Στην Κύπρο έχουμε ένα ιδιαίτερο ταλέντο: Αντέχουμε να περιμένουμε πράγματα που δεν συμβαίνουν ποτέ. Περιμένουμε λύση στο Κυπριακό, εξυγίανση στο ποδόσφαιρο, κάθαρση στη δικαιοσύνη… Ανάλογη υπομονή δείχνουμε και στον ανασχηματισμό της Κυβέρνησης. Πού εδώ και καιρό αφήνεται να διαρρεύσει ότι μελετάται αλλά ο καιρός περνά και δεν τον βλέπουμε. Το ίδιο σκηνικό παρακολουθήσαμε και στον πρώτο ανασχηματισμό της Κυβέρνησης. Ανάλογο παρακολουθούμε και τώρα.
Κι όσο ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης «ζυγίζει», «αξιολογεί» και «προγραμματίζει», η εικόνα της κυβέρνησης βυθίζεται σε μια επικίνδυνη στασιμότητα. Δεν είναι απλώς θέμα επικοινωνίας. Είναι θέμα λειτουργίας του κράτους και πολιτικής αξιοπιστίας. Διότι όταν ο ίδιος ο Πρόεδρος αφήνει μήνες να περνούν χωρίς να αποφασίζει, περνά το μήνυμα της αναποφασιστικότητας. Και στην πολιτική, η αναποφασιστικότητα είναι χειρότερη από το λάθος. Αυτό (το λάθος) όταν συμβεί μπορεί να διορθωθεί αμέσως. Η αναποφασιστικότητα, όμως, δεν διορθώνει κανένα λάθος. Απλώς, επιτρέπει να παραλύσουν πολλά. Με ό,τι κάτι τέτοιο συνεπάγεται.
Ο ανασχηματισμός δεν είναι αυτοσκοπός. Είναι εργαλείο επανεκκίνησης. Όταν όμως καθυστερεί τόσο, μετατρέπεται σε σύμπτωμα δυστοκίας. Όλοι γνωρίζουν ότι υπάρχουν υπουργοί που έχουν εξαντλήσει τα αποθέματα αξιοπιστίας και αποτελεσματικότητας. Υπουργοί που λειτουργούν περισσότερο ως «θεσμικές σκιές» παρά ως κινητήριες δυνάμεις. Κι όμως, παραμένουν. Γιατί; Επειδή κανείς δεν θέλει να τους στενοχωρήσει; Επειδή ο Πρόεδρος φοβάται τη δυσαρέσκεια των κομματικών στηρίξεων; Ή μήπως, επειδή υπάρχει δυσκολία εξεύρεσης καλύτερων, όπως η αναβλητικότητα επιτρέπει σε κάθε καχύποπτο να σκεφτεί.
Εν τω μεταξύ, ολόκληρο το υπουργικό συμβούλιο ζει σε καθεστώς αγωνίας. Ποιος φεύγει; Ποιος μένει; Ποιος αλλάζει χαρτοφυλάκιο; Είναι μια παράλυση εξουσίας, όπου όλοι υποψιάζονται, κανείς δεν αποδίδει, και κανείς δεν αισθάνεται σίγουρος. Αυτό, σε μια χώρα με τόσο εύθραυστη δημόσια διοίκηση, αναμφίβολα επαυξάνει τα προβλήματα.
Ο Νικόλας Παπαδόπουλος, εκ των προέδρων των συγκυβερνώντων κομμάτων, το είπε με σαφήνεια, και δύσκολα θα μπορούσε να το διατυπώσει καλύτερα: «Αν είναι να γίνει, έπρεπε να γίνει χτες. Διότι σε 40 μέρες η Κύπρος αναλαμβάνει την Προεδρία της ΕΕ. Θα ήταν άδικο και για τους Υπουργούς και για τη χώρα μας να διοριστούν άτομα, τα οποία θα αναλάβουν σημαντικές Επιτροπές στην Ευρωπαϊκή Ένωση και θα καθορίσουν την πολιτική σε σημαντικό επίπεδο και να μην είναι προετοιμασμένοι».
Πράγματι. Σε 40 μέρες η Κύπρος θα βρεθεί στο προσκήνιο της Ευρώπης, με την Προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ. Κι όμως, η κυβέρνηση δείχνει να το υποτιμά. Αν γίνει τώρα ο ανασχηματισμός, οι νέοι υπουργοί θα χρειαστούν εβδομάδες να προσαρμοστούν στα χαρτοφυλάκιά τους και η χώρα θα μπει σε μια κρίσιμη φάση με υπουργούς «εκπαίδευσης ταχείας μορφής».
Αν, πάλι, αναβληθεί για μετά την Προεδρία, τότε ο Πρόεδρος θα σύρει μαζί του τη φθορά, την αδράνεια και τη δυσλειτουργία μερικών υπουργών, που οι ίδιοι οι πολίτες βλέπουν και σχολιάζουν καθημερινά. Για παράδειγμα, όλοι θα θυμηθούν την καταστροφική πυρκαγιά στην ορεινή Λεμεσό. Στο δεύτερο μισό του 2026, καμία αλλαγή υπουργού δεν θα μπορεί να θεωρηθεί ότι αντικατοπτρίζει την απόδοση της όποιας πολιτικής ευθύνης. Βεβαίως, ακόμη και τώρα είναι αργά, αλλά, όπως και να το κάνουμε, άλλο οι τέσσερις μήνες και άλλο οι δέκα ή οι έντεκα. Εκτός και αν το Προεδρικό θεωρεί ότι δεν υπήρχε καμία πολιτική ευθύνη…
Και κάπως έτσι, η υπόθεση «ανασχηματισμός» τείνει να γίνει το κυπριακό γεφύρι της Άρτας. Κάθε εβδομάδα «αναμένεται», κάθε μήνα «ολοκληρώνεται η αξιολόγηση», και κάθε φορά κάτι τον αναβάλλει: Μια περιοδεία, μια επίσκεψη, ένας προβληματισμός περί «κατάλληλου χρόνου». Στο μεταξύ, οι φθαρμένοι υπουργοί παραμένουν στις καρέκλες τους. Τα νέα πρόσωπα περιμένουν στα τηλέφωνα. Και η κυβέρνηση βυθίζεται σε μια σιωπηλή φθορά που δεν χρειάζεται αντίπαλο. Αυτοϋπονομεύεται.
Ο Νίκος Χριστοδουλίδης, που εξελέγη ως ο «Πρόεδρος της αλλαγής», εμφανίζεται εγκλωβισμένος στο φόβο της αλλαγής. Φοβάται ότι οποιαδήποτε κίνηση θα προκαλέσει περισσότερες αναταράξεις απ’ όσες μπορεί να διαχειριστεί; Μα η ακινησία δεν μπορεί να φέρει βελτίωση και πρόοδο. Επαυξάνει τη φθορά με αργό ρυθμό. Όσο αργεί, τόσο πιο δύσκολο είναι να βελτιώσει τη συνολική βαθμολογία της Κυβέρνησης.
Ο ανασχηματισμός τείνει να καταστεί σήμα κατατεθέν της αναποφασιστικότητας που διακρίνει εν πολλοίς τη σημερινή διακυβέρνηση. Στην πολιτική όμως, όπως και στη ζωή, όποιος δεν αποφασίζει, επιτρέπει στις συνθήκες ν’ αποφασίζουν γι’ αυτόν.