Είναι η τρίτη φορά την τελευταία δεκαετία που ο καταξιωμένος αρχιμουσικός και καθηγητής στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Ιονίου Πανεπιστημίου συμπράττει με τη Συμφωνική Ορχήστρα Κύπρου, με τη συνεργασία των δύο πλευρών να έχει συνολικό βάθος εικοσαετίας. Στο διάστημα αυτό, άφησε οριστικά πια πίσω του τη λαβωμένη Ορχήστρα των Χρωμάτων της οποίας ήταν μόνιμος αρχιμουσικός από το 1992, ως εκλεκτός του ίδιου του Μάνου Χατζιδάκι. Για μια διετία διετέλεσε καλλιτεχνικός διευθυντής των Μουσικών Συνόλων της ΕΡΤ και για μια τετραετία, από το 2016 έως το 2020, καλλιτεχνικός διευθυντής του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών. Στην Κύπρο φιλοδοξεί να στροβιλιστεί μαζί με τους μουσικούς της ΣΟΚ και το φιλόμουσο κοινό στους παθιασμένους ρυθμούς του nuevo tango, με συνθέσεις του Άστορ Πιατσόλα και του σύγχρονου Αργεντινού συνθέτη Μάξιμο Ντιέγκο Πουγιόλ. Με αυτή την αφορμή, ο Μίλτος Λογιάδης απαντά μαεστρικά σε ερωτήσεις που αφορούν την ουσία και την πρόσληψη της μουσικής, καθώς και τις προκλήσεις της ορχηστρικής πράξης στην εποχή μας.

– Ποιο στοιχείο έκανε το nuevo tango τόσο δημοφιλές; Ο Πιατσόλα πρόσθεσε στο ταγκό κάποια όργανα και επέκτεινε τη φόρμα. Πρόσθεσε επίσης στοιχεία τζαζ και πιο ενδιαφέρουσες συγχορδίες. Κατόρθωσε να το αναδείξει, να το βγάλει από το παραδοσιακό του κέλυφος, να το καταστήσει προσιτό στη διεθνή σκηνή βγάζοντάς το έξω από τα στενά σύνορα της Αργεντινής. Οι αρμονικές αλυσίδες που χρησιμοποιεί είναι μέρος όχι μόνο της δημοφιλούς μουσικής, αλλά και της πιο σοβαρής, της κλασικής μουσικής- παρότι δεν μου αρέσουν αυτοί οι ορισμοί. Το έθνικ υλικό λίγο- πολύ αγγίζει όλους τους ανθρώπους. Είναι αστείρευτο κατασκευαστικό υλικό όταν γνωρίζει κάποιος πώς να το αξιοποιήσει. Οι γνώσεις του γύρω από την κλασική μουσική και το ταγκό ενώθηκαν κι από εκεί προέκυψε ένα μαγευτικό, οικουμενικό αποτέλεσμα.

– Με ποιον τρόπο οι ήχοι αυτοί αγγίζουν τη χορδή μέσα μας; Έχει μια δύναμη αυτό το πράγμα. Είναι οι ρυθμοί και οι μελωδικές του γραμμές. Το εισπράττουμε ως κάτι οικείο. Υπάρχει ένα αόρατο νήμα που συνδέει όλες τις παραδοσιακές μουσικές, αυτές που λέμε «μουσικές του κόσμου». Όσο εξωτικός κι αν ακούγεται στο αυτί μας ο παραδοσιακός ήχος από μια μακρινή χώρα, πάντα θα εμπεριέχει κάτι κοινό με τη δική μας παράδοση. Οι ήχοι αυτοί αγγίζουν πράγματα πολύ βαθιά μέσα στον άνθρωπο. Δεν είναι κάτι που μπορεί κανείς να προσδιορίσει εύκολα, είναι κάτι πιο βαθύ και εσωτερικό. Οι μουσικές αυτές κουβαλούν μέσα τους τη λαϊκή σοφία που συλλέχθηκε και διατηρήθηκε για πολλά χρόνια.

