Από την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022, ο παγκόσμιος οικονομικός και γεωπολιτικός χάρτης έχει επανασχεδιαστεί. Μία από τις πιο ενδιαφέρουσες συνεργασίες που προέκυψαν είναι αυτή μεταξύ της Ρωσίας και της Τουρκίας. Αυτά τα κράτη, τα οποία βρέθηκαν σε αντιπαράθεση μερικές φορές, έχουν σφυρηλατήσει μια ευκαιριακή συνεργασία, η οποία αναδιαμορφώνει το εμπόριο, την ενέργεια και τη γεωπολιτική στην περιοχή. Η σχέση τους προσφέρει ένα ιστορικό υπόδειγμα στην αναζήτηση ισορροπίας μεταξύ του αμοιβαίου οφέλους και των εξωτερικών πιέσεων, χωρίς όμως να αγνοούνται και οι προκλήσεις.

Το διμερές εμπόριο μεταξύ της Ρωσίας και της Τουρκίας διπλασιάστηκε το 2022, φτάνοντας τα $68,1 δισεκατομμύρια, σύμφωνα με πρόσφατο δημοσίευμα του Reuters. Μέχρι το 2023, σταθεροποιήθηκε γύρω στα $62 δισεκατομμύρια, με τις δύο χώρες να στοχεύουν σε έναν φιλόδοξο στόχο των $100 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Η Τουρκία έχει καταστεί οικονομικό σωσίβιο για τη Ρωσία, η οποία έχει πληγεί από τις κυρώσεις της Δύσης. Τουρκικές εταιρείες εξάγουν βιομηχανικά και ηλεκτρονικά προϊόντα, αγαθά και πρώτες ύλες στην Ρωσία, τα οποία είναι κρίσιμα για την οικονομία της δεύτερης και σαφώς χρήσιμα για την συνέχιση του πολέμου στην Ουκρανία. Χαρακτηριστικές είναι οι αναφορές που γίνονται στον δυτικό τύπο. Σε πρόσφατο δημοσίευμα της Wall Street Journal αναφέρεται ότι, από το 2023, η Τουρκία εξήγαγε δεκάδες εκατομμύρια προϊόντων και αγαθών στη Ρωσία, ενώ η Financial Times σημειώνει την εκτίναξη στις εξαγωγές, η οποία ενισχύει τις δυνατότητες της Ρωσίας να συνεχίσει τον πόλεμο. Αναφορές, οι οποίες κερδίζουν την προσοχή στην Ουάσινγκτον.

Από την πλευρά της, η Ρωσία τροφοδοτεί τις ενεργειακές ανάγκες της Τουρκίας, παρέχοντας φυσικό αέριο μέσω του αγωγού TurkStream.  Ρωσικές εταιρίες κατασκευάζουν τον πυρηνικό σταθμό Akkuyu, ένα έργο πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων, το οποίο ενισχύει την ενεργειακή ασφάλεια της Άγκυρας και προκαλεί ανασφάλεια σε γειτονικά κράτη. Ο τουρισμός και η γεωργία είναι δύο άλλοι πυλώνες στην ραγδαία ανάπτυξη των ρωσοτουρκικών σχέσεων.  Χιλιάδες Ρώσοι επισκέπτες συρρέουν στα τουρκικά θέρετρα της Τουρκίας, ενώ τόνοι τουρκικών τροφίμων γεμίζουν τα ράφια των ρωσικών υπεραγορών, αντικαθιστώντας τους (τέως) δυτικούς προμηθευτές.

Η ενέργεια είναι αναμφισβήτητα η ραχοκοκαλιά της ρωσοτουρκικής σχέσης. Οι εξαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου δίνουν λύσεις στις μεγάλες ενεργειακές ανάγκες της τουρκικής οικονομίας, δημιουργώντας όμως ταυτόχρονα και μια ασύμμετρη σχέση αλληλεξάρτησης, καθότι προκαλείται ένα διαρκώς αυξανόμενο εμπορικό έλλειμμα στην τουρκική οικονομία. Οι εξαγωγές της Ρωσίας προς την Τουρκία είναι σχεδόν διπλάσιες από τις εισαγωγές της. Ωστόσο, η στρατηγική θέση της Τουρκίας ως κόμβος διέλευσης της ρωσικής ενέργειας, προσδίδει στην Τουρκία γεωστρατηγικό αντιστάθμισμα στο εμπορικό έλλειμμα, όπως και δυνατότητες επιρροής. Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με αποκάλυψη της Wall Street Journal, το έργο στο Akkuyu, χρηματοδοτήθηκε εν μέρει από τη Ρωσία μέσω αμερικανικών τραπεζών το 2022, προκειμένου να παρακαμφθούν οι κυρώσεις.

