Η Αμμόχωστος της δεκαετίας του 1960 λειτούργησε ως ο καμβάς πάνω στον οποίο η συγγραφέας «ζωγράφισε» την ιστορία της μητέρας της, μιας πολύ δυναμικής και προοδευτικής γυναίκας. Στο βιβλίο της «Κι οι σκιές χορεύουν στον τοίχο» συνδέει την Ιστορία, την παράδοση, την ομορφιά και την απώλεια σε ένα σύμπλεγμα νοσταλγίας και κάθαρσης.
-Πώς ξεκίνησε η πορεία σας στη συγγραφή; Ξεκίνησε αρκετά νωρίς λόγω μιας έντονης ανάγκης μου να καταγράφω και να αναλύω την ίδια ώρα, σε ένα διάλογο με τον εαυτό μου, τα πράγματα που μου συνέβαιναν, που με απασχολούσαν, που με ταλάνιζαν. Είχα ανέκαθεν κάτι σαν ημερολόγιο κι έγραφα κυρίως το βράδι, λες και έπρεπε κείνη την ώρα να κλείσει το κεφάλαιο που λέγεται «η σημερινή μέρα». Παρεμπιπτόντως, σκέφτομαι πως κάπου στα ράφια με τα βιβλία μου είναι κρυμμένα δεν ξέρω πόσα τέτοια ημερολόγια… και πρέπει να τα βρω κι ίσως να τα εξαφανίσω. Ερμηνεύοντας την ερώτησή σας διαφορετικά, θυμάμαι πως έγραψα στην εφηβεία μια μικρή ιστορία αγάπης, που τώρα θα την ονόμαζα «χαζοϊστορία», την οποία παραδόξως δημοσίευσε κάποιο γυναικείο περιοδικό.
-Ποιο ήταν το αρχικό ερέθισμα για να γράψετε το μυθιστόρημα «Κι οι σκιές χορεύουν στον τοίχο»; Για πολλούς συγγραφείς η αρχική έμπνευση είναι η ιστορία ενός δικού τους ατόμου που έχει μια ξεχωριστή προσωπικότητα ή μια πολύ διαφορετική πορεία στη ζωή. Στη δική μου περίπτωση αυτός ο άνθρωπος ήταν η μητέρα μου. Μια πολύ διαφορετική γυναίκα για την εποχή της, φεμινίστρια στην πράξη κι όχι στα λόγια, που ξεκίνησε στην Αμμόχωστο από το τίποτα, ακολουθώντας πιστά το όραμα της να διακριθεί στον τομέα του έτοιμου γυναικείου ενδύματος και να γίνει μια πολύ πετυχημένη σχεδιάστρια μόδας και επιχειρηματίας. Σπουδαίο επίτευγμα, αν σκεφτείς το κοινωνικό πλαίσιο: Μια άκρως συντηρητική πατριαρχική κοινωνία όπου οι περισσότερες γυναίκες ασχολούνταν με το νοικοκυριό και την οικογένειά τους.
-Η πόλη της Αμμοχώστου είναι ο χώρος στον οποίο εξελίσσεται η ιστορία σας; Ακριβώς. Η Αμμόχωστος, «Μια πόλη μαγική», όπως λέει και το τραγούδι του Χατζιδάκι. Πόλη που ενέπνευσε συγγραφείς, ποιητές και ζωγράφους. Μια πόλη που ήταν πολύ μπροστά από κάθε άποψη, σίγουρα μια πανέμορφη πόλη όπου γίνονταν πολύ ενδιαφέροντα πράγματα. Εκεί λοιπόν έζησε, δραστηριοποιήθηκε και έγινε γνωστή η γυναίκα του μυθιστορήματος.
-Ποιες είναι οι πιο δυνατές μνήμες που έχετε από την Αμμόχωστο; Η γαλήνια θάλασσά της με τα μοναδικά τιρκουάζ διάφανα νερά της. Οι όμορφοι αμμόλοφοι με τους άσπρους κρίνους του γιαλού, οι μυρωδιές από τα εσπεριδοειδή και τους κήπους με τα τριαντάφυλλα και τις λουβανούδες. Αλλά και τα διάφορα φεστιβάλ, τα θέατρα, τα σινεμά, τα μπαλέτα, οι συναυλίες… Ήταν μια πόλη πολύ ζωντανή. Με πολλή κουλτούρα.
-Ποια θέματα πραγματεύεστε στο μυθιστόρημα; Την ιστορία μιας νέας, όμορφης και φιλόδοξης γυναίκας, που ζει με τους δικούς της κανόνες και που ονειρεύεται να κατακτήσει τον χώρο της μόδας. Να γίνει κάτι σαν την Coco Chanel. Σε ένα άλλο επίπεδο, το μυθιστόρημα πραγματεύεται την πολύπλοκη σχέση της με τα παιδιά της (από τον χωρίς αγάπη πρώτο γάμο της) τα οποία την αγαπούν και τη θαυμάζουν, μα συνάμα τη νιώθουν απόμακρη, αφού αφήνονται να διαχειριστούν το στίγμα του διαζυγίου της κι όλων των συνεπακόλουθων προκλήσεων χωρίς την στήριξή της. Επίσης, το βιβλίο πραγματεύεται την τρυφερή και πολύ ιδιαίτερη σχέση των διδύμων παιδιών μεταξύ τους, που λειτουργεί ως το πιο δυνατό στήριγμα στη δύσκολη ζωή τους.

Εκδ. Εν Τύποις
Σελ. 471
Τιμή €21,00
Ελεύθερα 25.2.2024