Στα χέρια της Αστυνομίας μέχρι το τέλος των ερευνών θα παραμείνουν 48.430 έγγραφα των Κεντρικών Φυλακών που εντοπίστηκαν στην κατοχή αρχιδεσμοφύλακα τον περασμένο Απρίλιο.

Αυτό αποφάσισε το Ανώτατο Δικαστήριο απορρίπτοντας αίτημα του ίδιου του αρχιδεσμοφύλακα να του δοθεί άδεια για να ζητήσει την ακύρωση του διατάγματος κατακράτησης των τεκμηρίων, μεταξύ των οποίων και των χιλιάδων κρατικών εγγράφων.

Όπως αποσαφηνίζεται από την απόφαση της δικαστού του Ανωτάτου Λένας Δημητριάδου – Ανδρέου, τα έγγραφα βρέθηκαν στις 9/4/2025 στην οικία του αρχιδεσμοφύλακα στο πλαίσιο έρευνας για άλλη υπόθεση. Συγκεκριμένα, σε δύο κλειδωμένα δωμάτια, ένα στο ισόγειο και ένα στον 1° όροφο, η Αστυνομία εντόπισε 48.430 έγγραφα, τα οποία αποτελούνται από 250.464 σελίδες, τα οποία και κατασχέθηκαν (ο τελικός αριθμός προέκυψε μετά από αξιολόγηση των εγγράφων). Όπως αναφέρεται στην απόφαση, όλα τα έγγραφα τα οποία κατασχέθηκαν, κατέχοντο παράνομα και χωρίς οποιαδήποτε εξουσιοδότηση, από τον Αιτητή.

Μεταξύ των εγγράφων περιλαμβάνονται αρχιτεκτονικά, τοπογραφικά και χωροταξικά σχέδια των Κεντρικών Φυλακών στη Λευκωσία, αντίγραφα φακέλων καταδίκων, έγγραφα για πειθαρχικές έρευνες του Τμήματος Φυλακών, εσωτερικές επιστολές, εκθέσεις, σημειώματα, πίνακες – κατάλογοι που αφορούν υπηρεσιακά θέματα του Τμήματος Φυλακών. Περαιτέρω, διαπιστώθηκε ότι κατέχοντο παράνομα και χωρίς οποιαδήποτε εξουσιοδότηση, στην οικία του και έγγραφα της Αστυνομίας ως και άλλων κρατικών υπηρεσιών.

Συγκεκριμένα, εντοπίστηκαν αντίγραφα Αστυνομικών εγγράφων που αφορούν σε διάφορα υπηρεσιακά θέματα της Αστυνομίας, έγγραφα άλλων κρατικών υπηρεσιών, αλληλογραφίες Αστυνομίας με το Τμήμα Φυλακών και αλληλογραφίες που ανταλλάγηκαν μεταξύ των Κεντρικών Φυλακών και άλλων κρατικών υπηρεσιών και κρατικών αξιωματούχων. Αρκετά από τα έγγραφα φέρουν διαβάθμιση ΑΠΟΡΡΗΤΟ και ΕΜΠΙΣΤΕΥΤΙΚΟ. Πέραν των εγγράφων εντοπίστηκαν και κατασχέθηκαν ψηφιακοί δίσκοι που φέρουν χειρόγραφες σημειώσεις με ημερομηνίες, αριθμός με δισκέττες ηλεκτρονικού υπολογιστή, αναμνηστικά δώρα και άλλα αντικείμενα.

Ο μεγάλος όγκος των εγγράφων καθώς και η φύση των αντικειμένων που βρέθηκαν, δημιούργησαν εύλογη αιτία για την πεποίθηση ότι έχουν διαπραχθεί ποινικά αδικήματα πέραν αυτών για τα οποία είχαν εκδοθεί τα εντάλματα έρευνας και σύλληψης. Ως εκ τούτου, κατασχέθηκαν στην παρουσία του Αιτητή και μεταφέρθηκαν στα γραφεία του ΤΑΕ Επιχειρήσεων για να τύχουν περαιτέρω ελέγχου και αξιολόγησης.

Ο δικηγόρος του δεσμοφύλακα, Αλέξανδρος Κληρίδης, είχε υποστηρίξει στο αίτημα του ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο εξέδωσε το υπό κρίση διάταγμα κατακράτησης των τεκμηρίων, καθ’ υπέρβαση δικαιοδοσίας. Υποστήριξε ότι τα τεκμήρια τη δεδομένη στιγμή που η Αστυνομία ζητούσε την έκδοση του Διατάγματος ήταν στην κατοχή της παράνομα, αφού το προηγούμενο Διάταγμα ημερ. 14/4/2025 ακυρώθηκε με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ημερ. 11/7/2025.

Σύμφωνα με το Ανώτατο Δικαστήριο, η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου να εκδώσει διάταγμα κατακράτησης περιουσίας που ανευρέθη στο πλαίσιο εκτέλεσης εντάλματος έρευνας, η οποία δεν αναφέρεται στο εν λόγω ένταλμα, προϋποθέτει την ύπαρξη της εύλογης αιτίας να πιστεύεται ότι διαπράχθηκε ποινικό αδίκημα σε σχέση με την εν λόγω περιουσία. Η αναφορά στην Ένορκη Δήλωση στον εντοπισμό, κατόπιν έρευνας που διενεργήθηκε εντός της οικίας του Αιτητή, μεγάλου αριθμού επισήμων εγγράφων των Φυλακών, συμπεριλαμβανομένων και αρχιτεκτονικών, τοπογραφικών, ηλεκτρολογικών κ.ά. σχεδίων των Φυλακών, δεν θεωρώ ότι δεν θα μπορούσε αντικειμενικά να στοιχειοθετήσει την απαιτούμενη «εύλογη αιτία» να πιστεύεται ότι διαπράχθηκαν τα ποινικά αδικήματα που αναφέρθηκαν ανωτέρω. Η αντίθετη επί τούτο θέση που προβλήθηκε από μέρους του Αιτητή για απουσία «εύλογης αιτίας» ουδόλως συνάδει με τα δεδομένα που είχαν τεθεί ενώπιον του Κατώτερου Δικαστηρίου, βρήκε η δικαστής.

«Η ουσία του πράγματος και αυτό που έχει σημασία, καταλήγει το Δικαστήριο, είναι ότι, ανεξαρτήτως του ότι καταχωρήθηκε με τον ίδιο αριθμό, η αίτηση που οδήγησε στην έκδοση του υπό κρίση Διατάγματος Κατακράτησης, λαμβάνοντας υπόψη το περιεχόμενό της συνιστά, στην πραγματικότητα, μια νέα αίτηση, ανεξάρτητη από την προηγούμενη, βασισμένη στα γεγονότα που καταγράφονται στην ένορκη δήλωση που την υποστηρίζει. Για τους πιο πάνω λόγους δεν έχω ικανοποιηθεί ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση και/ή συζητήσιμο για να χορηγηθεί η αιτούμενη άδεια».