– Ποια είναι η δική σας προσέγγιση στην ερμηνεία αυτών των έργων; Ό,τι μουσική και να είναι, προσπαθώ να είμαι ειλικρινής απέναντι σ’ αυτό που αγγίζει εμένα κι έπειτα επιχειρώ να το μεταδώσω στους μουσικούς και στο κοινό. Είναι η ίδια προσέγγιση σε όλα τα κομμάτια. Μελετώ, προσπαθώ να μπω στο μυαλό του συνθέτη, να ανακαλύψω τι ακριβώς επιθυμούσε και μετά πασχίζω να το κάνω «δικό μου», να φτάσω στο σημείο να νιώθω λες και το έγραψα εγώ. Από εκεί κι έπειτα, το πράγμα κυλάει μόνο του. Είναι μια ροή που δεν εξηγείται με λόγια. Είναι και λίγο αυτόματη η διεργασία. Η σύνθετη διαδικασία της ερμηνείας εμπεριέχει τη σκέψη και τα συναισθήματα, αλλά και την εξοικείωση με το έργο. Έχει ποτιστεί από τη γνώση και την εμπειρία της μελέτης.

– Τι ρόλο παίζει το κοινό σε μια ζωντανή συναυλία; Πάντα παίζει καθοριστικό ρόλο και το κοινό, το πώς εισπράττει ένα ερέθισμα. Είναι το κλίμα, οι συνθήκες που θα συναντήσει κανείς σε μια συναυλία. Αν είναι το κοινό ψυχρό, αυτό μας επηρεάζει. Όπως επίσης η ακουστική της αίθουσας. Αυτό είναι το μαγικό σε μια ζωντανή συναυλία: δεν είναι ποτέ ίδια κι είναι συχνά απρόβλεπτη. Δεν είναι CD που ακούς κάθε φορά το ίδιο και ξέρεις τι θα ακούσεις. Στην ακρόαση του ηχογραφημένου δεν υπάρχει αυτή η αμφίδρομη σχέση. Η συναυλία είναι μια τελετουργία κι ο μαέστρος είναι ο ιερέας. Προσέξτε: όχι ο θεός· ο ιερέας. Έχει διαφορά. Το υπογραμμίζω αυτό διότι κάποιοι συνάδελφοί μου την ψωνίζουν και νομίζουν ότι είναι θεοί.

– Κι ο θεός ποιος είναι; Ο συνθέτης; Ούτε ο συνθέτης είναι θεός. Θεός είναι εκείνος που δημιούργησε τη γλώσσα, το υλικό μέσα από το οποίο αντλεί ο μουσουργός κι εμείς το ερμηνεύουμε και συνομιλούμε με το κοινό σε μια προσπάθεια να μοιραστούμε σκέψεις, συναισθήματα, την ίδια κατανόηση πάνω σε κάτι. Ο συνθέτης παράγει την ουσία την οποία εμείς παρουσιάζουμε στον κόσμο. Η ουσία αυτή είναι κάτι που ενώνει ένα ετερόκλητο κοινό και το οδηγεί σ’ ένα κοινό συναίσθημα, μια κοινή σκέψη, μια κοινή γλώσσα. Ο «θεός» είναι ίσως η διαδικασία, η μουσική η ίδια. Είναι πολύ μεγάλη ευτυχία να μπορεί κανείς να νιώθει τη μουσική, να την κατανοεί. Και με ελάχιστες εξαιρέσεις παθολογικής φύσης, όλοι οι άνθρωποι αισθάνονται τη μουσική και συγκινούνται. Την καταλαβαίνουν χωρίς να χρειάζεται να την αναλύσουν.

– Ποιος είναι ψηλότερα στην ιεραρχία, ο μαέστρος ή ο συνθέτης; Ο συνθέτης, από τη στιγμή που το έργο που ερμηνεύεις είναι δικό του. Χωρίς τον συνθέτη εμείς δεν έχουμε αντικείμενο. Τι να παίξουμε; Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι ο ερμηνευτής δεν μπορεί να λειτουργήσει ανεξάρτητα και να προσεγγίσει διαφορετικά ένα κομμάτι. Τα πλαίσια που θέτει η παρτιτούρα, όσο αναλυτικά γραμμένη κι αν είναι, δεν μπορούν να αποτυπώσουν στο 100% το τελικό αποτέλεσμα. Ειδικά όταν πρόκειται για μουσική που γράφτηκε παλιότερα, σε μια εποχή όπου δεν γράφονταν τόσο αναλυτικά κι ο συνθέτης δεν ζει πια. Όπως λ.χ. στην κλασική και την προκλασική περίοδο. Δεν υπάρχει ακριβής σημειογραφία ώστε να είμαστε απολύτως σίγουροι για κάθε λεπτομέρεια. Όσο πλησιάζουμε στη σημερινή εποχή, η σημειογραφία γίνεται όλο και πιο συγκεκριμένη.

