Η Κύπρος κατέχει στρατηγικά σημαντική θέση στην Ανατολική Μεσόγειο, μια περιοχή που χαρακτηρίζεται ολοένα και περισσότερο από γεωπολιτικές εντάσεις, ασύμμετρες απειλές και εξελισσόμενες μορφές πολέμου. Το γεγονός ότι η Κύπρος παραμένει ημικατεχόμενη προσθέτει ένα επιπλέον κρίσιμο επίπεδο ευαισθησίας και δυσκολίας στη διαχείριση των απειλών.

Οι πρόσφατες εξελίξεις στην περιοχή υπογραμμίζουν την επείγουσα ανάγκη η Κύπρος να υιοθετήσει μια ολοκληρωμένη και μακροπρόθεσμη προσέγγιση, η οποία θα εστιάζει στην ενίσχυση της άμυνας, στην καλιέργεια ετοιμότητας τόσο των πολιτών όσο και των στρατιωτικών/ αμυντικών δυνάμεων και στη συστηματική διπλωματική δράση, η οποία θα λαμβάνει υπόψη όχι μόνο τις εξωτερικές απειλές αλλά και τις εσωτερικές προκλήσεις, όπως το δημογραφικό πρόβλημα και τη παράνομη είσοδο και διαμονή εποίκων. Τα διδάγματα που αντλούνται από περιφερειακές συγκρούσεις δείχνουν ότι η επιβίωση και η στρατηγική αυτονομία δεν μπορούν να βασιστούν αποκλειστικά στις παραδοσιακές στρατιωτικές δυνατότητες. Εντούτοις, απαιτείται μια συντονισμένη στρατηγική πολλαπλών τομέων , μέσων και δράσεων για την προστασία των εθνικών συμφερόντων, της εδαφικής αεραιότητας, την ασφάλεια του πληθυσμού και την ενίσχυση της διεθνούς θέσης της χώρας.

Κρίσιμο στοιχείο της αμυντικής στρατηγικής της Κύπρου πρέπει να αποτελεί η εγκατάσταση πολυεπίπεδων συστημάτων αεράμυνας της επόμενης γεννιάς, ικανών να αντιμετωπίζουν απειλές από drones, πυραύλους και άλλες αεροπορικές εισβολές. Τέτοια συστήματα, που καλύπτουν μικρές, μεσαίες και μεγάλες αποστάσεις είναι απαραίτητα για την προστασία των πόλεων και των πολιτών, των ενεργειακών υποδομών, των στρατοπέδων αλλά και άλλων κρίσιμων υποδομών. Η πρόσφατη απόκτηση του συστήματος Barak MX συνιστά μια εξαιρετικά σημαντική αρχή προς αυτή την κατεύθυνση, καθώς ενισχύει ουσιαστικά την αεράμυνα του νησιού και αναδεικνύει τη δυνατότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας να επενδύει και να κατέχει προηγμένα και διεθνώς αναγνωρισμένα αποτρεπτικά συστήματα. Η προσπάθεια αυτή πρέπει να συνεχιστεί και να ενδυναμωθεί, με περαιτέρω επενδύσεις σε επιπλέον συστήματα αεράμυνας και σε τεχνολογίες επόμενης γενιάς, ώστε να διασφαλιστεί η ολοκληρωμένη προστασία της χώρας και η διαρκής ενίσχυση της αποτρεπτικής ισχύος της.

Ένα ακόμη θεμελιώδες σκέλος της στρατηγικής ασφάλειας της Κυπριακής Δημοκρατίας αφορά τη συνομολόγηση και εμβάθυνση σοβαρών στρατιωτικών συμμαχιών, όχι μόνο στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και με κράτη της ευρύτερης Μέσης Ανατολής. Η γεωγραφική θέση της Κύπρου, στο σταυροδρόμι Ευρώπης, Ασίας και Αφρικής της δίνει τη δυνατότητα να λειτουργεί ως γέφυρα συνεργασίας με χώρες που διαθέτουν εμπειρία σε προηγμένες αμυντικές τεχνολογίες, ισχυρές ένοπλες δυνάμεις και εξαιρετικές δυνατότητες συλλογής πληροφοριών. Τέτοιες στρατηγικές συμπράξεις μπορούν να ενισχύσουν σε μεγάλο βαθμο και απότομα την αποτρεπτική ισχύ της χώρας μας αλλά και να προσφέρουν πρόσβαση σε κρίσιμη τεχνογνωσία και επιχειρησιακή στήριξημ, ενώ παράλληλα θωρακίζεται η Κυπριακή Δημοκρατία από οποιεσδήποτε υβριδικές και ασύμμετρες απειλές.

