Με αφορμή τη «Λήθη» του Δ. Δημητριάδη, η Τζούλη Γρηγορίου υποδεικνύει ότι η κι η λήθη περικλείει μέσα της όλη τη μνήμη.
Βασισμένο στο ομώνυμο έργο του Δημήτρη Δημητριάδη είναι το θεατρικό αναλόγιο «Λήθη», που παρουσιάζει από τις 11 Δεκεμβρίου μ’ έναν ιδιάζοντα τρόπο εντός του βιβλιοπωλείου «Το Έρμα» η ομάδα Λουμπάγκο. Το έργο, που εκδόθηκε το 2011, αποτελείται από πέντε θεατρικούς μονολόγους: Ήττα, Μνήμη, Μετάνοια, Τέχνη, Λήθη και εμπνέεται από όσα βιώνουν σήμερα οι άνθρωποι στην εποχή της κρίσης, της διαφθοράς, της διαπλοκής, της παρακμής και της μετριότητας. Η επιλογή του χώρου δεν ήταν τυχαία, καθώς οι εμπνευστές θεωρούν ότι ναι μεν δεν είναι θεατρικός αλλά συνδέεται με το βιβλίο και την εντός των τειχών Λευκωσία και ξυπνά αναμνήσεις ιστοριών και έντονες μνήμες από συγκεκριμένα γεγονότα, που τελικά τονίζουν την ύπαρξη της λήθης στην κοινωνία ολόκληρη. Με αφορμή την παράσταση, η Τζούλη Γρηγορίου που θα βρίσκεται επί σκηνής αλλά υπογράφει και τη σκηνοθεσία από κοινού με την Εύα Καλομοίρη (ως Ομάδα Λουμπάγκο) επισημαίνει ότι με τη λήθη έρχεται και η λύτρωση που θα συμβάλει στην ανοικοδόμηση της μνήμης.
– Πώς συνδέεται η πρόταση αυτή με το όραμα της ομάδας σας; Η ομάδα «Λουμπάγκο» γεννήθηκε ως μέρος ενός συνόλου που επιμένει να επικεντρώνεται στον πολιτισμό, να σκέφτεται και να δημιουργεί, έχοντας την ανάγκη να εκφράσει τους προβληματισμούς και τις ανησυχίες της, απαλλαγμένη από τη συμβατική μορφή του θεάτρου. Είναι μια ομάδα που συμπληρώνεται από τις ανάγκες του καθενός, μα κι από τις πέντε λέξεις που συνθέτουν το έργο του Δημητριάδη: Ήττα, Μνήμη, Μετάνοια, Τέχνη, Λήθη. Εκ των πραγμάτων συνδέεται, λοιπόν, η πρόταση με το όραμα, ένα όραμα για τη μνήμη και την τέχνη που χρειάζεται να περάσουν κι από την ήττα, τη μετάνοια, τη λήθη για να επιβιώσουν. Έτσι, διαβάσαμε και ξαναδιαβάσαμε το έργο και αποφασίσαμε ότι προσφέρεται για να δουλευτεί και να παρουσιαστεί ως προϊόν ομαδικής έρευνας και πειραματισμού, όπως ξεκίνησε και η ομάδα πριν κάποια χρόνια. Στην εποχή της ήττας, η ομάδα «Λουμπάγκο» προσπαθεί να δημιουργεί τονίζοντας τις ανάγκες των ανθρώπων, που έρχονται μεν από το πουθενά, αλλά δεν θέλουν να καταλήξουν σ’ αυτό. Αυτό στοχεύει να δείξει και το αναλόγιό μας.
– Ποια είναι η δική σας οπτική πάνω στο έργο; Το έργο αναπτύσσεται με μαθηματική ακρίβεια. Πρέπει να διαβαστεί από όλους όσοι συντάσσονται με αφηγήματα αντί με την ιστορική αλήθεια. Όχι γιατί είναι στρατευμένο, μα γιατί προτάσσει την επιλογή της λήθης ώστε να έρθει η αποδέσμευση, προς υπηρεσία της τέχνης, της μνήμης, της ιστορικής αλήθειας. Θεωρούμε –κι αυτός είναι ο λόγος που αποφασίσαμε να αντιμετωπίσουμε ένα τόσο δύσκολο έργο– πως ο Δημητριάδης έδωσε τα ρέστα του στη «Λήθη», όχι για να την επιβάλει έναντι της «Μνήμης», μα για να καταδείξει την αλληλεξάρτηση αυτών των δύο. Ο μονόλογος τελειώνει μ’ ένα φοβερό «ξεχάστε με», μα τίποτα δεν μπορεί να ξεχαστεί και το δείχνει με τους τέσσερις από τους πέντε μονολόγους του ο Δημητριάδης.
