Ο Γιάννης Αντετοκούνμπο, όπου κι αν πάει, όπου κι αν βρεθεί, όπου και αν παίξει μπάσκετ, δεν παραλείπει, όχι από υποχρέωση αλλά από ανάγκη να δηλώνει πόσο περήφανος είναι που γεννήθηκε, και είναι Έλληνας.

Ταυτόχρονα όμως, δεν ξεχνά ούτε και αποκόπτεται από τις αφρικανικές του ρίζες. Οι γονείς του ήρθαν το 1991 ως μετανάστες στην Ελλάδα από τη Νιγηρία, για ένα καλύτερο μέλλον. Εκεί, ευκαιρίες δεν υπήρχαν. Ιδίως για τους φτωχούς.

Όπως διαβάζουμε στην Wikipedia (που στην αρχή την απορρίπταμε διότι δεν ξέραμε «ποιοι είναι αυτού που γράφουν» – και τώρα δεν ξέρουμε, αλλά από τις πηγές που αναφέρει, είναι όλες αξιόπιστες. Εργάζονται εκεί και συνεισφέρουν σε αυτήν, πολλοί σημαντικοί φιλόλογοι, ιστορικοί και λεξικογράφοι), ο πατέρας του Αντετοκούνμπο ήταν πρώην επαγγελματίας ποδοσφαιριστής στη Νιγηρία. Η μητέρα του αθλήτρια του άλματος εις ύψος.

Όλα τα παιδιά της οικογένειας που γεννήθηκαν στην Ελλάδα πήραν ένα ελληνικό κι ένα νιγηριανό όνομα. Το νιγηριανό όνομα του Γιάννη είναι «Ούγκο». Γεννήθηκε στη συνοικία του Ζωγράφου. Δημοφιλής περιοχή για φοιτητές, αφού είναι κοντά εκεί μεγάλες πανεπιστημιουπόλεις. Ήταν και πολλοί Κύπριοι στα πέριξ. Στη συνέχεια, όμως, μετατοπίστηκαν και προς Αμπελοκήπους.

Έως τα 18 του χρόνια, ο Γιάννης ήταν αυτό που λέμε «σκορποχώρι». Δεν είχε επίσημα έγγραφα και δεν ήταν πολίτης ούτε της Ελλάδας ούτε της Νιγηρίας. Μεγάλωσε στη συνοικία των Σεπολίων στην περιοχή των Κάτω Πατησίων. Δύσκολες συνθήκες διαβίωσης, με τους γονείς, λαθραίους, να είναι σε συνεχή αναζήτηση εργασίας. Πάντοτε του ποδαριού…

Μαζί με τον αδελφό του Θανάση, έβγαζαν το χαρτζιλίκι τους πουλώντας γυαλιά ηλίου, τσάντες και ρολόγια στις υπαίθριες αγορές.

Ξεκίνησε να ασχολείται με το μπάσκετ το 2007 και έως το 2009 έπαιζε πλέον επαγγελματικά για την ομάδα εφήβων του Φιλαθλητικού, όπου ο Θανάσης και ο Κώστας ξεκίνησαν, επίσης, να παίζουν αργότερα, ενώ ο αδερφός τους, Φράνσις πίσω στη Νιγηρία έγινε επαγγελματίας ποδοσφαιριστής.

Όλοι διαπρέπουν τώρα. Χάρη, κυρίως, στους αγώνες των γονέων τους. Που, παρά τη φοβερή τους φτώχεια, τους μεγάλωσαν με αρχές. Τις οποίες ακόμα τηρούν.

Στην ιδιωτική του ζωή ο Γιάννης, όπως και όλα τα αδέρφια του, απολαμβάνει τους καρπούς των αγώνων και των κόπων του. Έχει εκτοξευθεί. Αλλά πάντα πατάει γερά στο χώμα. Αυτό, επάνω στο οποίο έπαιζε μικρός, ξυπόλυτος, στο Λάγος…

Επίμετρον ντροπής: Μετά τον νικηφόρο αγώνα της Εθνικής Ελλάδος εναντίον του Ισραήλ, ο αθλητικός συντάκτης, Νίκος Παπαδογιάννης, που ειδικεύεται, υποτίθεται, στους αγώνες μπάσκετ, έσπευσε να πάρει μια δήλωση από τον προπονητή μας Βασίλη Σπανούλη. Και η πρώτη του ερώτηση ήταν η εξής:

«Βασίλη, θα σου κάνω την ερώτηση που δεν μπορώ να αποφύγω. Το ματς έχει μια ιδιαίτερη φόρτιση λόγω της κατάστασης στην Παλαιστίνη». Ο προπονητής του απάντησε όπως έπρεπε ότι «δεν θέλω να μιλήσω για αυτό, μόνο για το μπάσκετ, αυτό είναι στο μυαλό μας και πώς θα κερδίσουμε αύριο το παιχνίδι».

> Όοοοχι! Ο επαναστάτης δημοσιογράφος ήθελε από τον Έλληνα κόουτς, εκεί μέσα στα αποδυτήρια, να του πει για τον πόλεμο του Ισραήλ στη Γάζα…

Πάμε και σε άλλο ωραίο τώρα:

Γιάννης Λοβέρδος, 66, δημοσιογράφος, βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας και υφυπουργός Εξωτερικών. Μιλώντας για την ακρίβεια σε όλα στην Ελλάδα –ενοίκια, τρόφιμα, εστίαση, υπηρεσίες, καύσιμα, ηλεκτρισμό, τηλεφωνία κ.λπ.– αισθάνθηκε την ανάγκη να πει αυτό: «Κι εγώ ζω μόνο με τη βουλευτική αποζημίωση». Η οποία, ειρήσθω εν παρόδω, είναι 7.000 ευρώ τον μήνα.

«Πρώτα γοητεύεις τους ανόητους, μετά φιμώνεις τους έξυπνους» – ρήση του σπουδαίου Βρετανού φιλόσοφου και μαθηματικού, Μπέρτραντ Ράσελ.

Η πιο γνωστή ρήση του, όμως, είναι αυτή: «Οι άνθρωποι γεννιούνται αδαείς, όχι ηλίθιοι. Ηλίθιοι γίνονται από την εκπαίδευση. Δεν είναι αυτό που πιστεύει ο άνθρωπος της επιστήμης ότι τον διακρίνει, αλλά το πώς και γιατί το πιστεύει».