Δίπλα στο μπρουταλιστικό οικοδόμημα του Δημαρχείου του Τελ Αβίβ, υπάρχει ένα σεμνό μνημείο το οποίο το προσέχει κανείς περισσότερο από τις σημαίες που κυματίζουν δίπλα του, παρά από το μέγεθός του. 

Δεκαέξι ανισομερείς αλλά και ανισόπεδες πέτρες από βασάλτη, ένα εκρηξιγενές πέτρωμα από βασαλτική λάβα, από το βόρειο Ισραήλ, ατάκτως ερριμένες, συμβολίζουν τις πληγές στην ψυχή του έθνους καθώς, τόσοι ήταν και οι κάλυκες οι οποίοι βρέθηκαν συνολικά στο σημείο εκείνο. 

Το σημείο όπου, πριν από τριάντα χρόνια, σαν σήμερα, έπεφτε νεκρός ο πρωθυπουργός του Ισραήλ, Γιτζχάκ Ραμπίν. Ο δολοφόνος του, Γιγκάλ Αμίρ, ένας ακροδεξιός φοιτητής νομικής συνελήφθη και εκτίει ποινή ισόβιας κάθειρξης, συν οκτώ χρόνια για προδοσία. Για τον Ραμπίν όμως ήταν πλέον αργά.  Παρότι μόνο τρεις σφαίρες έπληξαν τον Πρωθυπουργό και άλλη μία από θαύμα δεν σκότωσε τη σύζυγό του τραυματίζοντάς την, ο Ραμπίν  εξέπνευσε μία ώρα αργότερα στο νοσοκομείο από αιμορραγικό σοκ και διάτρηση σπλήνας και θώρακα. Ήταν ο πρώτος και τελευταίος Πρωθυπουργός του Ισραήλ ο οποίος δολοφονήθηκε και, τρεις δεκαετίες μετά, εκείνο το βράδυ της 4η Νοεμβρίου 1995, στοιχειώνει ακόμα την ισραηλινή κοινωνία.

Η γενική εντύπωση που έχει μένει έκτοτε στον έξω κόσμο για τη δολοφονία είναι ότι, ένας ακροδεξιός αποφάσισε να σκοτώσει τον Ραμπίν για την «προδοσία» των Συμφωνιών του Όσλο. Όμως η αλήθεια είναι πολύ πιο μεγάλη από τη στενή αυτή ανάμνηση εκείνης της τραγικής ημέρας.

Η αλήθεια είναι πως η ισραηλινή κοινή γνώμη ήταν βαθιά διχασμένη και για πρώτη φορά το κλίμα ήταν τόσο εμφυλιακό στα 47 – τότε – χρόνια από την ίδρυση του Ισραήλ. Για την ακρίβεια οι δημοσκοπήσεις έδειχναν πως, οι αντιτιθέμενοι στις Συμφωνίες του Όσλο ήταν περισσότεροι από τους υποστηρικτές έστω και με μικρή διαφορά.

Για το (ελαφρώς) μεγαλύτερο μέρος της ισραηλινής κοινωνίας, το Όσλο έκανε πολλές και ριψοκίνδυνες παραχωρήσεις στους Παλαιστινίους, για χάρη της ειρήνης. Αυτό που φόβιζε περισσότερο τους Ισραηλινούς ήταν ότι τα πέντε κρίσιμα ζητήματα, κυρίως το θέμα της Ιερουσαλήμ, θα έμπαιναν σε διαπραγμάτευση και μάλιστα με καταληκτικό ορίζοντα το 1999.

Η δημόσια τοποθέτηση του Ραμπίν ότι θα διαπραγματευόταν την Ιερουσαλήμ ξύπνησε πικρές μνήμες καθώς η πόλη ήταν μοιρασμένη από το 1948 μέχρι το 1967 και βρισκόταν, αυτό το διάστημα υπό ιορδανική κατοχή. 

Οι Άραβες δεν επέτρεπαν στους Εβραίους να επισκεφθούν τους δικούς τους ιερούς χώρους. Όταν οι Ιορδανοί κατέλαβαν εκείνο το μεγάλο τμήμα της πόλης, κατέστρεψαν τις συναγωγές και ότι άλλο ανήκε σε Εβραίους. 

