Πέρασαν 51 χρόνια από το καλοκαίρι του 1974, τότε, που οι Τούρκοι, σύμμαχοι μας στο ΝΑΤΟ, εισέβαλαν στην μαρτυρική Μεγαλόνησο Κύπρο.
Έχουν γραφεί πολλά βιβλία για την τουρκική εισβολή και ακόμα περισσότερα άρθρα στον ημερήσιο και περιοδικό τύπο. Σε πολλά από τα παραπάνω αναφέρεται και η Ελληνική Δύναμη Κύπρου, γνωστή στο ευρύ κοινό με το όνομα ΕΛΔΥΚ και η δράση της στις πολεμικές επιχειρήσεις του 1974.
Ποιά όμως είναι η ΕΛΔΥΚ και πώς βρέθηκε στην Κύπρο; Η ΕΛΔΥΚ συγκροτήθηκε το 1960 και μεταφέρθηκε στην Κύπρο στις 16 Αυγούστου 1960. Η δύναμη της αριθμούσε 950 άνδρες, αξιωματικοί και οπλίτες. Η συγκρότηση της βασιζόταν στις Συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου του 1959, μεταξύ Ελλάδος-Τουρκίας-Μεγάλης Βρετανίας, για σύσταση κυπριακού κράτους.
Οι Συμφωνίες αυτές αποτέλεσαν θρίαμβο και περήφανη νίκη της αγγλικής διπλωματίας και της αγγλοτουρκικής συνεργασίας σε βάρος ολόκληρου του ελληνικού έθνους. Και αυτό, διότι με το σύνταγμα, το οποίο δόθηκε στους Κυπρίους και το οποίο ουδέποτε εγκρίθηκε από αυτούς, περιπλέκονταν τα πάντα. Είναι το εκτενέστερο του κόσμου με 199 άρθρα και 3 παραρτήματα. Καθιστούσε αδύνατη τη λειτουργία του νέου κράτους. Πολύ γρήγορα άρχισε μία μακρά περίοδος κρίσεων μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων και διαρκείς απειλές της Τουρκίας για επέμβαση. Έτσι η ΕΛΔΥΚ, λίγο καιρό μετά την εγκατάσταση της στις δυτικές παρυφές της Λευκωσίας, βρέθηκε σε ένα εξαιρετικά δύσκολο περιβάλλον. Την ύπαρξη κυρίαρχου κυπριακού κράτους και ένωση του με την Ελλάδα, που ήταν ο από αιώνων πόθος των Ελληνοκυπρίων, δεν την επιθυμούσαν καθόλου οι Βρετανοί για πολλούς λόγους.
Στον αγώνα των Ελληνοκυπρίων, στον αγώνα της Εθνικής Οργάνωσης Κυπρίων Αγωνιστών (ΕΟΚΑ) αντέδρασαν έντονα με πολλές στρατιωτικές δυνάμεις και με πράξεις πρωτοφανούς βαρβαρότητας επί 4 χρόνια, όσο δηλαδή διήρκησε ο τετραετής, Απρίλιος 1954-Μαρτιος 1959, επικός αγώνας της ΕΟΚΑ, ο οποίος απέσπασε τον παγκόσμιο θαυμασμό.
Οι Βρετανοί, με την έναρξη του αγώνα της ΕΟΚΑ, προειδοποίησαν την τότε ελληνική κυβέρνηση με τον πρεσβευτή τους στην Αθήνα Τσαρλς Πήκ «…ότι δεν τους απομένει άλλη λύση από τη δράση της ΕΟΚΑ, παρά μόνον να προκαλέσουν το ενδιαφέρον των Τούρκων για την Κύπρο…». Όπως είναι γνωστόν οι Τούρκοι είχαν ρητά και κατηγορηματικά, παραιτηθεί από κάθε αξίωση επί της Κύπρου με τη Συνθήκη της Λωζάννης του 1923.
Από τότε η ενεργός ανάμειξη της Τουρκίας στην Κύπρο, με μοχλό τους Τουρκοκυπρίους, οι οποίοι αποτελούσαν το 18% του πληθυσμού και τους οποίους διοικούσαν τούρκοι αξιωματικοί, προξένησε σοβαρές κρίσεις μέχρι τον Απρίλιο του 1967. Οι ελληνικές δημοκρατικές κυβερνήσεις, αυτής της περιόδου τις αντιμετώπισαν με επιτυχία και θωράκισαν την αμυντική ικανότητα της Κύπρου με την εκεί αποστολή μιας Μεραρχίας.
Αυτή όμως η κατάσταση ανατράπηκε οριστικά από το στρατιωτικό καθεστώς της 21ης Απριλίου 1967, γιατί απέσυρε την Μεραρχία από την Κύπρο και διενήργησε το πραξικόπημα ανατροπής του προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας στις 15 Ιουλίου 1974. Το πραξικόπημα καταγράφηκε ως η μελανότερη σελίδα του Κυπριακού, διότι είχε σκοπούς ανόητους, κίνητρα ποταπά και αποτελέσματα ολέθρια. Χάρισε στην Τουρκία την τυπική αφορμή να εισβάλει στην Κύπρο στις 20 Ιουλίου 1974, με το δόλιο επιχείρημα «…της αποκατάστασης της διαταραχθείσης νομιμότητας…».
