Με διπλή θεατρική παρουσία το φετινό Καλοκαίρι, με Αριστοφάνη και Ιονέσκο ταυτόχρονα, η ηθοποιός συνεχίζει την συνεπή πορεία της στην Τέχνη της που την ωθεί να συμβαδίζει και με την κοινωνία.

Και Αριστοφάνης και Ιονέσκο, ταυτόχρονα, αυτό το Καλοκαίρι. Και «Αμεδαίος ή πώς να το ξεφορτωθούμε» και «Νεφέλες». Με μία πρώτη ματιά, αυτό μπορεί να ακούγεται και αντιτιθέμενο στα αφτιά ενός «αθώου» θεατή. Είναι, όμως; Αντιτιθέμενο; Κάθε άλλο! Έχουν και οι δύο την «τρέλα» τους και ασχολούνται ο καθένας -μέσα από το δικό του «φακό»- με το παράλογο της εποχής του. Και τα δύο, ως κλασσικά έργα, με αναγωγές μιλούν στο «παράλογο» που βιώνουμε στις μέρες μας. Συνεπώς μια χαρά μου ταιριάζουν και τα δύο. Άλλωστε η «τρέλα» μου ταιριάζει και απολαμβάνω εξίσου και τις δύο παραστάσεις.

Πάντως είναι και οι δύο πολύ απαιτητικές παραστάσεις. Δεν είναι εξοντωτικό για σένα, ως επαγγελματίας; Ή ήταν και τα δύο έργα «ευκαιρίες» που δεν ήθελες να χάσεις, συμμετέχοντας σ’ αυτά; Η αλήθεια είναι ότι πρόκειται για αγώνα αντοχής για έναν ηθοποιό η ταυτόχρονη ενασχόληση με τέτοια έργα. Ήθελα όντως πολύ να κάνω και τις δύο παραστάσεις, όμως ο αρχικός προγραμματισμός δεν ήταν να «τρέχουν» παράλληλα. Προέκυψε, ωστόσο, λόγω εξωτερικών συνθηκών – όχι τόσο από επιλογή μου, ώστε να μην χάσω τις «ευκαιρίες». Οφείλεται περισσότερο στον προγραμματισμό των θεατρικών ομάδων και του προγράμματος όλων των συντελεστών περισσότερο.

– Ας ξεκινήσουμε από τις «Νεφέλες». Είναι επίκαιρος σήμερα ο Αριστοφάνης – εκατοντάδες χρόνια, αφότου γράφτηκαν οι «Νεφέλες» του; Πώς μας «μιλάει», νομίζεις, σήμερα; Πάντοτε είναι επίκαιρος! Έθεσε ζητήματα πανανθρώπινα και διαχρονικά. Στις «Νεφέλες» καταπιάνεται κυρίως με τις σχέσεις του πατέρα με τον γιο, τα ζητήματα παιδείας, με τη φύση, τη σύγκρουση και την πάλη των πατροπαράδοτων ιδεών της εποχής του απέναντι στη στάση και στις ιδέες των σοφιστών. Θέτει ζητήματα καταρράκωσης αρχών και αξιών. Επίκαιρα και στις μέρες μας, δεν νομίζεις; Η διαφθορά, η «λαμογιά», δεν είναι από τις σοβαρότερες παθογένειες στην κυπριακή κοινωνία; Η σχέση των γονιών με τα παιδιά, επίσης. Είδαμε το σάλο που ξέσπασε με την αυτονόητη -κατά την άποψή μου- τοποθέτηση της Επιτρόπου για τα δικαιώματα του παιδιού. Είναι δυνατόν να συζητάμε σήμερα αν μας «ανήκουν» τα παιδιά μας; Ζούμε ένα πισωγύρισμα, μια στροφή της κοινωνίας μας στον συντηρητισμό, πολύ ανησυχητική κατά τη γνώμη μου.

– Άρα η διαχρονική «τέχνη» του Αριστοφάνη εστιάζεται, πιστεύεις, κυρίως στο γεγονός πως αντιμετωπίζει σατιρικά -και με χιούμορ- διαχρονικά σοβαρά κοινωνικά ζητήματα; Ναι, αυτό ισχύει, τόσο για τον Αριστοφάνη όσο και για όλους τους συγγραφείς που η θεματολογία τους και η γραφή τους «μιλά» σε όλες τις εποχές, καθιστώντας τους κλασσικούς.