Πάνω απ’ όλα, η νέα ρωσοτουρκική σχέση είναι γεωπολιτική. Η Τουρκία έκλεισε μεν τα στενά του Βοσπόρου σε ρωσικά πολεμικά πλοία, βάσει της Συνθήκης του Μοντρέ του 1936, αρνείται όμως να συμμετάσχει στις δυτικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας. Σε μια προσπάθεια να κατευνάσει την κριτική δυτικών κρατών, προμηθεύει την Ουκρανία με τα drones Bayraktar. Από την  άλλη όμως η προσέγγιση της Τουρκίας με τη Ρωσία έχει προκαλέσει εντάσεις με τους συμμάχους της. Το 2024, Αμερικανοί αξιωματούχοι προειδοποίησαν την Άγκυρα να περιορίσει τις εξαγωγές στρατιωτικού υλικού στη Ρωσία, υπαινισσόμενοι το ενδεχόμενο επιβολής κυρώσεων, ανάλογων με εκείνων που επιβλήθηκαν όταν η Τουρκία αγόρασε τους πυραύλους S-400. Από την άλλη, κάποιοι δυτικοί αναλυτές θεωρούν την επιρροή της Τουρκίας καθοριστική, επισημαίνοντας τις δυνατότητες μεσολάβησης στην αντιμετώπιση της κρίσης στην Ουκρανία.

Σε μια μεσοπρόθεσμη ή και μακροπρόθεσμη προοπτική, η διασύνδεση της τουρκικής οικονομίας με την παρακμάζουσα οικονομία της Ρωσίας μπορεί να αποβεί επιζήμια για την Άγκυρα. Οι αγορές των κρατών μελών της ΕΕ παραμένουν οι πιο σημαντικές και οι πιο σταθερές και προβλέψιμες για την Τουρκία. Το ρίσκο, όμως, της ραγδαίας έκθεσης στην ρωσική αγορά ενδεχομένως να προκαλέσει δημοσιονομικά και χρηματοπιστωτικά προβλήματα στην τουρκική οικονομία.

Σύμφωνα με αναλύσεις του Reuters και της Wall Street Journal του 2025, από το 2022 μέχρι και σήμερα, τουλάχιστον 13000 ρωσικές εταιρείες ή εταιρίες με ρωσική σύνδεση έχουν προχωρήσει σε επενδύσεις στην Τουρκία.  Τεκμηριώνεται συσχετισμός της επίδρασης των νέων ρωσοτουρκικών εμπορικών και οικονομικών σχέσεων με την ενίσχυση των δυνατοτήτων της Ρωσίας στον πόλεμο στην Ουκρανία και την παράκαμψη κυρώσεων της Δύσης. Ο ρόλος της Τουρκίας στη διευκόλυνση των εξαγωγών ρωσικού πετρελαίου είναι επίσης καταγεγραμμένος. Οι ρωσικές επενδύσεις στην Τουρκία έχουν σαφή επίδραση στην ανάπτυξη μακροπρόθεσμων εμπορικών και αναπτυξιακών σχέσεων.

Σε ένα ιστορικό πλαίσιο ανάλυσης, η συνεργασία Ρωσίας-Τουρκίας ευδοκιμεί στη βάση των τρεχουσών συγκυριών, αλλά, εάν αλλάξουν τα γεωπολιτικά δεδομένα, ενδεχομένως να αποκαλυφθεί ότι είναι εύθραυστη. Διαχρονικά, αλλά και σύμφωνα με σημερινά δεδομένα, οι δεσμοί και οι σχέσεις της Τουρκίας με το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ, όπως και το εμπόριο με την ΕΕ υπερτερούν των συναλλαγών της Τουρκίας με τη Ρωσία. Οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να ασκήσουν μεγαλύτερη πίεση στην Άγκυρα και να αναγκάσουν τον Ερντογάν να κάνει δύσκολες επιλογές. Αδιαμφισβήτητα, η Τουρκία είναι ένας ζωτικός γεωπολιτικός δίαυλος και ένας σημαντικός ενεργειακός κόμβος για τη Ρωσία. Κυρίως στα ζητήματα της ενέργειας, όμως, η Άγκυρα έχει οικοδομήσει μια ασύμμετρη σχέση με τη Μόσχα, η οποία περιορίζει τις δυνατότητες απεμπλοκής της Τουρκίας. Καθώς ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζεται, η σχέση των δύο κρατών θα δοκιμαστεί και κάτω από διάφορες συγκυρίες και εξελίξεις, όπως την τρέχουσα με τον πόλεμο ανάμεσα στο Ισραήλ και το Ιράν.  Η συνεργασία Ρωσίας-Τουρκίας προσδίδει αμοιβαία οφέλη, αλλά καθορίζεται από λεπτές διαχωριστικές γραμμές σε ιστορικό και γεωπολιτικό επίπεδο. Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι η Ρωσία και η Τουρκία συγγράφουν ένα εγχειρίδιο περί ευκαιριακών συμμαχιών.

*Ο Γιώργος Κέντας είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής και Διακυβέρνησης, στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας.