Το πιο πάνω ερώτημα, καθώς και το πως θα αποφασίσουν οι δικαστές από την στιγμή που τα μόνα στοιχεία είναι ο λόγος της κι ο λόγος του, είναι λογικό να απασχολούν όσους παρακολουθούν τη δίκη του τέως μητροπολίτη Κιτίου ο οποίος κατηγορείται για άσεμνη επίθεση εναντίον 16χρονης (το 1981) η οποία αποτάθηκε κοντά του ως ορφανή για βοήθεια.
Το πώς θα αποφασίσουν οι δικαστές είναι δύσκολο να πει κάποιος. Το τι ζητάει όμως μια γυναίκα 40 χρόνια μετά, αν μπει κάποιος στη θέση της, είναι ίσως εύκολο να το αντιληφθεί. Δεν είναι εκδίκηση. Κάποιος/κάποια που έζησε με ένα τραύμα, κάτι που βίωσε ως ντροπή, κατηγορώντας ίσως και τον εαυτό του/της για τη θέση στην οποία βρέθηκε, προφανώς δεν διεκδικεί επούλωση πληγών. Δεν γίνεται αναδρομικά. Στην ουσία, αν και το δίκαιο δεν έχει ημερομηνία λήξης, η γυναίκα δεν έχει να κερδίσει πολλά. Έχουν όμως να κερδίσουν οι γυναίκες των νεότερων γενιών. Το ότι μία γυναίκα τολμά να τα βάλει με έναν άνθρωπο που θεωρείτο ιερό τοτέμ, είναι δώρο για τις νεότερες.
Το 1981, όχι μόνο γιατί ήταν 16 χρονών, δεν ήταν δυνατό να καταγγείλει κάτι τέτοιο και να την πάρει κάποιος στα σοβαρά. Το 1981, και αρκετά χρόνια μετά, οι φωτορεπόρτερ έπιαναν νωρίς θέση στις δικαστικές αίθουσες και οι γυναίκες που τολμούσαν να καταγγείλουν βιασμό θα έβλεπαν τις φωτογραφίες τους να εκτίθενται στα περίπτερα και τις καταθέσεις τους να γίνονται λαϊκό ανάγνωσμα με τίτλους που θα τις γελοιοποιούσαν. Πόσο μάλλον αν ο κατηγορούμενος ήταν μέλος της Ιεράς Συνόδου. Θα έπεφτε λαμπρόν από τους πιστούς για να κάψει όποιον τολμούσε να αμφισβητήσει έναν μητροπολίτη, έναν πολιτικό, έναν επιχειρηματία, ένα οποιοδήποτε «επώνυμο» μέλος της κοινωνίας.
Το 1981, το καλύτερο που είχε να κάνει το θύμα ήταν να κρύψει το συμβάν από τους πάντες. Ο βιασμός δεν ήταν έγκλημα, ήταν ντροπή, στίγμα. Οι οικογένειες δεν θα ήθελαν ένα τέτοιο στίγμα στις τάξεις τους. «Τι θα πει ο κόσμος;» Αυτή ήταν η βασική έγνοια της εποχής. Σήμερα, ευτυχώς, το τι θα πουν οι γύρω, γνωστοί και άγνωστοι, δεν μπορεί να καθορίσει τις ζωές των ανθρώπων.
Ό,τι και να αποφασίσουν οι δικαστές, ενδεχομένως να μην έχει και τόση σημασία. Σημασία έχει το ρήγμα που προκαλείται. Δεν υπάρχουν ιερά τοτέμ. Ο βιασμός δεν είναι ντροπή, είναι έγκλημα. Το θύμα δεν ντρέπεται, δεν ενοχοποιείται και σιωπά, αλλά πλέον μιλά και διεκδικεί. Αυτό είναι το κέρδος από τη δίκη κι όχι η ποινή, ούτε καν η απόφαση. Και ναι, σε αυτό που άρχισε ίσως να υπάρξουν παράπλευρες απώλειες.