Η συζήτηση για την εθελοντική στράτευση γυναικών στην Κύπρο αναζωπυρώνει ένα παλιό, αλλά πάντα επίκαιρο, ερώτημα: ποιο είναι το όριο της ισότητας όταν αυτή συγκρούεται με τον καταναγκασμό;

Από τη μια, η πρόταση για θεσμοθέτηση εθελοντικής θητείας αντανακλά μια λογική σύγκλισης με τις κοινωνικές εξελίξεις. Η Κύπρος δεν είναι πλέον η κοινωνία του ’60 ή του ’70. Οι γυναίκες συμμετέχουν ενεργά σε όλους τους τομείς του δημόσιου βίου – από την πολιτική μέχρι τις ένοπλες δυνάμεις. Η εθελοντική στρατιωτική υπηρεσία μπορεί να λειτουργήσει ως εργαλείο ενίσχυσης της ισότητας, προσφέροντας τη δυνατότητα σε γυναίκες που το επιθυμούν να εκπαιδευτούν, να υπηρετήσουν και να αναλάβουν ρόλους υψηλής ευθύνης.

Από την άλλη, η επιλογή του εθελοντισμού και όχι της υποχρεωτικής θητείας, θέτει υπό αμφισβήτηση το κατά πόσο το κράτος επιδιώκει ουσιαστική ισότητα ή απλώς ένα συμβολικό μέτρο. Οι άνδρες εξακολουθούν να υφίστανται τη στρατιωτική υποχρέωση, με όλες τις κοινωνικές και επαγγελματικές συνέπειες που αυτή συνεπάγεται, ενώ οι γυναίκες θα έχουν τη δυνατότητα επιλογής. Αυτό το χάσμα, όσο κι αν επιχειρείται να καλυφθεί με τον μανδύα της «αρχής της ελευθερίας», στην πραγματικότητα υπονομεύει την ισότητα που υποτίθεται ότι προωθεί.

Υπάρχει επίσης το ζήτημα της στρατιωτικής αποτελεσματικότητας. Η Εθνική Φρουρά αντιμετωπίζει διαχρονικά προβλήματα επάνδρωσης. Η εθελοντική στράτευση γυναικών μπορεί να συμβάλει στη μερική ανακούφιση του προβλήματος, αλλά δεν συνιστά λύση και σίγουρα δεν αποτελεί πανάκεια. Χωρίς θεσμικές μεταρρυθμίσεις στη δομή, στην τεχνολογία και στον επαγγελματικό προσανατολισμό του στρατεύματος, η εθελοντική παρουσία γυναικών θα λειτουργήσει περισσότερο ως «παράσημο προόδου» παρά ως ουσιαστικό βήμα εκσυγχρονισμού.

Η κοινωνία οφείλει να απαντήσει με ειλικρίνεια: επιθυμούμε ισότητα στις υποχρεώσεις ή εφαρμογή ενός καθεστώτος διαφοροποίησης που βαφτίζεται επιλογή; Αν η ισότητα είναι στόχος, τότε η συζήτηση δεν μπορεί να εξαντλείται στην εθελοντική θητεία. Χρειάζεται ένας συνολικός επαναπροσδιορισμός του ρόλου της άμυνας, της διάρκειας της θητείας και της στρατιωτικής κουλτούρας. Η εθελοντική στράτευση γυναικών, όσο κι αν προβάλλεται ως βήμα εκσυγχρονισμού, είναι στην πραγματικότητα μια ημίμετρη απάντηση. Το στοίχημα για την Κύπρο δεν είναι να μοιράσει απλώς «δικαιώματα επιλογής», αλλά να διαμορφώσει έναν θεσμό άμυνας που να ανταποκρίνεται στις αρχές της ισότητας και της κοινωνικής δικαιοσύνης, αλλά και στις ανάγκες της σύγχρονης στρατηγικής πραγματικότητας. Η κυβέρνηση, επιλέγοντας την εθελοντική θητεία γυναικών, αποφεύγει την ουσία. Ούτε αντιμετωπίζει το πρόβλημα της ισότητας, ούτε λύνει τα διαχρονικά ζητήματα στελέχωσης της Εθνικής Φρουράς. Η στράτευση δεν μπορεί να είναι «δικαίωμα» για τους μεν και «υποχρέωση» για τους δε. Αν η ισότητα αποτελεί πραγματική αξία, τότε η πολιτεία οφείλει είτε να θεσπίσει καθολική στρατιωτική υποχρέωση είτε να προχωρήσει στη δημιουργία ενός πλήρως επαγγελματικού στρατού.

Εν κατακλείδι θα έλεγε κανείς ότι η πρόταση για εθελοντική στράτευση γυναικών είναι πολιτικά βολική, αλλά στρατηγικά ατελέσφορη. Δημιουργεί την ψευδαίσθηση εκσυγχρονισμού, χωρίς να προσφέρει ουσιαστική ισότητα και δίχως να ενισχύει την άμυνα της χώρας. Σε μια περίοδο που η Κύπρος χρειάζεται καθαρές απαντήσεις, δεν μπορούμε να αρκεστούμε σε ημίμετρα. Η ισότητα στις υποχρεώσεις ή η πλήρης μεταρρύθμιση του στρατεύματος είναι οι μόνες έντιμες επιλογές.

panayiota.charalambous@phileleftheros.com