Η νέα εικαστική πρόταση του Βασίλη Ματοσιάν αποτελείται από έργα σε καμβά και χαρτί, στα οποία καθημερινά αντικείμενα ανακαλούν υφές του χρόνου ενεργοποιώντας μνήμες και (ανα)στοχασμούς. Η έκθεση, σε επιμέλεια Ευαγόρα Βανέζη και Δήμητρας Ιγνατίου, παρουσιάζεται στον χώρο του οργανισμού Sic. Contemporary Culture στη Λευκωσία.
-Τι φανερώνει ο τίτλος Fleeting Rest στην νέα εικαστική σου πρόταση που παρουσιάζει ο οργανισμός Sic. Contemporary Culture; Η έκθεση Fleeting Rest παρουσιάζει νέα έργα, σε καμβά και χαρτί, που εξερευνούν την έννοια της επιτελεστικότητας στη ζωγραφική σε σχέση με οικιακούς χώρους και οικιακές τελετουργίες. Καθημερινά αντικείμενα, όπως κούπες τσαγιού και τρόφιμα σε συνδυασμό με μοτίβα υφασμάτων και ίχνη φωτός, ανακαλούν υφές του χρόνου ενεργοποιώντας μνήμες και (ανα)στοχασμούς. Ο τίτλος Fleeting Rest αποτελεί αναφορά στη στασιμότητα της στιγμής πριν από το άλμα, επισημαίνοντας τον χώρο μεταξύ των έργων τέχνης και των βιωμένων στιγμών που καταλαμβάνουν.
-Μέσα από ποιες διαδικασίες διαμόρφωσες ένα ξεχωριστό ύφος στα έργα σου; Η δημιουργική διαδικασία που ακολουθώ περιλαμβάνει την παρατήρηση και τον στοχασμό εμπειριών που αφορούν την αίσθηση της παρουσίας ή την αίσθηση ότι κάποιος μπορεί να είναι γειωμένος στο παρόν. Μέσα από προσωπικά βιώματα τα οποία δημιουργούν (συν)κατοικημένους χώρους, η δουλειά μου εκφράζει την αίσθηση της τοποθέτησης του εαυτού/θεατή σε σχέση με αυτό που παίρνει μορφή και γίνεται ορατό. Προέρχομαι από ορισμένες παραδόσεις στη ζωγραφική και με ενδιαφέρει η σύνθεση, αν ένας πίνακας μπορεί να τελειώσει ή όχι, οι έννοιες της συνέχειας μέσα σε ένα έργο ή μεταξύ των έργων. Με ενδιαφέρει επίσης να εξερευνήσω αυτές τις έννοιες μέσω της ιδιαιτερότητας μιας ζωντανής, σύγχρονης, και υποθέτω κυπριακής εμπειρίας.
-Πόσο εύκολα ή δύσκολα προκύπτουν τα έργα στο ατελιέ σου; Τα έργα προκύπτουν μέσα από συνεχή προσπάθεια και φροντίδα, και αυτό μπορεί να οδηγήσει σε μια αίσθηση ανοιχτότητας μέσω της οποίας κάτι μπορεί να αναγνωριστεί, να ολοκληρωθεί. Υπάρχουν καλές και κακές μέρες. Θεωρώ τον εαυτό μου αρκετά αυστηρό με τη δουλειά και τείνω να καταστρέφω τα περισσότερα από αυτά που φτιάχνω.
-Ποια ήταν τα πρώτα σου βήματα στον χώρο της τέχνης; Το ενδιαφέρον μου για τη ζωγραφική αναπτύχθηκε από το Γυμνάσιο με την επιρροή του δασκάλου μου Μιχάλη Κυρλίτσια, ο οποίος μας εισήγαγε στο έργο των Titian και Giorgione από πολύ μικρή ηλικία.
-Οι σπουδές σου στο Λονδίνο, στο Camberwell College, University of the Arts, πόσο άλλαξαν τον τρόπο που βλέπεις την τέχνη; Οι σπουδές στο Camberwell College ήταν μια ευκαιρία να συναντηθώ και να συνομιλήσω με άλλους καλλιτέχνες και συμφοιτητές, καθώς και να εργαστώ σε εκείνο το πλαίσιο. Ήταν επίσης μια ευκαιρία να επισκεφτώ μουσεία και γκαλερί που εμπλουτίζουν την αντίληψη για το τι μπορεί να ειπωθεί μέσω της δουλειάς.