– Τι είναι το κοντινότερο στην «τέλεια συναυλία»; Τέλειο εκ των πραγμάτων δεν υπάρχει. Αν υπήρχε, ίσως και να μας ξένιζε. Μια συναυλία είναι πετυχημένη όταν νιώθεις και το νιώθουν μαζί σου και οι μουσικοί ότι βγήκε όλη αυτή η ενέργεια του κομματιού. Κι αυτό πέρα από τα τεχνικά μέρη, που τελικά εκείνη την ώρα ίσως να παίζουν και τον μικρότερο ρόλο: δεν κάθεσαι να σκεφτείς αν έγιναν όλα σωστά κι όπως είχαν εξ αρχής προσδιοριστεί, γιατί χάνεις την ουσία. Το ζήτημα είναι να μεταδώσεις συναισθήματα και σκέψεις στον κόσμο. Έχετε ποτέ παρακολουθήσει παπά να κάνει λειτουργία; Υπάρχουν κάποιοι παπάδες που μας συγκινούν περισσότερο, απολαμβάνεις καλύτερα τη λειτουργία χωρίς να δίνεις και πολύ σημασία αν φαλτσάρει σε κάποια σημεία. Είναι το ίδιο πράγμα. Η δουλειά μας είναι εκείνη την ώρα να μεταδίδουμε τη συγκίνηση. Τα τεχνικά ζητήματα τα επεξεργαζόμαστε και τα λύνουμε στην πρόβα. Την ώρα της συναυλίας αυτό που προέχει είναι η μαγεία, η συγκίνηση.

– Η μουσική εξακολουθεί να σας εκπλήσσει; Πάντα θα με εκπλήσσει, όπως πάντα θα με εκπλήσσει ο άνθρωπος. Αυτό που τελικά μας εκπλήσσει είναι η ίδια η ζωή. Διότι τελικά τι νόημα έχει η μουσική από μόνη της αν δεν ήταν μια τέχνη που ενώνει τους ανθρώπους; Τι νόημα θα είχε και η ίδια η ζωή χωρίς ανατροπές και εκπλήξεις; Η ορχήστρα είναι ένα από τα σημαντικότερα επιτεύγματα της ανθρώπινης συλλογικότητας. Μαζεύονται δεκάδες άνθρωποι που παίζουν διαφορετικά όργανα και δουλεύουν για να ενώσουν τους ποικίλους ήχους με σκοπό ένα κοινό αποτέλεσμα. Είναι μια απαράμιλλη συλλογική δράση.

– Μια καλή ηχογράφηση δεν μπορεί να μας συγκινήσει εξίσου; Μπορεί να μας συγκινήσει, αλλά ποτέ μια ηχογράφηση δεν μπορεί να φτάσει τη μαγεία της ζωντανής συναυλίας. Αρκεί φυσικά αυτή να έχει τις σωστές τεχνικές και ακουστικές προδιαγραφές. Λ.χ. στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών με την πολύ καλή ακουστική νιώθεις ότι ενώνονται οι ψυχές όλων, συγκλίνουν στο κοινό συναίσθημα. Γινόμαστε όλοι ένα. 