Η ανάπτυξη κοινών αμυντικών προγραμμάτων έρευνας, τεχνολογικής ανάπτυξης και στρατιωτικών ασκήσεων, τόσο με κράτη της ευρύτερης περιοχής όσο και με κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μπορεί να λειτουργήσει ως καταλύτης για την προώθηση της περιφερειακής σταθερότητας. Παράλληλα, ενισχύει τις σχέσεις εμπιστοσύνης, καλλιεργεί μια κουλτούρα διαλειτουργικότητας και διευρύνει ουσιαστικά τον διπλωματικό και στρατηγικό χώρο δράσης της Κυπριακής Δημοκρατίας. Με τον τρόπο αυτό μειώνεται η γεωπολιτική της απομόνωση και ενδυναμώνεται η θέση της ως αξιόπιστου πυλώνα ασφάλειας στην Ανατολική Μεσόγειο και εντός του Ευρωπαϊκού πλαισίου.

Αναποσπαστο κομμάτι αυτή της προσπάθειας, πρέπει να αποτελεί το εξής: ότι οι στρατηγικές συμμαχίες πρέπει να περιλαμβάνουν ρητές μορφές κοινής ανάπτυξης τεχνολογιών και συμπαραγωγής αμυντικού υλικού, καθώς και συμφωνίες για κοινά στρατιωτικά αποθέματα και διασυνοριακή εφοδιαστική συνεργασία. Η συνεργασία αυτού του τύπου δεν πρέπει να περιορίζεται σε εκπαίδευση και ασκήσεις αλλά δημιουργεί επιπρόσθετες δυνατότητες για από κοινού έρευνας, ανάπτυξης, παραγωγής συστημάτων αλλά και ταχύτερησς πρόσβασης σε ανταλλακτικά.

Μια ακόμη ιδιαίτερα κρίσιμη και επείγουσα ανάγκη είναι η δημιουργία μεγάλης κλίμακας εγχώριων δυνατοτήτων κατασκευής και παραγωγής καινοτόμων αμυντικών τεχνολογιών, σε συνδυασμό με τη φύλαξη στρατηγικών αποθεμάτων πρώτων υλών και κρίσιμου εξοπλισμού. Η εξάρτηση από εξωτερικούς προμηθευτές μπορεί να δημιουργήσει καθοριστικές ελλείψεις σε περιόδους κρίσεων και συρράξεων. Αντιθέτα, η δυνατότητα εγχώριας παραγωγής και η ύπαρξη στρατηγικών αποθεμάτων μπορούν να διασφαλίσουν την άμεση κάλυψη αναγκών τόσο σε εθνικό όσο και σε συμμαχικό επίπεδο.

Παράλληλα, μια ακόμη δυνατή παράμετρος που πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη αποτελεί η δημιουργία κοινών αποθεμάτων σε συνεργασία με Ευρωπαϊκές αλλά και συμμαχικές περιφερειακές δυνάμεις που να περιλαμβάνει σαφείς κανόνες διαχείρισης, συντήρησης και ταχείας διάθεσης. Μια τέτοια στρατηγική μπορεί να πολλαπλασιάσει την ανθεκτικότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας και να μετατρέψει τις περιφερειακές συμμαχίες σε πρακτικά εργαλεία ασφάλειας και βιωσιμότητας καθώς θα προσδώσει την ικανότητα στην  χώρα μας  να αντιδρά ταχύτατα και αποτελεσματικά σε περιστάσεις άμυνας ή επίθεσης.

Επιπρόσθετα, η ανάπτυξη ισχυρών συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης και υποδομών πολιτικής προστασίας πρέπει να είναι υψίστης σημασίας, καθώς αυτά τα μέτρα επιτρέπουν άμεσες και έγκαιρες ειδοποιήσεις για πιθανές επιθέσεις, παρέχοντας στους πολίτες τη δυνατότητα να καταφύγουν σε καταφύγια και στις αρχές τη δυνατότητα να συντονίσουν αποτελεσματικά την αντίδραση τους. Παράλληλα, είναι απαραίτητο να αναπτυχθούν καινούργιες σύγρονες υποδομές πολιτικής προστασίας που να αντέχουν τις σύγχρονες στρατιωτικές επιχειρήσεις και να διεξάγονται τακτικά ασκήσεις, οι οποίες να περιλαμβάνουν μεγάλο αριθμό πολιτών, ώστε να μπορεί να ενισχυθεί η ετοιμότητα και να μπορεί να εξασφαλιστεί η ασφάλεια των πολιτών σε περίοδο εχθροπραξιών.

