά ήρθε το Ουκρανικό, που επηρέασε δυσανάλογα την Δύση, σε σχέση μ’ ένα σωρό άλλες εξίσου αιματηρές συρράξεις παγκόσμια τα τελευταία χρόνια, ίσως γιατί επιβεβαίωσε πάλι ότι τίποτε δεν είναι σταθερό. Και τέλος βρισκόμαστε μπροστά από τη μεγάλη έκρηξη, που θα παρακολουθούμε σε αργή κίνηση, σε θέση να αντιδράσουμε μεν, αλλά πιθανόν παραλυμένοι: αυτή της κλιματικής αλλαγής.
– Πού οδηγεί αυτή η παγκόσμια μετατόπιση αντιλήψεων; Αυτό είναι ενδιαφέρον, κατά πόσον δηλαδή θα υπάρξει πραγματικά μετατόπιση, ειδικά σε σχέση με την περιβαλλοντική κρίση. Όπως πάντα, θα υπάρξει μια μικρή ομάδα που θα αρνείται την ύπαρξη προβλήματος, για συναισθηματικούς, οικονομικούς ή ιδεολογικούς λόγους. Όμως οι πιο πολλοί άνθρωποι στον πλανήτη θα σου πουν πως αν δεν κάνουμε κάτι, θα αντιμετωπίσουμε τεράστια προβλήματα. Είναι γι’ αυτό το κάτι που δεν συμφωνούμε όλοι. Ο εύκολος τρόπος είναι ν’ αλλάξουμε τον τρόπο συμπεριφοράς μας: σβήνουμε τα φώτα, βάζουμε τα μπουκάλια στην ανακύκλωση, ανεβάζουμε τον θερμοστάτη και το χειρότερο: τρέχουμε ν’ αλλάξουμε τα αυτοκίνητα μας και τις υπόλοιπες συσκευές με νέα καταναλωτικά φετίχ, πιο «φιλικά προς το περιβάλλον». Στην άλλη πλευρά είναι αυτοί που πιστεύουν, όπως εγώ, ότι μόνο μ’ ένα ριζοσπαστικό μετασχηματισμό του τρόπου ζωής μας, θα βγούμε από το αδιέξοδο.
– Είναι η υπόθεση της περιβαλλοντικής κρίσης η ιστορία ενός ανθρώπου που πριονίζει το κλαδί όπου κάθεται; Δεν θα μπορούσα να το θέσω πιο σωστά και δεν θα πρόσθετα τίποτα.
– Νοείται καλλιτεχνική δημιουργία χωρίς κοινωνική και πολιτική συνειδητοποίηση; Χωρίς κοινωνική και πολιτική συνειδητοποίηση, βεβαίως νοείται. Χωρίς κοινωνική και πολιτική επίδραση, όχι– είμαστε όλοι προϊόντα των κοινωνικών συνθηκών όπου ζούμε. Η ομορφιά είναι μια λέξη με πολλές έννοιες, όπως τόσες άλλες λέξεις φυσικά. Μπορώ να πω ότι ένα τοπίο είναι όμορφο, αλλά μπορώ επίσης να πω ότι τα τελευταία πεζά του Σάμιουελ Μπέκετ είναι από τα πιο όμορφα κείμενα που έχω διαβάσει. Η πρώτη έννοια παραπέμπει σε μια αφιλτράριστη και απλουστευμένη απόλαυση όλων, σχεδόν, των αισθήσεων, η δεύτερη εμπεριέχει μεν την αισθητική απόλαυση, όπως είναι ο ρυθμός ή ο ήχος των λέξεων, αλλά ενσωματώνει απαραίτητα τον διαλογισμό, την πνευματική διάδραση με το έργο, με τρόπους που ακόμα δεν πιστεύω ότι έχουμε καταλάβει. Και ναι, είναι πρόβλημα όταν η τέχνη εξυπηρετεί απλώς τα αισθητήρια όργανά μας, αυτό που έλεγε ο Ντυσάν «ζωγραφική για τον αμφιβληστροειδή», ή, φαντάζομαι, ήχοι για το τύμπανο του αυτιού στην περίπτωση της μουσικής. Όταν όμως μιλούμε για νέες απολαύσεις εννοούμε μια έξοδο από τον καταναλωτικό ηδονισμό που επιβλήθηκε τα τελευταία 200 (;) περίπου χρόνια. Αν αυτό για τους Καταστασιακούς πριν 50 χρόνια συνιστούσε χειραφέτηση, τώρα συνιστά ανάγκη επιβίωσης– χωρίς ν’ αναιρείται η απελευθερωτική δυναμική.