– Τα επιτελικά καθήκοντα σε οργανισμούς όπως το Μέγαρο Μουσικής, τα σύνολα της ΕΡΤ, την Ορχήστρα των Χρωμάτων, δεν είναι λίγο άχαρα συγκριτικά με τη διεύθυνση μιας ορχήστρας; Υπάρχουν οι διοικητικές αρμοδιότητες, αλλά υπάρχει και μια πλευρά που είναι κατεξοχήν δημιουργική και συνεπώς καθόλου άχαρη. Δίνεται η δυνατότητα με τις επιλογές σου να διαμορφώσεις ένα πρόγραμμα αλλά κι ένα ύφος προκειμένου να μεταδώσεις πράγματα στο κοινό και να εξελίξεις έναν οργανισμό. Μπορείς επίσης να βοηθήσεις να αναδειχτούν νέοι άνθρωποι, μουσικοί, συνθέτες, νέες δημιουργίες, αλλά και νέοι χώροι. Κάτι για το οποίο χαίρομαι ιδιαίτερα από τη θητεία μου στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών είναι η δημιουργία της αίθουσας συναυλιών Megaron Underground. Ήταν ένας χώρος αποθήκευσης σκηνικών στο υπόγειο που μετατράπηκε σε αίθουσα συναυλιών, ένα τεράστιο black box για τη φιλοξενία πιο πειραματικών και εναλλακτικών πρότζεκτ. Όταν γεννά κανείς ιδέες και κυρίως όταν βρίσκει τρόπο να τις κάνει πράξη: αυτό είναι δημιουργία.

– Ποιες προϋποθέσεις κρίνετε απαραίτητες για την ουσιαστική εξέλιξη ενός καλλιτεχνικού οργανισμού; Η ουσιαστική εξέλιξη ενός οργανισμού έρχεται όταν προσπαθεί συνέχεια να ανανεώνεται, όταν εισακούει τους νέους, αφουγκράζεται τις νέες τάσεις, απορρίπτει το βόλεμα και τη στασιμότητα και παλεύει να πετύχει τη δύσκολη ισορροπία ανάμεσα στο παλιό και το καινούριο. Επίσης, οτιδήποτε πράττει κανείς σε έναν τέτοιο οργανισμό πρέπει να έχει πάντα ένα εκπαιδευτικό πρόσημο. Ένας καλλιτεχνικός οργανισμός δεν παράγει μόνο πολιτισμό. Παράγει και παιδεία. Αυτά τα δύο είναι αλληλένδετα.

– Πού εστιάζετε σ’ αυτό το στάδιο της πορείας σας; Μ’ ενδιαφέρει να κάνω τη δουλειά μου όσο καλύτερα γίνεται. Προσπαθώ συνεχώς να γίνομαι καλύτερος. Αυτό δεν σταματά ποτέ. Ψάχνομαι συνεχώς, αναζητώ τρόπους να βελτιώσω τη δουλειά μου. Παράλληλα, η διδασκαλία στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο είναι μια διαδικασία που με γεμίζει πολύ. Μεταλαμπαδεύοντας στα νέα παιδιά όσα κατέχω, αυτή η ευρύτερη διαδικασία αναζήτησης φουντώνει ακόμη περισσότερο. Κατά τη γνώμη μου, ένας καλλιτέχνης που δεν έχει διδάξει ποτέ απαρνείται ένα ασύλληπτου μεγέθους κεφάλαιο γνώσης και αμοιβαιότητας. Η διδασκαλία προσφέρει γνώση και σοφία πρώτιστα στον δάσκαλο και μετά στον διδασκόμενο.

– Ποιες προκλήσεις αναμένουν το πεδίο της ζωντανής ορχηστρικής μουσικής τα επόμενα χρόνια; Υπάρχει ένα ερώτημα που πλανιέται: είναι η ορχηστρική μουσική μια μουσική νεκρή, μουσειακή; Αφορά λίγους; Δεν έχει κανένα έρεισμα στη νέα γενιά; Δεν είναι έτσι και το βλέπω από την επαφή με τους φοιτητές, αλλά και παρατηρώντας τον τεράστιο όγκο μουσικής στον οποίο έχει πρόσβαση σήμερα ο κόσμος. Στην εποχή του διαδικτύου και του YouTube οι νέοι δεν αρκούνται στα έτοιμα που τους προσφέρει η τηλεόραση και το ραδιόφωνο, τα mainstream media. Στην εξέλιξη της μουσικής τον τελευταίο αιώνα καθοριστικό ρόλο έπαιξε το γεγονός ότι ο έλεγχος των τάσεων βρισκόταν στα χέρια αυτών που έλεγχαν τα μέσα. Η νέα γενιά βρήκε τη λύση κι έχει άπειρες επιλογές. Εγώ θυμάμαι όταν ήμουν νεαρός έμπαινα το πρωί σ’ ένα δισκοπωλείο για να βρω τη μουσική και τις εκτελέσεις που ήθελα κι έβγαινα το βράδυ. Τώρα είναι όλα διαθέσιμα με το πάτημα ενός κουμπιού. Όχι όμως στην ίδια ποιότητα, επειδή είναι συμπιεσμένα τα αρχεία. Αυτό ίσως να είναι ένα πρόβλημα.  

