Ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες της στήλης αναφέρουν ότι η Netflix εμπνεύστηκε πάλι από την Κύπρο. Και επιστρέφει. Για τρίτη φορά. Την πρώτη είχε εντυπωσιαστεί από τις επιδόσεις της Άννας Αριστοτέλους και ήρθε να γυρίσει ταινία για το υποτιθέμενο πρότυπο των Φυλακών. Στη συνέχεια, όμως, όταν το 2022 προέκυψε η σύγκρουση μεγατόνων με τον Μιχάλη Κατσουνωτό και τη σκανδαλώδη διαχείριση της υπόθεσης από τον Γενικό Εισαγγελέα, ετοίμασε δεύτερη σειρά.

Αρχικά τη διαφήμισε ως “Prison Drama”. Στην πορεία, ωστόσο, καθώς οι εξελίξεις ξέφευγαν από κάθε σενάριο λογικής, αποφασίστηκε να αλλάξει το όνομα σε κάτι πιο ταιριαστό: “Prison Fiasco”. Τώρα, παρακολουθώντας το νέο διαφαινόμενο φιάσκο της υπόθεσης των κρατικών εγγράφων, φέρεται να αποφάσισε ένα δεύτερο κύκλο με τίτλο The Prison Fiasco continues.

Σιγά μην αφήσουν οι Αμερικανοί τέτοιο λαβράκι να πάει χαμένο. Η υπόθεση Αριστοτέλους λειτούργησε για μερικά χρόνια έως τώρα σαν καθρέφτης για όσα πάνε στραβά σε αυτόν τον τόπο: Αδιαφάνεια, συγκάλυψη, προσωπικές βεντέτες που υποκαθιστούν τον θεσμικό διάλογο και υποτιμούν με βάναυσο τρόπο τη νοημοσύνη των πολιτών.

Σήμερα, μετά από την πίεση που τους ασκήθηκε -δημοσιογραφικά- το Υπουργικό Συμβούλιο (η απόφαση έπρεπε να είχε ληφθεί από την πρώτη στιγμή, πριν μια εβδομάδα κύριε Χριστοδουλίδη) αποφάσισε να θέσει σε διαθεσιμότητα την Αριστοτέλους. Κάτι που θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί, αν η ίδια είχε φερθεί με θεσμική ευθύνη. Διευκολύνοντας τη διαδικασία παίρνοντας άδεια απουσίας από τη γενική διεύθυνση του υπουργείου Άμυνας μέχρι να ολοκληρωθούν οι έρευνες. Αντί γι’ αυτό, προτίμησε να μείνει και να υποδυθεί το θύμα.

Αμέσως μετά την απόφαση, η φιλόδοξη ταινία της Netflix απέκτησε νέα επεισόδια: Ο δικηγόρος της Αριστοτέλους έκανε λόγο για “επιχείρηση ανθρωποφαγίας”, για “εκδικητική μανία”, για “υπόγειο πόλεμο”. Μίλησε για 300.000 έγγραφα προς δημιουργία εντυπώσεων. Μίλησε για την εκπρόσωπο Τύπου της Αστυνομίας που κατονομάζει την Αριστοτέλους αλλά λέει “ας μην πούμε ονόματα”… όταν πρόκειται για άλλους.

Δεν άργησε να έρθει η απάντηση: Ο δικηγόρος του Κατσουνωτού μίλησε για αναληθείς, συκοφαντικές και ατεκμηρίωτες δηλώσεις, οι οποίες πλήττουν βάναυσα την τιμή και την υπόληψη του πελάτη του και υπονομεύουν το κύρος και την αξιοπιστία των θεσμών της Δημοκρατίας και της Αστυνομίας. Μίλησε για συκοφαντίες, για προσπάθεια χειραγώγησης της κοινής γνώμης και για προφανή στόχευση ενός ανθρώπου ο οποίος όχι απλώς δεν διώχθηκε, αλλά κρίθηκε άξιος για προαγωγή.