Η τουρκική εισβολή βρήκε την ΕΛΔΥΚ και το σύνολο σχεδόν των μονάδων της Εθνοφρουράς εντός των στρατοπέδων τους, διότι τους απαγορεύτηκε η έξοδος τους στους χώρους διασποράς.
Οι απώλειες από τη τουρκική αεροπορική επίθεση ήταν πολύ σοβαρές για την Εθνοφρουρά και πολύ περιορισμένες για τις μονάδες της ΕΛΔΥΚ, διότι ο διοικητής της ΕΛΔΥΚ συνταγματάρχης Νικολαΐδης Νικόλαος διέταξε στις 04:00 ώρα διασπορά εντός του στρατοπέδου, μία ώρα πριν την αεροπορική επίθεση στις 05:00 ώρα.
Η ΕΛΔΥΚ ενήργησε επιθετική αναγνώριση στις 09:00 ώρα προς την τοποθεσία του τουρκικού χωριού Κιόνελι, στον ίδιο χώρο που οι Τούρκοι διενεργούσαν αεραποβατική επιχείρηση με αλεξιπτωτιστές και μεταφορά καταδρομέων με ελικόπτερα.
Τη νύχτα 20 προς 21 Ιουλίου η ΕΛΔΥΚ εκτέλεσε κανονική επίθεση προς το χωριό Κιόνελι με δύο τάγματα πεζικού και αριθμό αρμάτων της Εθνοφρουράς.
Η επίθεση διήρκησε 6 ώρες. Είχε αρκετές απώλειες και έφθασε μέχρι τις παρυφές του χωριού Κιόνελι. Έφερε τους Τούρκους σε απελπιστική κατάσταση, όπως ομολόγησαν αργότερα οι ίδιοι. Συγκεκριμένα τον Ιούνιο του 1976 ο τότε τούρκος αρχηγός αεροπορίας, αντιπτέραρχος Εμίν Αλπκαγιά, δήλωσε «Η ΕΛΔΥΚ προσέβαλε τις θέσεις μας. Οι μονάδες πεζικού βρέθηκαν σε πολύ δύσκολη κατάσταση. Διασπάστηκαν στα δύο. Ζητήθηκε η βοήθεια της αεροπορίας και την δώσαμε κατά τρόπον λίαν αποτελεσματικό. Έτσι αναχαιτίσαμε την προέλαση των Ελλήνων, διαφορετικά ερχόταν η καταστροφή. Μόνον εγώ γνωρίζω τις στενοχώριες εκείνης της νύχτας». Την ίδια χρονιά ο τότε τούρκος υπουργός άμυνας Χασάν Ισίκ δήλωσε στην βελγική εφημερίδα Libre Belgique «Εάν οι Έλληνες είχαν αποστείλει έστω και 4 αεροσκάφη στην Κύπρο, εμείς θα αναγκαζόμεθα να ματαιώσουμε την επιχείρηση».
Στην περιοχή Πέντε Μίλι, δυτικά της Κυρήνειας, οι Τούρκοι στις 20 Ιουλίου 1974 δεν έκαναν απόβαση, αλλά αποβίβαση στρατευμάτων, διότι δεν υπήρξε οργανωμένη στην ακτή αντίδραση της Εθνοφρουράς, για να ρίξουν τους Τούρκους στη θάλασσα.
Οι σπασμωδικές και ασυντόνιστες ενέργειες της Εθνοφρουράς προξένησαν μεν σοβαρές απώλειες στους Τούρκους, αλλά τελικά αυτοί αποβίβασαν δυνάμεις για να συνεχίσουν τις επιχειρήσεις στην ξηρά. Η ΕΛΔΥΚ, τη νύχτα της 22ας Ιουλίου, απέκρουσε 8ωρη τουρκική επίθεση χωρίς δικές της απώλειες. Ίσχυε κατάπαυση του πυρός από την 16:00 ώρα της 22ας Ιουλίου, με βάση τη 353 απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Οι Τούρκοι από 23 Ιουλίου μέχρι 14 Αυγούστου 1974 παραβίασαν την παραπάνω απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ περισσότερες από 80 φορές, καταλαμβάνοντας διαδοχικά εδάφη και μεταφέροντας στην Κύπρο, παντελώς ανενόχλητοι, τεράστιο όγκο δυνάμεων προς εξαπόλυση του Αττίλα 2.
Το σύνολο αυτών των δυνάμεων οργανώθηκε σε δύο σώματα στρατού την ΤΟΥΡΔΥΚ ενισχυμένη (1000) άνδρες και 20 τάγματα Τουρκοκυπρίων.
Σε αυτές τις δυνάμεις περιλαμβάνονταν 200 άρματα μάχης, 300 τεθωρακισμένα οχήματα μεταφοράς προσωπικού Μ113, 100 πυροβόλα των 105-155 χιλιοστών, όλμοι 4,2″ και 120 χιλιοστών.
Οι επιχειρήσεις πραγματοποιήθηκαν σε τρεις κατευθύνσεις, προς Δυσμάς, προς Ανατολάς και προς Νότον, υποστηριζόμενες από διαρκή αεροπορική υποστηριξη. Η δύναμη της ΕΛΔΥΚ, που παρέμεινε στο στρατόπεδο της, ήταν 2 λόχοι πεζικού. Στο ύψωμα Β δυτικά του στρατοπέδου ο λόχος διοικήσεως (μείον) και προς υποστήριξη όλων ο λόχος βαρέων όπλων. Τα δύο τάγματα πεζικού (μείον) τους 2 παραπάνω λόχους διατέθηκε δυτικά του αεροδρομίου Λευκωσίας προς πιθανές κατευθύνσεις τουρκικής ενέργειας.
Η δύναμη της ΕΛΔΥΚ στο ύψωμα Β και η εντός του στρατοπέδου της απέκρουσε επί τριήμερο, 14 έως και 16 Αυγούστου, λυσσαλέες τουρκικές επιθέσεις.
Κρανίου τόπος από τους βομβαρδισμούς το ύψωμα Β΄
Το ύψωμα Β έγινε κρανίου τόπος από τους βομβαρδισμούς, κυρίως με βόμβες Ναπάλμ της τουρκικής αεροπορίας, το δε στρατόπεδο της μεταβλήθηκε σε σωρούς ερειπίων. Οι υπερασπιστές τους με πείσμα, αποφασιστικότητα και σθένος έδωσαν τα πάντα στον υπέρ πάντων αγώνα, μέχρις εξαντλήσεως και του τελευταίου φυσιγγίου και βλήματος πυροβολικού που τους υποστήριζε. Το ύψωμα Β ήταν η κύρια προσπάθεια των Τούρκων προς Νότον ώστε στη συνέχεια να θέσουν υπό έλεγχο τους την έρημη τότε από κόσμο Λευκωσία. Το τι ακριβώς γινόταν στο ύψωμα Β αναφέρεται σε έγγραφο του ΓΕΣ προς τη χήρα σύζυγο του λοχαγού μηχανικού Σταυριανάκου Σωτηρίου. Ήταν διμοιρίτης της διμοιρίας μηχανικού του λόχου διοικήσεως. Αναγράφει το ΓΕΣ στις 13 Νοεμβρίου 1975 «…Ο σύζυγος σας έπεσε επί του πεδίου μάχης την 16η Αυγούστου του 1974, μαχόμενος μετά πρωτοφανούς ηρωϊσμού , θάρρους και αυταπαρνήσεως, εναντίον υπερτέρων τουρκικών δυνάμεων και αφού απέκρουσε λυσσαλέες τουρκικές επιθέσεις από 14 έως 16 Αυγούστου 1974 επί των δυτικών του στρατοπέδου της ΕΛΔΥΚ υψωμάτων».
Άνδρες του ΟΗΕ, οι οποίοι παρακολουθούσαν από κοντά τις μάχες αυτές μετέβησαν στο σταθμό διοικήσεως της εθνοφρουράς, πετώντας τους μπερέδες τους στον αέρα, κραυγάζοντας «ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΑΛΛΗ ΜΙΑ ΕΛΔΥΚ;».
Αλλά και ο τότε ΤΕΘΑ Ευάγγελος Αβέρωφ στην ημερησία διαταγή του 1975 προς τις Ένοπλες Δυνάμεις έγραφε «…Το έτος που μόλις τώρα τελείωσε ήταν για εσάς μεγάλης πικρίας, γιατί ζήσατε την υποδούλωση σημαντικού μέρους της πολυαγαπημένης Μεγαλονήσου. Μόνη σας παρηγοριά ήταν ότι λίγοι συνάδελφοι σας πολέμησαν εκεί σαν λιοντάρια, παρά το εσωτερικό χάος και παρά την πλήρη γειτονική αεροπορική και ναυτική κάλυψη του εισβολέα. Συγκράτησαν επί τρεις ημέρες τον πολλαπλάσιο σε αριθμό και σε δύναμη πυρός αντίπαλο και πολλοί προτίμησαν να πεθάνουν παρά να υποχωρήσουν. Με το τέλος του 1974 η σκέψη μας μελετά τα λαμπρά παλικάρια που έπεσαν για την τιμή των ελληνικών όπλων».
Η ΕΛΔΥΚ διέσωσε την εθνική αξιοπρέπεια και κράτησε τη Λευκωσία σε ελληνικά χέρια. Το πέτυχε μόνη και παντελώς αβοήθητη με τη θυσιαστική προσφορά 105 αξιωματικών και οπλιτών της και αμέτρητων τραυματιών. Μετά από πολλά χρόνια όλοι οι πεσόντες τιμήθηκαν από την ελληνική πολιτεία με 6 βαθμούς και οι επιζήσαντες με το Αναμνηστικό Μετάλλιο Κύπρου και ισόβια μηνιαία σύνταξη 200 ευρώ.
*Υποστράτηγος εα