-Έχεις λάβει μέρος σε ένα πρόγραμμα Erasmus στη Μαδρίτη για να μελετήσεις έργα του Diego Velazquez στο μουσείο Prado. Τι σε γοητεύει στο έργο του και πόσο επέδρασε στο δικό σου έργο; Σκέφτομαι για παράδειγμα το έργο του Velazquez, Pablo De Valladolid. Βλέποντας αυτό τον πίνακα, αισθάνεται κανείς πεπεισμένος (και αυτή η αίσθηση αναγνώρισης δεν είναι κάτι που είναι καλλιτεχνικό αλλά βιωμένο) ότι το άτομο ήταν πραγματικά ζωντανό κάποτε. Η ζωή του, η ιδιαιτερότητά της, συνεχίζεται κάπου πέρα από την ορατή επιφάνεια. Αντιλαμβάνεται κανείς τη δική του θνητότητα. Αυτή η αίσθηση της θνητότητας γίνεται μια εμφάνιση που μας κοιτάζει. Αλλά αυτή η εμφάνιση, που είναι μια απεικονιζόμενη στιγμή στον πίνακα, θέατρο σχεδόν, με τη σειρά της γίνεται μια στιγμή στη ζωγραφική.
-Ποιοι άλλοι καλλιτέχνες έχουν επηρεάσει τη δουλειά σου; Πολλοί, θα αναφέρω μερικούς που σκέφτομαι πρόσφατα: Vuillard, Morandi, Qi Baishi, Lorenzetti, Piero Della Franscesca. Πρόσφατα άκουγα John Coltrane και Bill Frisell, το Verklarte Nacht του Schoenberg και Rostropovich/Brittens, ερμηνείες του Schubert. Σκέφτομαι τις ταινίες του Yasujiro Ozu συχνά σε σχέση με τη ζωγραφική. Επίσης, σε σχέση με τη δουλειά του Bonnard και Vuillard, σκέφτομαι τη γραφή του Προυστ. Νιώθω επίσης μια σύνδεση με Κύπριους ζωγράφους όπως ο Σάββα, ο Διαμαντής, ο Βότσης και ο Γεωργίου.
-Ποιες δυσκολίες συνάντησες ως νέος δημιουργός όταν επέστρεψες από τις σπουδές σου στην Κύπρο; Δεν ήταν για μένα δυνατό να ζήσω από τη δουλειά μου ως ζωγράφος, δεν υπήρχε η αίσθηση της κοινότητας καλλιτεχνών στη Λάρνακα όπου ζω, δεν υπάρχουν σημαντικά έργα τέχνης όπως σε μουσεία ή γκαλερί που βρίσκει κανείς σε μια μεγαλούπολη. Έχω επίσης την αίσθηση ότι, γενικά μιλώντας, η ζωγραφική δεν θεωρείται μια δραστηριότητα που σχετίζεται με τη σκέψη και τις ιδέες. Σπάνια έχω μιλήσει για την τέχνη ή τη ζωγραφική με Κύπριους.
-Πώς βλέπεις την κυπριακή σύγχρονη τέχνη; Περιστασιακά υπάρχει ενδιαφέρον. Με ενδιαφέρει η δουλειά του Φάνου Κυριάκου, του Χριστόδουλου Παναγιώτου, της Χαράς Επαμεινώνδα, της Κούλας Κάλβαρη.
-Τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια κινητικότητα σε διάφορες μορφές τέχνης στη Λάρνακα με αφορμή την διεκδίκηση της Λάρνακας να γίνει Πολιτιστική Πρωτεύουσα το 2030. Πώς είδες αυτή την εξέλιξη; Είναι μια θετική εξέλιξη για την πόλη. Έχω παρακολουθήσει μερικές συναντήσεις αλλά δεν έχω βρει τη θέση μου σ’ αυτές.
Λευκωσία, Sic. Contemporary Culture (97867289). Η έκθεση του Βασίλη Ματοσιάν με τίτλο «Fleeting Rest» θα διαρκέσει ως τις 17 Ιανουαρίου 2025.
Ελεύθερα 1.12.2024