– Μπορεί η τέχνη να συμβάλλει σ’ έναν επαναπρογραμματισμό του τρόπου ζωής που θ’ αναχαιτίσει την προδιαγεγραμμένη κρίση; Είναι εφικτός ο «μεγάλος μετασχηματισμός»; Ναι, η τέχνη μπορεί να επηρεάσει, αλλά όχι μ’ ένα γραμμικό τρόπο, με τρόπους που δεν έχουμε ακόμα καταλάβει. Ίσως να είναι και μέρος της απόλαυσης το ότι εκφράζει έμμεσα αυτό που έγινε, κάποτε αυτό που συμβαίνει και κάποτε αυτό που θα γίνει. Κάποτε προβλέπει, κάποτε αναλύει, κάποτε πληγώνει, κάποτε επουλώνει. Αλλά αν αποδεχτούμε ότι ο μετασχηματισμός είναι ανάγκη, τότε, γι’ αυτές ακριβώς τις ιδιότητές της, η τέχνη γίνεται πιο αναγκαία από προηγούμενες περιόδους.
– Πόσο χρήσιμη είναι σήμερα η δυστοπία ως μυθοπλαστικό εργαλείο; Ελάχιστα. Από τη μια δεν υπάρχει λόγος να κουνάς το δακτυλάκι σου μπροστά στους ανθρώπους, προτάσσοντας την απειλή της βιβλικής καταστροφής. Από την άλλη αισθητοποιείς κιόλας τα προβλήματα, αμβλύνεις την αντίληψη μ’ ένα δραματικό και συναρπαστικό παραμύθιασμα. Το ίδιο ισχύει και για τις αφελείς ουτοπικές προτάσεις.
– Η τεχνολογία είναι μέρος του προβλήματος ή μέρος της λύσης; Χωρίς την επιστήμη και την τεχνολογία δεν θα μπορέσουμε να βγούμε από το αδιέξοδο, αλλά όχι ως τα μοναδικά μας εργαλεία. Έτσι κι αλλιώς δεν λειτουργούν έξω από την οικονομία και τα κελεύσματα της «χρηματοδοτικής» εξουσίας –κάποτε τα κράτη, κάποτε το κεφάλαιο. Για να τεθεί η τεχνολογία στην υπηρεσία του πλανήτη πρέπει ν’ απαγκιστρωθεί από την υπηρεσία του κέρδους. Δύσκολα τα πράγματα και για την ολιγαρχία και για μας. Όμως, όπως και με τον κορωνοϊό, οι κοινωνίες θα χρειαστεί ν’ αρπάξουν το μαχαίρι από τη λεπίδα.