– Ποια στοιχεία θεωρείς πιο ελκυστικά στη γραφή του Δημητριάδη; Όπως αναφέρθηκε, ο Δημητριάδης γράφει με μαθηματική ακρίβεια. Ο λόγος του είναι ευθύς και εκμεταλλεύεται τον χώρο και τον χρόνο για να δημιουργήσει. Έχει ρυθμό, συνοψίζει και ανακεφαλαιώνει όλα τα είδη γραφής, με φράσεις που δύσκολα τελειώνουν. Χρησιμοποιεί λέξεις όπως τους τίτλους των μονολόγων μα και άλλες όπως άνθρωπος, ζωή, θάνατος σαν να είναι θεατής, αναγνώστης κι όχι επιβάλλοντας κάποια υπεροψία, όπως κάνουν άλλοι σύγχρονοι θεατρικοί συγγραφείς. Όντας εμπειρότερος, δεν προσπαθεί να εντυπωσιάσει με περίεργη γλώσσα, αλλά εκμεταλλεύεται τη νεοελληνική για να καταθέσει την άποψή του. Η γραφή του είναι τάχιστη, ποιητική και το έργο δεν διαβάζεται σε κομμάτια, αλλά απνευστί. Έτσι, μπορεί να καταλάβει κανείς και τη σύνδεση των πέντε μονολόγων.
– Θα χαρακτήριζες το κείμενο πεσιμιστικό; Αν κι ο ίδιος δεν το αποδέχεται, το έργο εκφράζει μια απαισιοδοξία, μάλλον την απαισιοδοξία της λογικής –«ξεχάστε με». Κι είναι κάτι που συμπεραίνει κανείς την πρώτη φορά που θα διαβάσει τη «Λήθη». Έπειτα, ωστόσο, γίνεται αντιληπτό πως ο συγγραφέας έχει δίκαιο όταν επισημαίνει πως η λευκή σελίδα που προτείνει, δημιουργεί πλαίσιο απελευθέρωσης και επαναφοράς της ιστορικής συνέχειας: «Όλοι θυμούνται συνεχώς. Θυμούνται να μην ξεχάσουν να φωνάζουν πιο δυνατά απ’ το θάνατο. Αυτή είναι η ιστορία του θανάτου. Αυτή είναι η ιστορία τους. Φωνάζουν για να μην τους ξεχάσουν, για να μην ξεχαστούν». Όπως εξηγεί ο Δημητριάδης, το κείμενο μιλά για την ανάληψη μιας αλήθειας, της λήθης, όπου «τα πάντα πρέπει να επανατοποθετηθούν». Ο άνθρωπος που απευθύνεται σ’ εμάς από τη σκηνή επιχειρεί να ξεκαθαρίσει το τοπίο, σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο. Όχι, το κείμενο δεν είναι πεσιμιστικό.
– Η ιδέα της λήθης είναι δυσάρεστη ή απελευθερωτική για σένα; Εκ των προτέρων δυσάρεστη, μα απελευθερωτική, λυτρωτική σε κάποιο βαθμό. «Τι είναι αυτό το ‘αιωνία η μνήμη’, ποιος σας το ζήτησε; Αφήστε τον άνθρωπο να ξεχαστεί» γράφει ο Μόντης και επισημαίνει άψογα την υποκρισία των σύγχρονων ανθρώπων, κυρίως των εξουσιαστών. Μπορεί να μεγαλώσαμε χρησιμοποιώντας τη μνήμη ως άλλοθι για όσα δεν φωνάξαμε, η ζωή μας εξελίχθηκε –ειδικά στην Κύπρο– ως ένα διαρκές μνημόσυνο, μα τολμούμε να πούμε, μέσω του Δημητριάδη, πως κι η λήθη περικλείει μέσα της όλη τη μνήμη. Μα χρειάζεται να φτάσεις στα άκρα για να πετύχεις τη λύτρωση.
– Τι είναι χειρότερο: η λήθη ή επιλεκτική μνήμη; Σαφώς η επιλεκτική μνήμη και το βιώνουμε ατέρμονα στον τόπο μας. Δεν μπορεί η ιστορία να αντιμετωπίζεται ως φόρμουλα καριέρας γιατί θα επαναληφθεί πρώτα ως τραγωδία κι έπειτα ως φάρσα –πόσες φορές το βιώσαμε αυτό; Τουλάχιστον, με τη λήθη έρχεται και η λύτρωση που θα συμβάλει στην ανοικοδόμηση της μνήμης, που θα βοηθήσει τους ανθρώπους να μην ξεχάσουν και να μην ξεχαστούν. Φτάνει, βέβαια, να μην αμφισβητείται η ίδια η ιστορία μέσω μιας θανατηφόρας επιλεκτικότητας. Φτάνει να μην επιβάλλεται η επιλεκτική μνήμη στην τέχνη, στη μετάνοια, ακόμα και στην ήττα. Έτσι δεν το τοποθετεί κι ο Δημητριάδης;
Συντελεστές
- Επί σκηνής: Γιόλα Κλείτου, Τζούλη Γρηγορίου, Μικαέλλα Θεοδουλίδου, Εύα Καλομοίρη, Θέκλα Φλουρή, Σκηνοθεσία: Ομάδα Λουμπάγκο, Κίνηση: Εύα Καλομοίρη, Μουσική: Ερμής Μιχαήλ, Κοστούμια: Στέλλα Μακρίδου.
Παραστάσεις
- Λευκωσία, Βιβλιοπωλείο Το Έρμα 11, 12, 13, 14 & 15 Δεκεμβρίου, 8.30μ.μ. 22346770