Το πρόβλημα της βίας από μερίδα εποίκων, μελών της οργάνωσης Νοάρ Χαγκβαότ, που σημαίνει Νεολαία των Λοφοκορφών, έχει οριστικά ξεφύγει.

Δεν εκπλήσσεται κανείς βέβαια που η υπόθεση αυτή παρουσιάζεται ως «βία εποίκων» (sic) με τρόπο που να δαιμονοποιούνται όλοι, όταν η βία προέρχεται από μία μικρή μερίδα των εποίκων. Οι πλείστοι οδηγούνται στην Ιουδαία (και Σαμάρια) κατά την Ιστορία και τους ίδιους για καθαρά θρησκευτικούς λόγους καθώς εκεί είναι η ιστορική πατρίδα των Ιουδαίων. 

Οι αριθμοί επίσης δείχνουν πως η αναλογία επιθέσεων Παλαιστινίων εναντίον εποίκων είναι πέντε προς μία. Το 2024 ήταν 6,828 επιθέσεις έναντι 1,410 επιθέσεων από εποίκους.

Πού βρίσκεται η διαφορά; Βρίσκεται στη σκανδαλώδη μη διαχείριση από πλευράς του Ισραήλ ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια. Τη μη διαχείριση σε σχέση με τους Εβραίους εξτρεμιστές μόνο βέβαια οι οποίοι εδώ και χρόνια πέρα από την ενθάρρυνση την οποία βρίσκουν και από πολιτικούς κύκλους οι οποίοι υποδαυλίζουν το μίσος και τους χρησιμοποιούν, έχουν αποθρασυνθεί εντελώς. 

Εύκολα δε, μπορεί κανείς να καταλάβει κανείς το γιατί, εάν αναλογιστεί ότι το ποσοστό των περιστατικών τα οποία οδηγούνται στη Δικαιοσύνη βρίσκεται στο 1%.

Το Ισραήλ ειδικά τα τελευταία χρόνια έχει αφήσει να δημιουργηθεί ένα φαινόμενο το οποίο δεν διορθώνεται εύκολα με τις ομάδες της Νοάρ Χαγκβαότ να λειτουργούν ως συμμορίες οι οποίες ασκούν βία κάποτε θανάσιμη. Πλέον επιτίθενται σε όποιον τολμήσει να αντιπαρατεθεί μαζί τους, είτε είναι ο IDF, είτε η Ισραηλινή Αστυνομία, είτε άλλοι έποικοι.

Το πράγμα έχει φτάσει σε τέτοιο σημείο που ακόμα και οι ίδιες οι κοινότητες των εποίκων ζητούν από το κράτος να παρέμβει άμεσα. Μάλιστα έχει ξεκινήσει και συλλογή υπογραφών, καθώς οι κάτοικοι οι οποίοι θεωρούν ότι έχει ξεπεραστεί κάθε όριο ανοχής με επιθέσεις, είτε εναντίον Αράβων γεωργών, είτε και εναντίον εργοστασίων και άλλων επιχειρήσεων (και) Εβραίων όπως τις προάλλες, είτε για εμπρησμούς τζαμιών και άλλες εγκληματικές ενέργειες.

Στο Ισραήλ, εξαιρουμένης μιας μειονότητας ακραίων αλλά και πολιτικών οι οποίοι επενδύουν σ’ αυτούς, η υπομονή με το φαινόμενο έχει εξαντληθεί προ πολλού. Πριν από ένα χρόνο, ο τέως αρχηγός της Shin Bet των μυστικών υπηρεσιών για την εσωτερική ασφάλεια του Ισραήλ, Ρόνεν Μπαρ είχε στείλει επιστολή στο Βενιαμίν Νετανιάχου στην οποία τον έθετε προ τω ευθυνών του και του υποδείκνυε ότι «δεν πρόκειται για έγκλημα διότι είναι χρήση βίας για την δημιουργία εκφοβισμού, για τη διασπορά φόβου». Προσθέτοντας: «Αυτό είναι τρομοκρατία». 

Ο Μπαρ περιέγραφε με μελανά χρώματα την κατάσταση τονίζοντας ότι η δράση αυτών των ομάδων «επεκτάθηκε σημαντικά» ελλείψει επαρκούς αστυνομικής αντίδρασης και με τη συναίνεση ορισμένων πολιτικών ηγετών. 

Έχουν περάσει «από τη χρήση αναπτήρων σε όπλα», έγραψε ο Μπαρ. Η τρομοκρατική εκστρατεία, ανέφερε η επιστολή, είναι «μια μεγάλη κηλίδα για τον Ιουδαϊσμό και για όλους μας».

Η ανάγκη όμως του Βενιαμίν Νετανιάχου να κρατηθεί στην εξουσία, μέσω ακριβώς των ακροδεξιών του εταίρων οι οποίοι είναι στη πρώτη γραμμή της υποκίνησης αυτών των στοιχείων, δεν αφήνει ιδιαίτερες προσδοκίες. Το ότι βρισκόμαστε λιγότερο από ένα χρόνο πριν τις εκλογές του Οκτωβρίου του 2026, κάνει μια τέτοια σκέψη να μοιάζει εγκληματικά αφελής.