– Πόσο έχουν αλλάξει τη δική σου οπτική οι δυνατότητες κι οι ευκολίες που προσφέρει η τεχνολογία; Χωρίς την τεχνολογία δεν θα ήμουν καλλιτέχνης, ή τουλάχιστον θα ήμουν διαφορετικός καλλιτέχνης- βασικά για οικονομικούς λόγους. Θα προτιμούσα να είχα τους πόρους να δουλεύω με φιλμ, κινηματογραφικό και φωτογραφικό, αλλά τουλάχιστον τώρα έχω την ευκαιρία να δουλεύω μέσα στα λιτά οικονομικά μου πλαίσια. Να προσθέσω επίσης ότι εγώ είμαι σχετικά «low tech» – χαμηλής τεχνολογίας – σε σχέση με άλλα έργα και καλλιτέχνες που χρειάζονται μια ολόκληρη ομάδα από μηχανολόγους, προγραμματιστές, ειδικούς σε θέματα ρομποτικής, φωτισμού κι ένα σωρό άλλα. Κάποτε σκέφτομαι ότι ίσως αυτή η στροφή προς τέτοιου είδους εντυπωσιακά έργα υποδηλώνει μια ανάγκη για στροφή προς την τεχνική αρτιότητα. Αυτό δεν είναι κακό.
– Πώς προκύπτει ένα νέο έργο; Ακολουθείς πιστά μια ιδέα ή εντοπίζεις σημείο εκκίνησης καθώς εργάζεσαι με τα υλικά; Όταν με απασχολεί κάτι, παίρνω πλάνα, φωτογραφίες ή ήχους από χώρους που νομίζω ότι εκφράζουν αυτό που θέλω. Βλέπω τις εικόνες και «διαβάζω» κατά κάποιον τρόπο τι λένε. Σπάνια είναι αυτό που θα ήθελα, αλλά το αποδέχομαι. Προσαρμόζω την εν δυνάμει τελική μορφή του έργου. Παίρνω περισσότερες εικόνες και ήχους, πάντα μ’ αυτή τη διαλεκτική σχέση ανάμεσα στο τι θέλω και τι καταλήγει στο μόνιτόρ μου. Κάποτε κάνω πειράματα που δεν καταλήγουν πουθενά. Κάποτε ξαναχρησιμοποιώ εικόνες. Κάποτε βρίσκω εικόνες που τις είχα θαμμένες για δεκαετίες. Κάποτε δείχνω έργα μια φορά και μετά τα εξαφανίζω. Το ζήτημα είναι όσο κι αν δουλεύω στο μοντάζ τις εικόνες, η αυθεντικότητα του εξωτερικού κόσμου να είναι παρούσα, ισότιμη με το δικό μου καλλιτεχνικό όραμα.
– Τι άφησε στην Πάφο το 2017; Πώς βλέπεις τη σημερινή κινητικότητα στην πόλη πέντε χρόνια μετά τη διοργάνωση της ΠΠΕ; Έμεινε πίσω κάποια υποδομή, που ναι μεν είναι αξιοπρεπής, αλλά χρήζει καλύτερης διαχείρισης. Διοργανώνονται πιο πολλά πολιτιστικά γεγονότα, κάτι που εν μέρει είναι αποτέλεσμα του 2017. Πιο σημαντικό είναι ότι αυτά τα δρώμενα, με κάποιες εξαιρέσεις όπως είναι οι παραγωγές του ΘΟΚ ή της ΣΟΚ, προέρχονται από ιδιωτικούς πολιτιστικούς χώρους, ΜΚΟ ή ενίοτε από ατομικές πρωτοβουλίες -ήταν ένας από τους στόχους του θεσμού, αυτός δηλαδή της ενεργοποίησης των πολιτών. Δεν αναμένεται πλέον από τις Πολιτιστικές Υπηρεσίες του κράτους ή των Δήμων να παράγουν πολιτισμό, όπως στο κάτω- κάτω γινόταν από πολύ πιο πριν σε κάποιες από τις άλλες επαρχίες. Ακόμα θρηνούμε βέβαια τα κονδύλια που χάθηκαν όταν ο οργανισμός διαλύθηκε στις αρχές του 2018, όμως το πιο σημαντικό είναι πως δημιουργήθηκε ένα κοινό που έχει ανάγκη πλέον την τέχνη σε όλες τις μορφές.
- INFO: «Θηριάνθρωποι», Λευκωσία, χώρος Α+ (Ερμού 266, 22452885) μέχρι 18 Μαΐου