Ένα μικρό ποσοστό θυτών, θυματοποιεί ένα μεγάλο ποσοστό μαθητών, τα κορίτσια διαφαίνεται ότι έχουν μεγαλύτερο ρίσκο θυματοποίησης –ιδιαίτερα σχεσιακής μορφής- ενώ ένας στους πέντε έφηβους είναι θύμα κυβερνοεκφοβισμού.

Αυτά είναι μερικά από τα ευρήματα της έρευνας «Δημιουργία Μηχανισμού Συλλογής Δεδομένων Σχετικά με το Φαινόμενο της Βίας στο Σχολείο», η οποία πραγματοποιείται στο πλαίσιο της Εθνικής Στρατηγικής για την Πρόληψη και Διαχείριση της Βίας στο Σχολείο (2018 – 2024). Την ευθύνη του σχεδιασμού και παρακολούθησης της υλοποίησης της έρευνας την έχει το υπουργείο Παιδείας ενώ τη διεξαγωγή της ανέλαβε ο καθηγητής του Τμήματος Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου, δρ Κώστας Φάντης.

Κατά την παρουσίαση της έρευνας, αναφέρθηκε ότι η εμπλοκή σε περιστατικά σχολικής βίας αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο για α) χαμηλές σχολικές επιδόσεις, β) εμπλοκή σε εγκληματικές ενέργειες και αντικοινωνική συμπεριφορά, γ) ανάπτυξη άγχους και κατάθλιψης και δ) χαμηλή ποιότητα ζωής. Τα θύματα, πέραν από σωματικές συνέπειες (μώλωπες, πονοκεφάλους, στομαχόπονους, αϋπνία, απώλεια όρεξης) παρουσιάζουν συναισθηματικές δυσκολίες όπως ανησυχία, άγχος, απομόνωση ακόμη και κατάθλιψη, καθώς και συνέπειες που αφορούν στη σχολική τους επίδοση.

Επιπρόσθετα, η λειτουργία των σχολείων επηρεάζεται αρνητικά από επιθετικές, βίαιες και παραβατικές συμπεριφορές, ενώ περίπου 2% των μαθητών παρουσιάζει ακραίας μορφής προβλήματα συμπεριφοράς, όπως παραβατικότητα, εναντιωματικότητα και επιθετικότητα προς συνομήλικους, αλλά και προς εκπαιδευτικούς. Τα χαρακτηριστικά αυτών των συμπεριφορών αναπτύσσονται σε αρκετά νεαρή ηλικία, συνεπώς η έγκαιρη αναγνώρισή τους και η προσπάθεια για ανάπτυξη των κατάλληλων δεξιοτήτων διαχείρισης συμπεριφοράς από την Προσχολική ηλικία είναι πολύ σημαντική για τη μείωση της σχολικής βίας.

Στην παρέμβασή της, η υπουργός Παιδείας, Αθηνά Μιχαηλίδου, ανέφερε ότι στη βάση των μέχρι τώρα αποτελεσμάτων αυτής της έρευνας δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στην πρόληψη και τόνισε ότι κατά την τρέχουσα σχολική χρονιά 2023-2024 έχει αρχίσει να υλοποιείται η εφαρμογή πιλοτικού προγράμματος ενισχυτικής διδασκαλίας με δεύτερο νηπιαγωγό σε αριθμό δημοσίων νηπιαγωγείων, με έναν από τους στόχους του τη στήριξη μικρών παιδιών με δυσκολίες προσαρμογής. Το πρόγραμμα εντάσσεται στο πλαίσιο της πρώιμης παρέμβασης και πρόληψης από την προσχολική εκπαίδευση. Επιπρόσθετα, επεσήμανε ότι για να επιτευχθεί η πρόληψη δίνεται ιδιαίτερη βαρύτητα στη συμβολή του Υπεύθυνου Τμήματος, στους Συμβούλους Επαγγελματικής Αγωγής, στους Εκπαιδευτικούς Ψυχολόγους, καθώς και σε άλλες δομές του Υπουργείου, οι οποίες εργάζονται συστηματικά στον τομέα της πρόληψης.

Η έρευνα, η οποία είναι διαχρονική (2019-2024) απευθύνεται σε  όλα τα δημόσια και ιδιωτικά σχολεία της Κύπρου, όλων των βαθμίδων και συγκεκριμένα στους μαθητές από 10 ετών και άνω, στους γονείς/κηδεμόνες παιδιών 4 ετών και άνω, καθώς και στους εκπαιδευτικούς. Αποσκοπεί, αφενός, στην εξαγωγή βασικών αποτελεσμάτων και συμπερασμάτων για τις μορφές, την έκταση και τις τάσεις που χαρακτηρίζουν το φαινόμενο της σχολικής βίας στο κυπριακό εκπαιδευτικό πλαίσιο και αφετέρου στην παροχή εισηγήσεων για χάραξη εκπαιδευτικής πολιτικής. Παράλληλα, στόχος της έρευνας είναι να εξετάσει τη συσχέτιση του φαινομένου της βίας στο σχολείο με διάφορες παραμέτρους που έχουν να κάνουν με το σχολικό και οικογενειακό περιβάλλον, το ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο και τους ατομικούς παράγοντες που αφορούν τους ίδιους τους μαθητές, τους γονείς/κηδεμόνες καθώς και τους εκπαιδευτικούς.