Το τελευταίο δίμηνο η κυπριακή οικονομία τυγχάνει σοβαρής αξιολόγησης από τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μέσα στον Φεβρουάριο έγινε αξιολόγηση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (στην οποίαν κλήθηκαν και διατύπωσαν τις απόψεις τους και οι κοινωνικοί εταίροι), ενώ μέσα στον Μάρτιο ήρθε στην Κύπρο αποστολή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για συναντήσεις στα πλαίσια του 16ου Προγράμματος Μεταμνημονιακής Εποπτείας της Κύπρου. Αυτές οι συναντήσεις γίνονται για σκοπούς αξιολόγησης της οικονομικής και χρηματοπιστωτικής κατάστασης της χώρας. Αυτή η εποπτεία αποτελεί κατάλοιπο της εδώ παρουσίας της Τρόικας, με την οποία η Κυπριακή Δημοκρατία, υπό την προεδρία Δημήτρη Χριστόφια, υπέγραψε το γνωστό Μνημόνιο δανειοδότησης της περιόδου 2013-2016.

Η Κύπρος αυτή την ώρα βρίσκεται σε μεταπρογραμματική εποπτεία, η οποία θα διεξάγεται δύο φορές τον χρόνο, μέχρι και το έτος 2029. Με απλά λόγια, η Τρόικα και οι θεσμοί που τη συναποτελούν δάνεισαν την Κύπρο, που βρέθηκε στα πρόθυρα της χρεοκοπίας την περίοδο 2011-2013 και τώρα, έως το 2029, παρακολουθούν την πορεία της κυπριακής οικονομίας, γιατί δεν έχουν την παραμικρή διάθεση να χάσουν ούτε ένα ευρώ από τα όσα μας έχουν δανείσει. Συνολικά, δόθηκαν στην Κύπρο 6.3 δισ. ευρώ από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας και 950 εκατ. ευρώ από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Για λόγους ιστορίας να υπενθυμίσουμε πως από τα 7.25 δισ. ευρώ που εκταμιεύθηκαν, τα 1.5 δισ. ευρώ χρησιμοποιήθηκαν για τις ανάγκες ανακεφαλαιοποίησης της Συνεργατικής Κεντρικής Τράπεζας, ενώ το υπόλοιπο 5.75 δισ. ευρώ για τις ανάγκες του δημόσιου τομέα, που περιλάμβαναν λήξεις δημοσίου χρέους, κάλυψη δημοσιονομικών ελλειμμάτων και αύξηση των ρευστών διαθεσίμων.

Τούτων εισαγωγικώς λεχθέντων, οφείλουμε μέσα από τη σημερινή αρθρογραφία να αναδείξουμε ακόμα κάτι πολύ σημαντικό. Έχουμε την ισχυρή άποψη (και με κάθε ευκαιρία της συμμετοχής μας στις σχετικές συνεδρίες το υποδεικνύουμε προς τους θεσμούς της ΕΕ) ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση, όταν αξιολογεί την κατάσταση της κυπριακής οικονομίας, δεν πρέπει και δεν μπορεί να αγνοεί την παράμετρο της πολύχρονης τουρκικής κατοχής. Αυτή η κατοχή, που φέτος έγινε 50 χρονών, αποτελεί το μεγαλύτερο βαρίδι που σηκώνει στους ώμους της η Κυπριακή Δημοκρατία. Ένα βαρίδι και ένα ασήκωτο φορτίο που επιβαρύνει αρνητικά την οικονομία και περιορίζει τις προοπτικές ανάπτυξης.

Λόγω της κατοχής, η Κύπρος είναι υποχρεωμένη ετησίως να δαπανά εκατομμύρια ευρώ σε αμυντικές δαπάνες, γιατί το αγαθό της ασφάλειας σ’ αυτό τον ακριτικό ευρωπαϊκό χώρο δεν είναι ποτέ δεδομένο. Η διαρκής επιθετικότητα της Τουρκίας, που τον τελευταίο καιρό εκδηλώνεται με διάφορες παραβιάσεις στη νεκρή ζώνη και όχι μόνο, υποχρεώνει την Κύπρο να βρίσκεται σε διαρκή αυτοάμυνα και επαγρύπνηση, κάτι που προϋποθέτει τεράστιο οικονομικό κόστος.

Θα ήταν ευχής έργο και Θεού χαρά αυτά τα χρήματα να τα επενδύαμε στην εκπαίδευση, στην υγεία, στην έρευνα, στην πρόοδο και στην ευημερία των ανθρώπων.

Τα επενδύουμε εξ’ ανάγκης, όμως, στην άμυνα και στην αυτοάμυνα και αυτή τη διάσταση δεν μπορεί, δεν πρέπει και δεν δικαιούται να την αγνοούν η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα θεσμικά της όργανα, όταν αξιολογούν την κυπριακή οικονομία.

* Οικονομολόγος – Δημοσιογράφος