Το πιο παράξενο και εντυπωσιακό αντικείμενο στη σάλα της κυρίας Νίτσας, που προκαλούσε μεγάλη εντύπωση και θαυμασμό στους καλεσμένους ήταν ένα γλυπτό-σταχτοδοχείο το οποίο αναπαριστούσε τη μορφή μιας Αφρικανής. Σκαλισμένο από έβενο, σχεδόν ένα μέτρο ύψος, είχε επάνω του ενσωματωμένο ένα μπρούντζινο σταχτοδοχείο όπου έσβηναν τα τσιγάρα τους οι άντρες σε μια γιορτή, όταν η οικοδέσποινα άνοιγε τη μεγάλη σαλοτραπεζαρία. Όμοιό του δεν υπήρχε σε κανένα σπίτι και τα παιδιά το περιεργάζονταν με περιέργεια αλλά και με φόβο αφού ήταν τόσο ρεαλιστικό και η ματιά του τόσο ικετευτική που σε παρακαλούσε να το ελευθερώσεις από το φορτίο στο κεφάλι αλλά και τη βάση του.

Κατά τη διάρκεια ενός κοκτέιλ πάρτι οι καλεσμένοι εναπόθεταν σ’ αυτό τα τσιγάρα τους, μέχρι να καταβροχθίσουν ένα καναπεδάκι ή να ρουφήξουν λίγο από το ουίσκι τους. Μέσα από τους καπνούς που τύλιγαν το κεφάλι της, η εβένινη γυναικεία μορφή φάνταζε ακόμη πιο εξωτική αλλά και μυστηριακή. Η Αναστασία μάλιστα η οποία είχε απέραντη φαντασία και ως μεγαλύτερη, υποκινούσε τα μικρότερα παιδιά στα παιχνίδια και στις επαναστάσεις, επιβεβαίωσε πως άκουσε ένα βράδυ τη γυναίκα σταχτοδοχείο να μιλάει και να εκλιπαρεί:

-Λυπηθείτε με, είμαι η Kizzy ελευθερώστε με…

Ήταν η εποχή που όλο το νησί, μικροί και μεγάλοι καθηλώνονταν τα βράδια μπροστά από την τηλεόραση όταν μεταδιδόταν η θρυλική σειρά Kunta Kinte, η ιστορία ενός Αφρικανού ο οποίος πουλήθηκε στα σκλαβοπάζαρα και τον έστειλαν μέσα στο αμπάρι του πλοίου στην Αμερική. Εκεί απόκτησε μια κόρη την Kizzy, μα του την πήραν πουλώντας την σκλάβα σ’ ένα αγρόκτημα στο Βορρά.

Τα βασανιστήρια, οι κακουχίες και ο εξευτελισμός στα οποία υπόκειντο οι Αφρικανοί σκλάβοι που αιχμαλωτίστηκαν με τη βία και πουλήθηκαν σαν εμπορεύματα στα σκλαβοπάζαρα δεν άφηναν ούτε μικρό ούτε μεγάλο ασυγκίνητο στην τηλεοπτική σειρά, Kunta Kinte. Τα παιδιά ακόμη περισσότερο που έβλεπαν την Kizzy-γλυπτό να κακοποιείται από τους άντρες που έσβηναν αποτσίγαρα στο κεφάλι της.

Έπρεπε να δράσουν και να την απελευθερώσουν κι ας στενοχωριόταν πολύ η κυρία Νίτσα η γειτόνισσα για το δώρο που της κουβάλησε από τη Ροδεσία η ξαδέλφη της. Της είπαν μάλιστα πως την είδαν να δακρύζει και να παρακαλεί για την ελευθερία της. Μα η γειτόνισσα γέλασε και καθησύχασε τα παιδιά λέγοντας τους πως είναι το ίδιο αληθινή όσο και οι κούκλες και τα αρκουδάκια, όσο και οι μάγισσες και οι καλές νεράιδες, οι πριγκίπισσες, τα τέρατα κι οι γοργόνες των παραμυθιών.
-Μα να μας πει πως τα παραμύθκια ένεν αληθινά;