Ο Πρόεδρος Χέρτζογκ σε μια συνέντευξη που μου έδωσε στην Ιερουσαλήμ την περασμένη εβδομάδα για το «Φιλελεύθερο» και η οποία θα δημοσιευθεί τις επόμενες μέρες, αναγνώρισε τη σοβαρότητα της κατάστασης. Δεν έχει όμως τη δυνατότητα να παρέμβει άμεσα από το ρόλο του. Μπορεί μόνο να στηρίζει δημόσια τις ενέργειες του Στρατού και όλων όσοι παρενέβησαν και το κάνει από τότε που ανέλαβε – όπως και στην περίπτωση του Ρόνεν Μπαρ.

Υπάρχει βέβαια και η άποψη των δεξιότερα της Δεξιάς, μιλώντας πάντα για όσους δεν υποστηρίζουν αυτές τις θέσεις ξεκάθαρα. Λένε, λοιπόν, πως οι της Νεολαίας των Βουνοκορφών χρειάζονται αποριζοσπαστικοποίηση και επανένταξη στην κοινωνία. Το πρόβλημα είναι πως η πρώτη είναι ουτοπία η δε δεύτερη κάτι περισσότερο, καθώς ποτέ δεν ήταν μέρος της κοινωνίας, έστω της τοπικής. 

Το δε χειρότερο όλων είναι πως πλέον δεν μιλάμε μόνο για «νεολαία». 

Οι πρώτες ομάδες δημιουργήθηκαν το 1996 όταν νέοι ακροδεξιοί έφυγαν από τους οικισμούς και τα σπίτια των γονιών τους για να ζήσουν σε απόμακρες λοφοκορφές σε καραβάνια και να φτιάξουν οικισμούς χωρίς άδεια. Και αυτό έκαναν. 

Όμως ο δεκαοκτάχρονος του 1996, είναι σήμερα 47. Έχουν παιδιά τα οποία μεγάλωσαν σε αυτό το περιβάλλον χωρίς ιδιαίτερη επαφή με το υπόλοιπο Ισραήλ και σε ένα κλίμα ακρότητας και προτροπής στη βία. Και κάποια από τα παιδιά τους έχουν τώρα δικά τους παιδιά.

Και ναι, είναι γεγονός πως οι δολοφονίες εποίκων από Παλαιστινίους είναι και στοχευμένες όπως και απείρως περισσότερες, όπως επίσης και το ότι δεν περιορίζονται στη Δυτική Όχθη αλλά γίνονται και αλλού. Αλλάζει κάτι; 

Ακόμα, γεγονός είναι πως περιπτώσεις δολοφονιών, όπως εκείνη της οικογένειας Νταουάμπσε το 2018, κατά την οποία ένα 18μηνο βρέφος και οι γονείς του κάηκαν ζωντανοί από μολότοφ την οποία πέταξαν οι εξτρεμιστές μέσα στο σπίτι τους ως «αντίποινο» για δολοφονία Εβραίων, οδηγούνται στη Δικαιοσύνη. Ο δράστης της επίθεσης καταδικάστηκε σε τρεις φορές ισόβια και είναι στην φυλακή χωρίς δυνατότητα αποφυλάκισης.

Αμφιβάλλει όμως κανείς πως, όσο λίγες ή λιγότερες και αν είναι, αυτές οι επιθέσεις δεν έχουν καμία λογική και είναι εγκληματικές και τρομοκρατικές πράξεις με ρατσιστικό υπόβαθρο από ομάδες ανθρώπων που κανείς δεν μπορεί να τους δει με κατανόηση, ούτε καν οι ίδιοι οι έποικοι;

Αυτή τη στιγμή θα δυσκολευτεί πολύ κανείς να βρει στο Ισραήλ κάποιον που να το πει έστω και κατ΄ιδίαν. Η ζημιά στην εικόνα των Ισραηλινών οι οποίοι ούτως ή άλλως κατηγορούνται συλλογικά ακόμα και για μεμονωμένες ενέργειες και παρουσιάζονται ως ένα τερατώδες κοινωνικό σύνολο, που κάθε άλλο παρά έτσι είναι είναι τόσο μεγάλη που αυτό το φαινόμενο πολλαπλασιάζει την προκατάληψη και κάνει τη ζωή όσων επενδύουν στα fake news εκτός Ισραήλ απείρως ευκολότερη.

Η συντριπτική λοιπόν πλειονότητα διαφωνεί. Δυστυχώς όμως, η απόφαση μέχρι τις Εκλογές είναι σε χέρια άλλων και όταν έρθουν οι εκλογές το θέμα αναπόφευκτα δεν θα είναι η προτεραιότητα.

Όταν τον Δεκέμβριο του 2011 η Νεολαία των Λοφοκορφών είχε επιτεθεί σε βάση του Στρατού στη Δυτική Όχθη πυρπολώντας οχήματα και εγκαταστάσεις ως αντίποινο για τη διάλυση παράνομων οικισμών από την κυβέρνηση, προκαλώντας σοκ στο Ισραήλ, η κυβέρνηση είχε καταρτίσει σχέδιο δράσης για την καταστολή της βίας τους.

Δεκατέσσερα χρόνια μετά από εκείνα τα γεγονότα τα οποία ο Εχούντ Μπαράκ, υπουργός Άμυνας τότε, είχε αποκαλέσει «εβραϊκή τρομοκρατία», το κακό έχει μεγαλώσει ακόμα περισσότερο. 

Και τότε όπως και σήμερα, Πρωθυπουργός ήταν ο Βενιαμίν Νετανιάχου…