Δεν χρειάζονται πολλά. Μια σπίθα είναι αρκετή να προκαλέσει ολοκαύτωμα. Ή ένας φιλόδοξος ηγέτης με οράματα αυτοκράτορα είναι αρκετός για να τινάξει χρόνια ειρήνης στον αέρα. Το 1914, αφορμή ήτανε, λένε οι ιστορικοί, η δολοφονία του διαδόχου του θρόνου της Αυστροουγγαρίας και της συζύγου του από ένα νεαρό Σερβοβόσνιο εθνικιστή στο Σαράγεβο. Οι Αυστριακοί θεώρησαν υπεύθυνη την κυβέρνηση της Σερβίας και της κήρυξαν τον πόλεμο. Κι οι άλλες χώρες, που είχαν η κάθε μια τα δικά της συμφέροντα στην επαναχάραξη του παγκόσμιου χάρτη, ενεπλάκησαν σε ένα πόλεμο που κράτησε τέσσερα χρόνια και στοίχισε τη ζωή σε 16 εκατομμύρια ανθρώπους. 

Παρά το τέλος του πολέμου, όμως, οι πληγές έμειναν ανοικτές και μετά από δυο δεκαετίες ξεκίνησε ένας νέος πόλεμος με τη Γερμανία να εισβάλλει στην Πολωνία και στη συνέχεια σε πολλές άλλες χώρες της Ευρώπης προκαλώντας τον όλεθρο. Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος εκτιμάται ότι προκάλεσε 55 εκατομμύρια θανάτους σε όλο τον κόσμο, με μεγαλύτερο θύμα τον εβραϊκό λαό. Μέχρι σήμερα ο πόλεμος αυτός μνημονεύεται ως η πλέον καταστροφική σύγκρουση στην ιστορία. Και ως παράδειγμα προς αποφυγήν. 

Για δεκαετίες πολλές, μέχρι πρότινος, η Ευρώπη δεν ήθελε να συμβεί ποτέ ξανά κάτι τέτοιο. Αν μη τι άλλο, με όλα τα στραβά κι ανάποδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είχαμε να λέμε πως στην ευρωπαϊκή επικράτεια επιτεύχθηκαν ειρηνικές συνθήκες. Με τους ανθρώπους να μετακινούνται ισότιμα από τη μια χώρα στην άλλη, να μοιράζονται κοινά ιδανικά, κοινά δικαιώματα και να νιώθουν Ευρωπαίοι πολίτες χωρίς εθνικές εχθρότητες. Από τη μια στιγμή στην άλλη όμως τα πάντα μπορούν να ανατραπούν κι οι άνθρωποι να βρεθούν να πολεμούν εναντίον του μέχρι χθες γείτονα. Οι δικαιολογίες πάντα μπορούν να φτιαχτούν και το μίσος εύκολα μπορεί να καλλιεργηθεί ανάμεσα στους λαούς δαιμονοποιώντας ο ένας τον άλλο. 

Οι εικόνες από τους δύο Παγκόσμιους Πολέμους, οκτώ σχεδόν δεκαετίες μετά, έχουν προφανώς ξεθωριάσει και το ημερολόγιο της Άννας Φρανκ δεν προκαλεί την ίδια συγκίνηση. Ακόμα και οι ενοχές των απογόνων λαών που προκάλεσαν τον όλεθρο έχουν σβήσει και μνημεία και μουσεία που στήθηκαν για να θυμίζουν στην ανθρωπότητα τα δεινά που μπορεί να προκαλέσει ο πόλεμος, αντικρίζονται ως τουριστική ατραξιόν κι όχι ως μάθημα. Σε όλες τις χώρες εμφανίζονται (ή πάντα υπήρχαν αλλά ξεθαρρεύουν) κινήματα που θέλουν να καταστρέψουν ότι κτίστηκε πάνω από τα συντρίμμια των δύο πολέμων που αιματοκύλησαν την Ευρώπη. Παράλληλα, τα δημοκρατικά αντανακλαστικά των ανθρώπων τίθενται σε εγρήγορση κι αυτό δημιουργεί ελπίδα.