Ο Πόλεμος του 1967, όπως και όλες οι ένοπλες συγκρούσεις ανάμεσα στα δύο μέρη είχαν ξεκινήσει από τους Άραβες. Και τους έχασαν όλους. Τα περί επιστροφής στα σύνορα του 1967 αργότερα εφευρέθηκαν για να διεκδικηθεί μέσω συνομιλιών ότι είχε χαθεί στον Πόλεμο ο οποίος κατήργησε τα σύνορα του 1967. Όμως ο εφιάλτης της διαίρεσης της Ιερουσαλήμ ζούσε ακόμα στο μυαλό των περισσότερων Ισραηλινών και κανείς δεν μπορούσε και ακόμα δεν μπορεί να καταλάβει γιατί έπρεπε να επανέλθει στην προτέρα κατάσταση .

Η δολοφονία Ραμπίν διαπράχθηκε λίγο μετά το ογκώδες συλλαλητήριο το οποίο διοργάνωσε ο Πρωθυπουργός και οι υπέρ του Όσλο, ως απάντηση στα εξίσου ογκώδη συλλαλητήρια της αντιπολίτευσης υπό τον Νετανιάχου στην Ιερουσαλήμ. Αυτό δεν σήμαινε βέβαια ότι οι οπαδοί της αντιπολίτευσης ήταν υπέρ της δολοφονίας. Το κλίμα όμως ήταν τόσο οξυμένο και τα συλλαλητήρια του Νετανιάχου γεμάτα οργή για τον Ραμπίν . Άλλωστε, ο Νετανιάχου, κατηγορήθηκε από τη χήρα του Ραμπίν στην κηδεία του ότι δεν έκανε όσα θα έπρεπε.

Η δολοφονία Ραμπίν αλλά και οι πληγές που είχε αφήσει αμέσως πριν το Όσλο η πρώτη ιντιφάντα εκτόξευσε τα ποσοστά των Ισραηλινών υπέρ της ειρήνης από το 46%-48% στο 58%-60%. Αυτό όμως δεν έμελλε να κρατήσει για πολύ, καθώς ένα κύμα τρομοκρατικών επιθέσεων από Παλαιστινίους, με στόχο λεωφορεία αλλά και πολίτες στο δρόμο, τριάντα στο σύνολο, έριξε στα τάρταρα την ελπίδα για ειρήνη ενώ, οδήγησε και στην άνοδο του Βενιαμίν Νετανιάχου στην εξουσία.

Ό,τι είχε απομείνει από το όραμα του Ραμπίν, τινάχτηκε στον αέρα μετά το ναυάγιο στο Κάμπ Ντέιβιντ 2000,. Εκεί, παρότι μέχρι σήμερα είναι αμφίβολο εάν είχε την στήριξη της πλειοψηφίας στο Ισραήλ για αυτό, Ο Εχούντ Μπαράκ πρότεινε την επιστροφή του 92% της γης την οποία διεκδίκησαν οι Παλαιστίνιοι συν εδάφη κοντά στη Γάζα ως αντιστάθμισμα.

Ο Γιασέρ Αραφάτ, ισχυριζόμενος (όπως ο ίδιος ο Μπιλ Κλίντον κατάθεσε) ότι δεν είχε δοθεί χάρτης και εγγυήσεις στους Παλαιστινίους απέρριψε την πρόταση έφυγε και κήρυξε τη δεύτερη ιντιφάντα, μια τρομοκρατική εκστρατεία απείρως χειρότερη της Πρώτης, με περίπου 25,000 επιθέσεις. Αναλυτικά: 138 επιθέσεις αυτοκτονίας, 15,000 επιθέσεις με πυροβολισμούς, 1,200 μαχαιρώματα, 1,500 εκρήξεις βομβών σε αυτοκίνητα, 2,800 επιθέσεις με πυραύλους από τη Γάζα και 30 απαγωγές και λιντσαρίσματα. 

Νεκροί 3,500 Παλαιστίνιοι από τα πυρά του IDF και αλλά και λόγω των επιθέσεων και 1,000 Ισραηλινοί, οι 780 πολίτες.