Κάπου εκεί, ανάμεσα στις βαριές δηλώσεις και τις υπομνήσεις του παρελθόντος, επιστρέφουμε σε ένα κομβικό ερώτημα: Ποιος ευθύνεται τελικά στον πόλεμο Κατσουνωτού-Αριστοτέλους; Ποια σχέση έχει η σημερινή υπόθεση των εγγράφων με εκείνο τον πόλεμο;

Η απάντηση, εν πολλοίς, πρέπει να αναζητηθεί στον Γενικό Εισαγγελέα. Όταν διόρισε ανεξάρτητο ποινικό ανακριτή (Αχιλλέας Αιμιλιανίδης) και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι πιθανόν να προκύπτουν ποινικά αδικήματα εις βάρος του Μιχάλη Κατσουνωτού, αλλά η υπόθεση δεν πήγε ποτέ σε δίκη. Όχι γιατί κρίθηκε αβάσιμη, αλλά επειδή επικαλέστηκε «λόγους δημοσίου συμφέροντος». Ποιοι ήταν αυτοί οι λόγοι; Δεν εξήγησε ποτέ. Ως εκ τούτου, έμεινε να αιωρείται το ερώτημα: Ήταν τελικά αθώος ή όχι ο Κατσουνωτός;

Η κοινωνία δεν πήρε ποτέ απάντηση. Σήμερα, η Άννα Αριστοτέλους επιχειρεί να αντιγράψει το λάθος. Αρνείται να διευκολύνει τη διαδικασία. Αντί να επιλέξει την οδό της διαφάνειας, να αποσυρθεί προσωρινά και να επιτρέψει την πλήρη διερεύνηση, επιλέγει να καταγγείλει “ανθρωποφαγία”. Μα όποιος είναι αθώος δεν φοβάται την έρευνα και τον έλεγχο. Αντιθέτως, τα επιδιώκει. Διότι μόνο έτσι θα καθαρίσει το όνομά του και θα εξαφανισθεί κάθε σκιά.

Δεν γίνεται να βρίσκεται κάποιος σε θέση ευθύνης (όπως αυτή του γενικού διευθυντή υπουργείου) και να απαιτεί ασυλία επειδή “καταδιώκεται”. Όχι. Το τίμημα της δημόσιας θέσης είναι η αυστηρή λογοδοσία. Όπως έπρεπε να κριθεί ενώπιον δικαστηρίου ο Κατσουνωτός, έτσι πρέπει να κριθεί και η Αριστοτέλους μέσα από την πλήρη διερεύνηση της υπόθεσης.

Στη δήλωσή της την οποία κατέθεσε στην Αστυνομία όταν κρίθηκε για ανάκριση ως ύποπτη, ανέφερε ότι έχει εμπιστοσύνη στη Δικαιοσύνη αλλά όχι σε κάποια μέλη του αστυνομικού σώματος. Εκείνη που θα αποφανθεί, όμως, είναι η Δικαιοσύνη. Αν την εμπιστεύεται, οφείλει να διευκολύνει τη διαδικασία.

Η κοινωνία δεν αντέχει άλλο ένα κεφάλαιο σκοτεινών υπαινιγμών, προσωπικών επιθέσεων, πολιτικής προστασίας και θεσμικής μιζέριας. Πρέπει κάποτε να ειπωθούν τα πράγματα με το όνομά τους. Δεν γίνεται το δημόσιο συμφέρον να ποδοπατείται από κάποιους, που το επικαλούνται για να αρχειοθετούν υποθέσεις κατά το δοκούν. Δεν γίνεται, παράλληλα, να βαφτίζεται η διερεύνηση ευθυνών “ανθρωποφαγία”. Ούτε η απόπειρα συγκάλυψης “σεβασμός στους θεσμούς”.

Η υπόθεση των Φυλακών δεν είναι φανταστική. Είναι αρρωστημένη πραγματικότητα. Που κρατά την Κυπριακή Δημοκρατία όμηρο μιας επικίνδυνης παθογένειας. Για να υπάρξει ελπίδα θεραπείας, πρέπει -επιτέλους- όλοι ανεξαιρέτως οι ευρισκόμενοι σε οποιοδήποτε δημόσιο αξίωμα να αντιληφθούν ότι οφείλουν να αποδέχονται τον έλεγχο των πράξεων τους. Στο φως και όχι στα παρασκήνια. Όποιος είναι αθώος θα αποδεικνύεται μέσα από απόλυτα διαφανή διαδικασία.

Διαφορετικά, εσαεί θα παρακολουθούμε τη μια πλευρά να φωνάζει για “σκευωρία” και την άλλη για “συκοφαντία”. Οι θεσμοί, όμως, θα συνεχίζουν να σέρνονται στα πατώματα. Και η Netflix θα συνεχίσει να μας διαπομπεύει γυρίζοντας τον ένα κύκλο μετά τον άλλο με τίτλο: The Cyprus Fiasco!