– Υπάρχει φόβος με τον τρόπο αυτό να διαβρωθεί το ακουστικό αισθητήριο; Υπάρχει. Το αισθητήριο είναι κάτι που καλλιεργείται, δεν το έχουμε μόνο στα γονίδιά μας. Την εποχή της Σχολής του Μανχάιμ, στα τέλη του 18ου αιώνα, εισήχθη στην ορχήστρα το κρεσέντο και το ντιμινουέντο. Όταν πρωτοακούστηκε αυτή η βαθμιαία αύξηση της έντασης, οι ακροατές πετάγονταν από το κάθισμα. Ένιωθαν κάτι να τους σηκώνει. Στην εποχή μας έχει χαθεί σε μεγάλο βαθμό αυτή η αγνότητα, η ευαισθησία. Δεν έχουμε το ίδιο αυτί με τους ανθρώπους εκείνης της εποχής. Ειδικά η δική μας γενιά έχει σφυρηλατηθεί με πολύ σκληρούς ήχους. Και μέταλ και τα πάντα. Αυτό δεν σημαίνει ότι έχουμε χάσει τελείως την ευαισθησία μας, ούτε ότι δεν μπορούμε να κατανοήσουμε τη μουσική. Παράλληλα, δεν έχουμε τις ιδανικές συνθήκες ν’ ακούμε, ειδικά όσοι μένουμε σε πολύβουες πόλεις. Υπάρχουν πολλοί περισπασμοί.

– Νιώθετε ότι με τη συγκυρία της πανδημίας τα ζητήματα αυτά τίθενται ακόμη πιο επιτακτικά; Οι κανόνες της αγοράς επιτάσσουν αναπροσαρμογές. Δεν μου αρέσει να σκέφτομαι με τους κανόνες της αγοράς, προτιμώ τη σκέψη ότι δεν είναι η αγορά που οδηγεί την τέχνη και την πορεία των ανθρώπων, αλλά οι ίδιοι οι άνθρωποι. Κύριο ρόλο σε εποχές αλλαγών παίζουν μεγάλες προσωπικότητες που εμφανίζονται στο καλλιτεχνικό γίγνεσθαι. Αυτοί γίνονται φάροι που καταυγάζουν κατευθύνσεις και κινήσεις. Ένας τέτοιος φάρος για την Ελλάδα και για μένα προσωπικά υπήρξε ο Μάνος Χατζιδάκις. Δημιούργησε ουσιαστικά ένα αισθητικό κίνημα. Παραμένω αισιόδοξος ότι όσο μαύρα κι αν μοιάζουν τα πράγματα, όσο δύσκολες κι αν είναι οι προκλήσεις, λόγω πανδημίας ή λόγω του ότι η ζωή είναι γεμάτη αναποδιές, θα εμφανίζονται πάντα φωτισμένοι άνθρωποι να χαράσσουν νέους δρόμους και να παρασύρουν μαζί τους μια μεγάλη μερίδα του κοινού. Αποτελώντας έτσι τα σημεία αναφοράς που ωθούν την εξέλιξη της τέχνης και της ιστορίας. 

* «Στους ρυθμούς του νέου ταγκό», 2.6 Λευκωσία, Θέατρο Παλλάς, 3.6 Πάφος, Μαρκίδειο Θέατρο, 4.6 Λεμεσός, Θέατρο Ριάλτο, 8.30μ.μ. cyso.interticket.com, rialto.interticket.com

Φιλελεύθερα, 30.5.2021