Η τεχνολογία υποσχέθηκε να απελευθερώσει τον άνθρωπο, να κάνει τη γνώση προσιτή, τη φωνή του πολίτη πιο δυνατή και τη διακυβέρνηση πιο διαφανή. Όμως, η πραγματικότητα δείχνει ότι η ψηφιακή επανάσταση δεν έχει φέρει ακόμη τη δημοκρατική επανάσταση που οραματιζόμασταν. Η Δημοκρατία στην ψηφιακή εποχή δεν είναι δεδομένη, είναι ένα στοίχημα που κερδίζεται ή χάνεται καθημερινά.
Σήμερα, ποτέ άλλοτε δεν υπήρχε τόση πρόσβαση σε πληροφορία, και ταυτόχρονα τόση σύγχυση. Η υπερπληροφόρηση δεν σημαίνει απαραίτητα γνώση. Ο πολίτης κατακλύζεται από ειδήσεις, αναλύσεις, βίντεο και «απόψεις», αλλά χωρίς τα εργαλεία να ξεχωρίσει το αληθινό από το κατασκευμασμένο. Έτσι, η ελευθερία της πληροφορίας μετατρέπεται εύκολα σε εργαλείο χειραγώγησης.
Η εμπειρία των εκλογών στις ΗΠΑ (2016) και τα σκάνδαλα όπως το Cambridge Analytica, απέδειξαν πώς οι ψηφιακές πλατφόρμες μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να καθοδηγούν τη σκέψη και τη συμπεριφορά εκατομμυρίων πολιτών. Το ίδιο ισχύει και για μικρότερες κοινωνίες όπως η Κύπρος, όπου τα κοινωνικά δίκτυα συχνά αντικαθιστούν τον δημόσιο διάλογο με συνθήματα, φανατισμό και παραπληροφόρηση.
Σε μια γνήσια Δημοκρατία, η τεχνολογία δεν πρέπει να προηγείται της πολιτικής βούλησης. Οι κυβερνήσεις οφείλουν να διασφαλίσουν ότι η ψηφιακή μετάβαση δεν θα οδηγήσει σε ένα νέο είδος κοινωνικού ελέγχου, όπου οι πολίτες γίνονται «δεδομένα» και οι αποφάσεις λαμβάνονται με βάση αλγόριθμους.
Η Εσθονία, πρωτοπόρος στην ψηφιακή διακυβέρνηση, είναι ίσως το πιο επιτυχημένο παράδειγμα ισορροπίας. Το σύστημα «e-Estonia» επιτρέπει στον πολίτη να ψηφίζει, να υπογράφει συμβάσεις, να υποβάλλει φορολογικές δηλώσεις και να συμμετέχει σε δημόσιες διαβουλεύσεις με πλήρη ασφάλεια και διαφάνεια. Το κλειδί δεν είναι η τεχνολογία καθαυτή, αλλά η κουλτούρα εμπιστοσύνης που τη συνοδεύει.
Αντίθετα, σε χώρες όπου η εμπιστοσύνη στους θεσμούς είναι χαμηλή, όπως η Κύπρος, κάθε προσπάθεια «ψηφιακού εκσυγχρονισμού» κινδυνεύει να εκληφθεί ως εργαλείο ελέγχου, όχι ενδυνάμωσης. Η Κύπρος διαθέτει τα τεχνικά μέσα να γίνει μια πραγματικά ψηφιακή δημοκρατία. Έχει όμως θεσμική παιδεία;
Η ψηφιακή πύλη του κράτους, οι πλατφόρμες για δημόσιες Υπηρεσίες, οι διαδικτυακές διαβουλεύσεις, όλα αυτά μπορούν να λειτουργήσουν ουσιαστικά μόνο εάν ο πολίτης πιστεύει ότι η συμμετοχή του έχει νόημα. Όσο η λογοδοσία παραμένει ανύπαρκτη, οι διαδικασίες αδιαφανείς και η αξιοκρατία ζητούμενο, η τεχνολογία δεν θα φέρει Δημοκρατία. Θα φέρει απλώς πιο γρήγορη γραφειοκρατία.
Η νέα εποχή απαιτεί νέες δεξιότητες. Δεν αρκεί να ξέρεις να χειρίζεσαι τεχνολογία, πρέπει να ξέρεις να σκέφτεσαι κριτικά μέσα σε αυτήν.
Η εκπαίδευση οφείλει να καλλιεργεί πολίτες που μπορούν να αξιολογούν πηγές, να κατανοούν πώς λειτουργούν οι αλγόριθμοι και να διεκδικούν διαφάνεια στην ψηφιακή πολιτική επικοινωνία.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, ήδη, συζητά τη θεσμοθέτηση «Digital Citizenship Curriculum» όπου τα σχολεία θα διδάσκουν στους νέους πώς να συμμετέχουν υπεύθυνα στην ψηφιακή δημόσια σφαίρα.
Αυτή είναι η ουσία: Να μάθουμε όχι απλώς να καταναλώνουμε πληροφορία, αλλά να τη διαχειριζόμαστε δημοκρατικά.
Η Δημοκρατία δεν κινδυνεύει από την τεχνολογία, αλλά από την αδράνεια. Η τεχνολογία δεν είναι εχθρός της Δημοκρατίας. Είναι καθρέφτης της κοινωνίας που τη χρησιμοποιεί. Αν οι πολίτες είναι παθητικοί, η τεχνολογία θα γίνει εργαλείο εξουσίας. Αν είναι ενεργεί, θα γίνει εργαλείο απελευθέρωσης.
Το ερώτημα δεν είναι αν μπορούμε να έχουμε ηλεκτρονική ψηφοφορία, αλλά αν μπορούμε να έχουμε ενεργούς πολίτες που κατανοούν τη δύναμη της. Η ψηφιακή εποχή δεν απειλεί τη Δημοκρατία,
απλώς την ξεγυμνώνει. Φανερώνει τις αδυναμίες της, τις αντιφάσεις, αλλά και τις δυνατότητες τα. Αν καταφέρουμε να ενώσουμε την τεχνολογική πρόοδο με τη δημοκρατική παιδεία, τότε η Δημοκρατία δεν θα είναι ένα παλιό σύστημα που προσπαθεί να επιβιώσει στο μέλλον, αλλά το μέλλον το ίδιο, με ανθρώπινο πρόσωπο.
* Νομικός, ερευνήτρια