– Από την άλλη, όπως οι ήρωες του Ιονέσκο στον «Αμεδαίο», εσύ, σε περιόδους της ζωής σου, αποξενώθηκες ποτέ από τον «έξω κόσμο»; Υπήρξε ποτέ και στην δική σου ζωή σου κάποιο «σφάλμα» που να σε βασάνισε»; Όταν έχεις συνείδηση, είναι πολύ φυσικό να σε απασχολούν σφάλματα που τυχόν έχεις κάνει. Από εκεί και πέρα, η μόνη περίοδος που υπήρξα σχετικά αποξενωμένη από τον έξω κόσμο ήταν η περίοδος της Πανδημίας, που δεν ήταν κατ’ επιλογή. Γενικότερα, είμαι ένας άνθρωπος που ζει με τους ανθρώπους – και το θέλω αυτό. Δεν μου αρέσει το «καβούκι». Μπορεί να χρειάζομαι την ησυχία για να συγκεντρωθώ περισσότερο στη δουλειά μου -σπάνια πάντως καταφέρνω να έχω αυτή την ησυχία-, αλλά δεν αποξενώνομαι από τους ανθρώπους.

– Εσύ, «ξεφορτώθηκες» ποτέ κάποια από τα -παιδικά ή εφηβικά- όνειρά σου στην πορεία της ζωής σου, όπως κάποιοι ήρωες – αναγκαστικά ίσως, ή μπορεί και επειδή να μην σε εξέφραζαν πια; Όχι, δεν θα το έλεγα. Απλώς στην πορεία αποσαφήνισα τί είναι αυτό που ήθελα να κάνω και το ακολουθώ ακόμα. Προσπαθώ τουλάχιστον. Να κάνω, δηλαδή, θέατρο -που αυτό ήθελα να κάνω στη ζωή μου- και να είμαι χρήσιμη για την κοινωνία. Παλεύω και για τα δύο, όσο περισσότερο μπορώ.

Πάντως, με τον «ΑντίΛογο» -και αυτό το παραδέχονται όλοι- συνεχίζετε μία συνεπή πορεία, ξεχωριστή, στο χώρο του κυπριακού θεάτρου. Προσωπικά, σε ικανοποιεί αυτό, περιμένατε κάτι περισσότερο – και τι ετοιμάζεται για την επόμενη χειμερινή περίοδο; Ο «ΑντίΛογος» δημιουργήθηκε μέσα από την ανάγκη μας να μοιραστούμε πράγματα που μας απασχολούν. Να φέρουμε στη δημόσια σφαίρα, μέσα από την Τέχνη μας, ζητήματα κυρίως ιστορικά και κοινωνικά, που αισθανόμαστε ότι είναι παραγκωνισμένα, κρυμμένα ή και στρεβλωμένα. Να κάνουμε θέατρο όπως το αντιλαμβανόμαστε. Που να μιλά στο σήμερα και να ανοίγει διάλογο με την εποχή μας και με την κοινωνία. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, τον προσεχή Οκτώβριο, συνεχίζοντας την ενασχόλησή μας με την ιστορία της Κύπρου, ανεβάζουμε το έργο «Η μάνα του» του Μιχάλη Παπαδόπουλου, σε σκηνοθεσία Αλεξίας Παπαλαζάρου. Το έργο καταπιάνεται με την περίοδο του 1970-1974, μέσα από την περίπτωση της διπλής δολοφονίας των αδελφών Παπαλαζάρου – του Κυριάκου, που δολοφονήθηκε το 1973 από ανθρώπους του πραξικοπήματος, και τον Σωτήρη που δολοφονήθηκε κατά την εισβολή. Η περίπτωση των αδελφών Παπαλαζάρου καθρεφτίζει το δράμα του λαού μας και ιδιαίτερα των ανθρώπων που αντιστάθηκαν στο διπλό έγκλημα κατά του τόπου μας, γι’ αυτό θεωρούμε σημαντικό να μιλήσουμε για το συγκεκριμένο θέμα μια μόλις ανάσα πριν από τα 50 χρόνια των μαύρων επετείων του Ιούλη του ‘74. Όσον αφορά στους στόχους που θέτουμε και αν τους υλοποιούμε, προσπαθούμε πολύ σκληρά να είμαστε σωστοί απέναντι στου συναδέλφους, να σεβόμαστε το κοινό και να διευρύνουμε, όσο περισσότερο μπορούμε, τη σχέση μας με τον κόσμο. Να φτάσουμε την Τέχνη του θεάτρου σε όλη την Κύπρο και να είναι προσβάσιμη σε όλους τους κατοίκους του νησιού. Προσπαθούμε. Έχουμε δρόμο μπροστά μας και παλεύουμε με σεμνότητα τους στόχους μας. Είναι πολλά ακόμα μέσα στο κεφάλι μας που παλεύουν να βγουν. Με υπομονή και επιμονή συνεχίζουμε. Γιατί ζούμε σε μια χώρα που θέλει πραγματικά απεριόριστη υπομονή και επιμονή, για να αντέχεις και να επιμένεις να ασχολείσαι με τις Τέχνες…

Info: «Αμεδαίος ή πώς να το ξεφορτωθούμε» («Amédée ou Comment s’en débarrasser») και «Νεφέλες» του Αριστοφάνη, . .