Παρενθετικά: Το υψωμένα κόκκινα χέρια τα οποία οι ορδές των χρήσιμων ηλιθίων της Δύσης νομίζουν ότι συμβολίζουν την αιματοχυσία εις βάρος των Παλαιστίνιων είναι – έκτοτε – ένα σύμβολο μίσους. Καθιερώθηκε  όταν δύο έφεδροι του Ισραήλ, ο Βαντίμ Νόρζιτς και ο Γιόσεφ Αβρααμί μπήκαν (στις 12/10/2000) κατά λάθος σε περιοχή ελεγχόμενη από τους Παλαιστινίους στη Ραμάλα, σε μια από τις χειρότερες φάσεις συγκρούσεων οι οποίες είχαν στοιχίσει τη ζωή σε αρκετούς Παλαιστίνιους ανάμεσά τους και παιδιά. Οδηγήθηκαν σε αστυνομικό σταθμό όπου ο φωτογράφος Αζίζ Σάλχα και άλλοι συνεργοί του τους λίντσαραν. Ο Σάλχα ο οποίος εξοντώθηκε στη Γάζα πέρσι τον Οκτώβρη έδειξε τα ματωμένα από το αίμα των δύο νεκρών χέρια του στον κόσμο που ζητωκραύγαζε από κάτω. Στην συνέχεια τα διαμελισμένα σώματα των νεκρών σύρθηκαν στους δρόμους της Ραμάλα. 

Στην πραγματικότητα το ζήτημα στο Καμπ Ντέηβιντ του 2000 ήταν πως ο Αραφάτ επέμενε να τους «επιστραφεί» – διότι στο διάστημα 1948-1967 ήταν έδαφος κατεχόμενο από την Ιορδανία και δεν έμπαινε ζήτημα ανεξαρτησίας 0 το σύνολο όσων είχαν χάσει με τον Πόλεμο του 1967 ο οποίος στόχο είχε την καταστροφή του Ισραήλ όπως και εκείνος του 1948.

Το Ισραήλ δεν συζήτησε και ούτε πρόκειται πια να συζητήσει ζήτημα Ιερουσαλήμ, πόσω δε μάλλον όταν ο Αραφάτ, πέρα από τα… 30 δισεκατομμύρια δολάρια για αποζημιώσεις σε όσους έφυγαν ή εκδιώχθηκαν στους δύο πολέμους που εκείνοι ξεκίνησαν, ζητούσε να περάσει ολόκληρο το ιερότερο όλων για τους Εβραίους όρος του ναού αλλά και το ίδιο το Δυτικό Τείχος στο έλεγχο των Παλαιστινίων, με πλήρη κυριότητα. 

Σήμερα, ειδικά και μετά την 7η Οκτωβρίου, μόλις το 10% των Ισραηλινών λέει πως εμπιστεύεται σε κάποιο βαθμό τους Παλαιστίνιους. 

Ο Αραφάτ έθαψε ολοκληρωτικά πριν φύγει το όποιο όραμα μπορεί να υπήρχε για ειρήνη με τη αποχώρησή του και τη δεύτερη ιντιφάντα. Η διαφθορά της Παλαιστινιακής Αρχής χάρισε τον κόσμο της στη Χαμάς και τους άλλους τρομοκράτες, ενώ η βία, η τρομοκρατία εδραίωσαν το φόβο και την απόρριψη λύσης σε αυτή τη λογική και οδήγησαν τους Ισραηλινούς σε άλλα μονοπάτια. Ο εποικισμός πολύ πέραν των ορίων της «φυσικής ανάπτυξης» που συζητείτο τότε ήταν το κεράσακι στην τούρτα.  

Όταν δολοφονήθηκε ο Ραμπίν το 48% υπέρ της λύσης δύο κρατών. Σήμερα μόνο το 20% σ’ αυτήν. Το Όσλο και η κληρονομιά του Ραμπίν παραμένουν ζητήματα που διχάζουν περισσότερο από όσο ενώνουν την ισραηλινή κοινωνία.

Κυρίως ελλείψει απαντήσεων για το τι ήταν τελικά.