Επιπλέον, κρίσιμη προτεραιότητα αποτελεί η εγκατάσταση εφεδρικών συστημάτων παραγωγής ενέργειας, τα οποία θα μπορούν να διασφαλίζουν απρόσκοπτη λειτουργία των κρίσιμων υποδομών αλλά και συστημάτων επικοινωνιών σε περιόδους έκτακτης ανάγκης όταν τα κυρίως συστήματα παύσουν να λειτουργούν από εχθρικές ενέργειες.

Δεδομένου επίσης του περιορισμένου γεωγραφικού και μικρού πληθυσμιακού μεγέθους του νησιού, η Κύπρος πρέπει να προχωρήσει στην ανάπτυξη πολλαπλών, υψηλά αμοιβόμενων εξαιρετικά ευέλικτων, ισχυρών και ταχείας αντίδρασης στρατιωτικών δυνάμεων  (σκοπευτών, χειριστών μη επανδρωμένων οχημάτων, χειριστών βαρέων όπλων κ.α.) οι οποίες να χαρακτηρίζονται από υψηλή κινητικότητα, δυνατότητα ταχείας ανάπτυξης και διαλειτουργικότητα μεταξύ μονάδων. Οι δυνάμεις αυτές πρέπει να είναι ικανές να επιχειρούν σε χερσαίες και θαλάσσιες περιοχές, να μπορούν να διασφαλίσουν γρήγορη αντίδραση σε υβριδικές απειλές, ασύμμετρες εισβολές ή και άλλα επείγοντα και σοβαρά περιστατικά εντός της Κυπριακής Δημοκρατίας, τόσο στα εθνικά μας σύνορα όσο και στο σύνολο των εθνικών μας μας χωρικών υδάτων. Σε στρατηγικό επίπεδο, τέτοιες δυνάμεις μπορούν να δημιουργήσουν αποφασιστικό και γρήγορο πλήγμα σε κρίσιμες υποδομές ή κέντρα διοίκησηςκαι να αποσυντονίσουν τον εχθρό, υπό την προϋπόθεση φυσικά ότι υποστηρίζονται από καλά σχεδιασμένο επιχειρησιακό πλάνο, τεχνολογικό υπόβαθρο, αξιόπιστες πληροφορίες και ισχυρή εφοδιαστική αλυσίδα.

Αναμφισβήτητα, η εμβέλεια δράσης τους δεν πρέπει να είναι περισορισμένη αλλά αντίθετα, θα πρέπει να μπορούν να ενισχύουν συνολικά το επίπεδο της εθνικής μας αποτροπής, λειτουργώντας σε στενή συνεργασία με τις πολιτικές αρχές και τις υπηρεσίες ασφαλείας η ακόμη και με τις ευρωπαϊκές συμμαχικές δυνάμεις. Μόνο η ύπαρξη και η διαρκής ετοιμότητα τέτοιων ισχυρών και ευέλικτων δυνάμεων μπορεί  να ενισχύσει την αποτρεπτική ικανότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας και την ίδια ώρα καθίσταται σαφές σε οποιονδήποτε ενδεχόμενο αντίπαλο ότι οποιαδήποτε απόπειρα παραβίασης της εθνικής μας κυριαρχίας θα αντιμετωπιστεί άμεσα, αποφασιστικά και αποτελεσματικά.

Ταυτόχρονα, δεδομένου ότι οι σύγχρονοι πόλεμοι διεξάγονται ολοένα και περισσότερο στον κυβερνοχώρο, η προστασία κρίσιμων υποδομών και συστημάτων, όπως αυτά των ηλεκτροπαραγωγικών σταθμών, των τραπεζικών ιδρυμάτων, των οργανισμών τηλεπικοινωνιών και υδατοπρομήθειας, καθίσταται υψίστης σημασίας. Έτσι, ισοδύναμη σημασία έχει και η ανάπτυξη ισχυρών δυνατοτήτων κυβερνοάμυνας, σε συνδυασμό με την ενίσχυση επιθετικών ικανοτήτων στον κυβερνοχώρο, προκειμένου να διασφαλιστεί η ακεραιότητ και η επιχειρησιακή αποτελεσματικότητα των κρίσιμων συστημάτων της χώρας.

