Σύμφωνα με τη Wikipedia ανάρμοστος είναι αυτός που δεν αρμόζει. Όχι μόνο επειδή είναι αταίριαστος ή ακατάλληλος, αλλά επιπλέον είναι υποτιμητικός, προσβλητικός, υποδηλώνει ασέβεια, αγένεια, αδιαφορία (για φράσεις, συμπεριφορά, ντύσιμο που είναι χαμηλότερου επιπέδου από το αναμενόμενο, για συμπεριφορές κατώτερες των περιστάσεων που προσβάλλουν κυρίως τους άλλους). «Είναι ανάρμοστο να μιλάς στο κινητό σου την ώρα της κηδείας», δίνει σαν παράδειγμα.

Ο Οδυσσέας Μιχαηλίδης προφανώς δεν μιλούσε στο κινητό του την ώρα κάποιας κηδείας. Κάτι άλλο ενόχλησε τον βοηθό γενικό εισαγγελέα, Σάββα Αγγελίδη, ο οποίος σε συνέντευξη του στην «Καθημερινή» δήλωσε πως «ένας υγιώς σκεπτόμενος άνθρωπος απαιτεί να ακολουθηθεί η μόνη διαδικασία που υπάρχει για να ελεγχθεί η συμπεριφορά τού Γενικού Ελεγκτή έναντι ανεξάρτητων αξιωματούχων και άλλων προσώπων στη δημόσια σφαίρα».

Ποιος κρίνει όμως ποιοι είναι οι υγιώς σκεπτόμενοι άνθρωποι; Αν γίνει μία δημοσκόπηση με το ερώτημα «είναι ανάρμοστη η συμπεριφορά του γενικού ελεγκτή;», εκτός από όσους έχουν δεχθεί κατά καιρούς τον έλεγχο και την κριτική του, η πλειοψηφία των υπολοίπων μάλλον δεν θα συμφωνήσει στα περί ανάρμοστης συμπεριφοράς. Είναι όλοι αυτοί μη υγιώς σκεπτόμενοι; Σκέφτονται, δηλαδή, αρρωστημένα;

Μια άλλη εξήγηση του ανάρμοστος δίνεται από τον Γιάννη Μπαμπινιώτη στο ογκωδέστατο λεξικό του: «Είναι αυτός που δεν συμφωνεί με τα καθιερωμένα κοινωνικά πρότυπα». Όντως τα καθιερωμένα πρότυπα της κυπριακής κοινωνίας συνήθισαν σε γενικούς ελεγκτές που κάθε χρόνο παρέδιδαν στον πρόεδρο ένα τόμο γεμάτο από επισημάνσεις έως σκάνδαλα. Τα οποία περνούσαν στο ντούκου. Την πρώτη μέρα ξεφύλλιζαν οι δημοσιογράφοι την έκθεση επιλέγοντας τα πιο ευπώλητα, τα πιο εφετζίδικα κεφάλαια κάνοντας τα είδηση και στη συνέχεια ο τόμος πήγαινε για ανακύκλωση (τρόπος του λέγειν, γιατί δεν υπήρχε τότε ανακύκλωση). Ήταν μια ετήσια ιεροτελεστία που καταγραφόταν πάντοτε από ένα φωτογραφικό ενσταντανέ μπροστά στο τζάκι του προεδρικού. Ο συμβολισμός δεν εξηγήθηκε ποτέ από τον σκηνοθέτη, αλλά ίσως να σήμαινε πως η έκθεση θα καιγόταν στο τζάκι.  

Κι έπειτα ήρθε ο Οδυσσέας Μιχαηλίδης. Ο οποίος δεν ανέμενε την ετήσια ιεροτελεστία. Καθώς εντόπιζε και στοιχειοθετούσε κάτι, το δημοσιοποιούσε. Όχι πως στην πράξη άλλαξαν πολλά πράγματα. Και πάλι, λίγο έως πολύ, στο ντούκου περνάνε οι ανακαλύψεις του. Ίσως γίνεται λίγο περισσότερος θόρυβος, ίσως κρατάει λίγο περισσότερο ο θόρυβος, αλλά στην τελική το αποτέλεσμα δεν είναι πολύ διαφορετικό. Ο ίδιος έχει γίνει δημοφιλής, οι πολίτες νοιώθουν ότι υπάρχει κάποιος στον οποίο μπορούν να αποταθούν, αλλά –περίπου- ως εδώ. Το ντύσιμο του δεν είναι και το πιο καλόγουστο, αλλά ανάρμοστο δεν το λες. Οι φράσεις που χρησιμοποιεί επίσης δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ανάρμοστες και σε κηδεία δεν ακούστηκε να μιλά στο κινητό. Οπόταν κάτι άλλο κάνει που δεν αρμόζει στα «καθιερωμένα κοινωνικά πρότυπα».