Αυτό μεγάλωσε τις αμφιβολίες της Αναστασίας και τις προσπάθειές της να καταστρώσουν ένα σχέδιο για να γλυτώσουν την Κizzy-σταχτοδοχείο από τη φυλακή και το βασανιστήριο της πυράς το οποίο έπρεπε να υποστεί κατά τη διάρκεια μιας γιορτής. Έτσι, μια Κυριακή που η κυρία Νίτσα ήταν στην εκκλησία και ο σύζυγος διάβαζε την εφημερίδα του στην πίσω βεράντα, άνοιξαν τα παιδιά τους την απαγορευμένη πόρτα της σαλοτραπεζαρίας και παραβιάζοντας το άβατο, τοποθέτησαν το γλυπτό σε μια παιδική αμαξούδα σπρώχνοντάς το ως την απάνω γειτονιά και αφήνοντας το κάτω από το γεφυράκι. Ελεύθερη πια η Kizzy θα μπορούσε να σμίξει με την οικογένειά της.

Όταν την καθιερωμένη μέρα μπήκε η κυρία Νίτσα να ξεσκονίσει και να αερίσει το κλειστό σαλόνι, ειδοποίησε αμέσως τον άντρα της στη δουλειά.

-Βούρα τζαι εμπήκαν κλέφτες σπίτι!

Μα ούτε τα κοσμήματα στο ερμάρι, τα χρήματα κάτω από το στρώμα ή τα ασημικά έλειπαν. Ήταν όλα στη θέση τους, εκτός από το εβένινο γλυπτό. Όταν τα παιδιά της επέστρεψαν το μεσημέρι από το σχολείο ομολόγησαν την πράξη τους. Έτρεξαν οι γονείς στο γεφυράκι, μα η Kizzy άφαντη. Να την πήρε το ρέμα ή κάποιος περαστικός στο σπίτι του;

Ο κύριος Νίκος έβαλε ανακοίνωση στη νησιώτικη εφημερίδα πως χάθηκε ξύλινο γλυπτό Αφρικανής και θα δοθεί αμοιβή σε όποιον το παραδώσει.

-Μεν φοάσαι, ο τόπος μας τόσος ένει. Κάποιος εν να το δει στο σπίτι που το έχουν τζαι τζαι εν να μας τηλεφωνήσει.

Κανείς όμως δεν ξανάδε το γλυπτό-σταχτοδοχείο της Kizzy από τη Ροδεσία το οποίο αντικαταστάθηκε με ένα άλλο, αγορασμένο από του Χρ. Π. Μιχαηλίδη. Ένας κίονας με μπρούτζινο λιοντάρι που σκύβει να πιει νερό από ένα σταχτοδοχείο. Όσοι από την παλιά γειτονιά σκύβουν να πιούν νερό από την πηγή της μνήμης, θυμούνται την ξύλινη Αφρικανή και το μπρούντζινο λιονταράκι που έβλεπαν μέσα από καπνούς στις μεγάλες γιορτές όταν μαζεύονταν μικροί και μεγάλοι στο σαλόνι της κυρίας Νίτσας με τα Limoges, τα κρύσταλλα Βοημίας και τα ασημικά.

Την εποχή που ήταν παιδιά είχαν το ύψος της Kizzy και έβλεπαν τους μεγάλους από τα κάτω προς τα πάνω, μοιάζοντας σαν γίγαντες στα μάτια τους. Τότε που η φαντασία τους ήταν τόσο μεγάλη και δυνατή που νόμιζαν πως μπορούσαν να ζωντανέψουν τα άψυχα γλυπτά, να μετατρέψουν μια κολοκύθα σε άμαξα, να σταματήσουν ακόμη και πολέμους και γενοκτονίες.