Μια κρίσιμη προτεραιότητα για την οποία η Κυπριακή Δημοκρατία πρέπει να πάρει δράση είναι η ανάπτυξη και εκτόξευση ενός εθνικού δορυφόρου, ο οποίος θα πρέπει να σχεδιαστεί με σκοπό να εξυπηρετεί τις ανάγκες της Κυπριακής Δημοκρατίας στους τομείς των επικοινωνιών, της παρατηρησης εδάφους και της συλλογής πληροφοριών και χωρίς καμία εξάρτηση από τρίτες χώρες ή οργανισμούς. Συγκεκριμένα, η ανάπτυξη ενός τέτοιου δορυφόρου θα μπορεί να προσφέρει σημαντικά επιχειρησιακά πλεονεκτήματα σε περιόδους εθνικών ή συμμαχικών κρίσεων καθώς θα μπορεί να διασφαλίζει την απρόσκοπτη λειτουργία των κρίσιμων υποδομών της χώρας, την γρήγορη μετάδοση πληροφοριών και την έγκαιρη ειδοποίηση πιθανών απειλών.

Επιπλέον, η Κυπριακή Δημοκρατία οφείλει να συνεχίσει να επενδύει στρατηγικά σε προηγμένες τεχνολογίες, όπως είναι τα συστήματα ηλεκτρονικού/ ηλεκτρομαγνητικού πολέμου, οι δορυφορικές επικοινωνίες (με χρήση κβαντικών τεχνολογιών), τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη, η τεχνητή νοημοσύνη, προκειμένου να εξασφαλίζονται διαρκώς τα εθνικά μας οφέλη αλλά πιο συμαντικά να μπορεί η Κυπριακή Δημοκρατία να εξασφαλίσει την κυριαρχία της στο Ηλεκτρομαγνητικό φάσμα σε όλο τος εύρος (επικοινωνίας, ραντάρ και ηλετρονικού πολέμου..).

Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι ένα από τα πλέον σιωπηλά αλλά κρίσιμα ζητήματα που επηρεάζουν την εθνική ασφάλεια της Κύπρου είναι η δημογραφική της δυναμική, καθώς η υπογεννητικότητα συνιστά έναν σιωπηλό αλλά εξίσου σοβαρό κίνδυνο. Η μείωση του πληθυσμού εργασιακής και στρατεύσιμης ηλικίας περιορίζει τις άμυντικές δυνατότητες, την οικονομική ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η σταδιακή μείωση των γεννήσεων και η αύξηση του μέσου όρου ηλικίας δημιουργούν μια πληθυσμιακή δομή που σε βάθος χρόνου θα περιορίσει τόσο τις οικονομικές δυνατότητες της χώρας μας όσο και την αμυντική της επάρκεια.

Η εικόνα αυτή επιβαρύνεται ακόμη περισσότερο από την παράνομη έλευση και παραμονή εποίκων στο κατεχόμενο τμήμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, γεγονός που αλλοιώνει σκόπιμα τη δημογραφική ισορροπία του νησιού. Αυτή η πρακτική, πέραν της κατάφωρης παραβίασης του διεθνούς δικαίου, ενισχύει την πίεση επί του κυπριακού κράτους, δημιουργώντας ένα διττό πρόβλημα: την εσωτερική συρρίκνωση του γηγενούς πληθυσμού και τη σταδιακή υποκατάστασή του από πληθυσμούς που εισάγονται οργανωμένα από την κατοχική δύναμη. Οι συνέπειες είναι βαθιά στρατηγικές, καθώς η πληθυσμιακή αλλοίωση συνδέεται με το μέλλον των διαπραγματεύσεων για το Κυπριακό αλλά και με τη διατήρηση της εθνικής μας ταυτότητας.

Η απουσία ενός επαρκούς αριθμού νέων πολιτών συνεπάγεται αυτόματα λιγότερο διαθέσιμο ανθρώπινο δυναμικό για καινοτομία αλλά και για στρατιωτική θητεία. Αυτό θα οδηγείσει σε αυξανόμενη πίεση στα δημόσια οικονομικά, στην κοινωνική συνοχή και στη δυνατότητα μακροπρόθεσμου σχεδιασμού. Σε μια περιοχή όπου οι γεωπολιτικές ισορροπίες είναι εύθραυστες και ανήσυχες, η υπογεννητικότητα δεν είναι απλώς στατιστικό πρόβλημα αλλά μετατρέπεται σε στρατηγική αδυναμία, ειδκικότερα όταν συνδυάζεται με την παράνομη δημογραφική αλλοίωση.

Έτσι, εάν το δημογραφικό παραμείνει άλυτο και η παράνομη παρουσία εποίκων συνεχίσει ανεξέλεγκτα, η Κύπρος θα δει τις επιλογές της να περιορίζονται σε μια εποχή όπου οι εθνικές αντοχές καθορίζουν την πολιτική ισχύ. Αντίθετα, η έγκαιρη και στρατηγική του αντιμετώπιση θα επιτρέψει στην Κύπρο να στηρίξει όχι μόνο την κοινωνική της ευημερία, αλλά και τη θέση της ως σταθερός και αξιόπιστος παράγοντας στην Ευρώπη και στην Ανατολική Μεσόγειο.

Οι προσπάθειες αντεπιτήρησης και οι εκστρατείες ενημέρωσης των πολιτών πρέπει επίσης να αποτελούν ένα αναπόσπαστο κομμάτι της εθνικής μας ασφάλειας. Τα ξένα συμφέροντα και η κατασκοπεία που διενεργούνται στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας αποτελούν σημαντικούς κινδύνους για μια μικρή και ημικατεχομενη χώρα. Η συμμετοχή του πολιτών μέσω της «καλλιέργειας επαγρύπνησης» σε όλα τα επίπεδα (ακόμη και από την δευτεροβάθμια εκπαιδευση μέσω προγραμμάτων ετοιμότητας και αντίδρασης) μπορρούν να ενισχύσουν την ανίχνευση πιθανών και σοβαρών απειλών ενώ μπορούν να μειώσουν τις πιθανότητες διαρροής πληροφοριών. Συνεπώς, με αυτούς τους τρόπυς παρέχεται η δυνατότητα στο κοινό συμμετέχει ενεργά στην προστασία του, στην προστασία των στρατιωτικών και άλλων υποδομών όπως και στην εύρυθμη λειτουργία τους.

Σε αυτό το σημείο πρέπει να τονιστεί ότι η «αυξημένη εγρήγορση» που επέρχεται με την καλίεργεια της επαγρύπνησης ενισχύει αυτόματα την αξιοπιστία της Κύπριακής Δημοκρατίας απέναντι υφιστάμενων και στρατηγικών συμμάχων σε θέματα ανταλλαγής πληροφοριών, κοινών δράσεων και στρατιωτικών επιχειρήσεων.  Το πιο σημαντικό όμως σε εθνικό επίπεδο, είναι ότι με αυτά τα μέτρα προάγεται σε μακροπρόθεσμη βάση μια σταθερή κουλτούρα παρατήρησης και προσοχής, απαραίτητη για να μπορεί αυτή η χώρα να αντιμετωπίζει και να προλαμβάνει κρίσιμες καταστάσεις, δεδομένου των πολιτικών και στρατιωτικών προκλήσεων που αναμένεται κάθε γενιά να αντιμετωπίζει. Είναι χαρακτηριστικό ότι, εάν μια τέτοια κουλτούρα παρατήρησης και παρατήρησης, υπήρχε ήδη εδραιωμένη, περιστατικά όπως το βίντεο που μαγνητοσκοπήθηκε και δημοσιοποιήθηκε κατά την άφιξη του συστήματος αεράμυνας Barak MX θα μπορούσαν ίσως να είχαν αποτραπεί ή τουλάχιστον, να είχε εντοπιστεί με μεγαλύτερη σαφήνεια από ποιόν προήλθε.

Παράλληλα, είναι απαραίτητο η πολιτεία να προωθήσει και η εκπαίδευση να εμπεδώσει τη σημασία της προστασίας της εθνικής, πολιτιστικής και ιστορικής μας κληρονομιάς, καθώς η φροντίδα και η διαφύλαξή της συμβάλλει άμεσα στην επιβίωση και την ανθεκτικότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η προώθηση αυτή πρέπει να γίνεται με ποικίλους τρόπους, ώστε να εξασφαλίζεται η μακροπρόθεσμη προστασία της μικρής Κύπρου από τους πολλαπλούς και διαρκείς κινδύνους που την απειλούν. Συνεπάγεται ότι είναι ουσιώδες να καλλιεργείται συνεχώς στη νεολαία το αίσθημα ευθύνης και η συνείδηση της ανάγκης για προάσπιση της πατρίδας.

Συμπερασματικά, η επιβίωση και η ευημερία της Κύπριακής Δημοκρατίας σε μια όλο και πιο ασταθή περιοχή απαιτούν μια ολιστική προσέγγιση που ενσωματώνει την άμυνα, την τεχνολογική καινοτομία, την ετοιμότητα των πολιτών αλλά και τη διπλωματική δράση. Η δημιουργία εγχώριων δυνατοτήτων κατασκευής μεγάλης κλίμακας στον τομέα της άμυνας, η ανάπτυξη και εκτόξευση εθνικού δορυφόρου, η εγκατάσταση εφεδρικών συστημάτων παραγωγής ενέργειας, η καλλιέργεια προηγμένων ικανοτήτων στον κυβερνοχώρο και στον ηλεκτρονικό πόλεμο, η ενίσχυση της προστασίας κρίσιμων υποδομών, η ανάπτυξη ισχυρών διεθνών σχέσεων, όπως επίσης και η αποθήκευση στρατηγικών αποθεμάτων πρώτων υλών και κρίσιμων εξοπλισμών, μπορούν να παρέχουν στην χώρα μας ένα ανθεκτικό, προσαρμοστικό αλλά και αξιόπιστο πλαίσιο εθνικής ασφάλειας. Ωστόσο, η ασφάλεια δεν περιορίζεται μόνο σε στρατιωτικές και τεχνολογικές παραμέτρους.

Το δημογραφικό πρόβλημα και η υπογεννητικότητα αποτελούν σιωπηλές αλλά εξαιρετικά σοβαρές απειλές για τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Επιπλέον, η παράνομη είσοδος και διαμονή εποίκων στο κατεχόμενο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας αλλοιώνει συστηματικά τον δημογραφικό χαρακτήρα της χώρας, δημιουργώντας μακροπρόθεσμες κοινωνικές και πολιτικές συνέπειες. Η αντιμετώπιση αυτών των ζητημάτων με στοχευμένες πολιτικές στήριξης της οικογένειας, ενίσχυσης της γεννητικότητας και συνεχούς καιψαποτελεσματικού ελέγχου της παράνομης μετανάστευσης είναι ζωτικής σημασίας για τη διασφάλιση της εθνικής ανθεκτικότητας.

Τα συνεχή αλλά και πολύ πρόσφατα διδάγματα από τις περιφερειακές συγκρούσεις όπως αυτής μεταξύ Ισραήλ και Ιραν, αναδεικνύουν την ανάγκη συνεχούς προσαρμογής της αμυντικής στρατηγικής της Κύπρου στις εξελισσόμενες τεχνολογίες και τα πεδία επιχειρήσεων. Η Κύπρος πρέπει άμεσα να κινηθεί με αυτόν τον οδικό χάρτη για να εδραιώσει σε βάθος χρόνου ένα ισχυρό, προσαρμοστικό και βιώσιμο πλαίσιο ασφάλειας. Οι οποιεσδήποτε μακροπρόθεσμες λύσεις που θα τεθούν για υλοποίηση, πρέπει να μπορούν να εξασφαλίζουν ότι κάθε επένδυση, κάθε ενέργεια και κάθε προσπάθεια πουθα αναληφθεί σήμερα θα αποφέρει διαρκή, πολλαπλασιαστικά και στρατηγικά αποτελέσματα, έτσι ώστε να να καταφέρουμε να καταστήσουμε και να κρατήσουμε την Κύπρο δυνατή, ανθεκτική, βιώσιμη αλλά και ελκυστική ως συνεργάτης σε θέματα ασφάλειας σε περιφερειακό και διεθνή επίπεδο.

Όλα αυτά πρέπει να γίνουν με τρόπο που να ανταποκρίνεται στον προβληματισμό: «Μπορεί η Κυπριακή Δημοκρατία, ως Ημικατεχόμενη Πατρίδα, να διασφαλίσει την ασφάλεια και την ανθεκτικότητά της σε ένα περιφερειακά τεταμένο περιβάλλον;»

* Μαρία Κωνσταντίνου, Διευθύντρια Επιχειρηματικής Ανάπτυξης ECLIPTIC DEFENCE AND SPACE