Μετά από δυο απορρίψεις προδικαστικών ζητημάτων, σήμερα η υπόθεση της δικαστού Ντόριας Βαρωσιώτου που απολύθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο, μπήκε στην ουσία με την τελική απόφαση να επιφυλάσσεται.
Το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστικό Συμβούλιο άκουσε τις δυο πλευρές επί των νομικών ζητημάτων τα οποία αφορούν στην υπόθεση, που ειρήσθω εν παρόδω, για πρώτη φορά εγείρονται ζητήματα απόλυσης δικαστή. Αίσθηση προκάλεσε η αναφορά του δικηγόρου της κ. Βαρωσιώτου, Αχιλλέα Δημητριάδη, απαντώντας στη θέση της άλλης πλευράς ότι ο διορισμός ήταν επί δοκιμασία δύο ετών: Δεν γίνεται να υπηρετεί ως «ολίγον δικαστής» κατά την κυπριακή ρήση «ολίγον έγκυος». Ή είσαι δικαστής, ανέφερε, ή δεν είσαι.
Περαιτέρω, τόνισε ότι το Σύνταγμα απαγορεύει τον προσωρινό διορισμό δικαστών. Στην απουσία πλαισίου, ο διορισμός είναι μόνιμος. Η κατάσταση δεν σώζεται για κανόνα δικαίου, εγώ το ονομάζω ad hoc διαδικασία. Η κατάσταση αφορά σε μόνιμο διορισμό. Έστω και αν βαφτίστηκε από το Ανώτατο «υπό δοκιμασία» δεν αλλάζει. Δεν είναι η ενιστάμενη ολίγον κανονική, είναι κανονική, παρατήρησε ο κ. Δημητριάδης.
Έθεσε επίσης θέμα νομιμότητας της σύνθεσης του οργάνου που αποφάσισε τον τερματισμό των υπηρεσιών της: «Εκείνος που σε απολύει πρέπει να είναι και εκείνος που σε διορίζει. Ποιοι μας απέλυσαν; Όχι εκείνοι που μας διόρισαν». Όπως εξήγησε, η κ. Βαρωσιώτου διορίστηκε από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο, στο οποίο συμμετέχουν οι δικαστές του Ανωτάτου, ο Γενικός Εισαγγελέας, ο πρόεδρος των δικηγόρων και δυο νομικοί, χωρίς δικαίωμα ψήφου. Κατά τη λήψη της απόφασης απόλυσης, οι τέσσερις τελευταίοι δεν συμμετείχαν.
Ένα από τα ζητήματα που ήγειρε ο συνήγορος της κ. Βαρωσιώτου ήταν και η παραβίαση του δικαιώματος ακρόασης της δικαστού. «Πότε ακούστηκε η ενιστάμενη πριν την απόλυσή της; Η επιστολή που της έστειλαν ζητούσε εξηγήσεις για συγκεκριμένα θέματα, δεν έλεγε ότι θα απολυθεί. Υπάρχουν πολλές αναφορές για τις οποίες δεν ρωτήθηκε. Καλά, τι απέγινε το δικαίωμα ακρόασης», διερωτήθηκε.
Στην αγόρευσή του έκανε αναφορά και στην υπόθεση Θανάση, αφού ήταν μια από τις κατηγορίες για απόλυση. «Λέει το ΑΔΣ ότι έγιναν αυτά τα λάθη και θα σας απολύσω. Έγινε το αίτημα Σταυριανού, το Δικαστήριο αποφάσισε να το απορρίψει και δεν ήταν στη δικαιοδοσία του ΑΔΣ να αποφασίζει αν ήταν ορθά που αποφάσισε. Στην υπόθεση Θανάση ο Γενικός Εισαγγελέας δεν είχε θέμα να την προσβάλει και είχαν οι δικαστές; Δεν έχουν δικαιοδοσία να εξετάσουν αυτά τα πράγματα», υποστήριξε.
Από την πλευρά του, ο δικηγόρος του Ανωτάτου, Πόλυς Πολυβίου, υποστήριξε ότι η διαδικασία διορισμού και αξιολόγησης της κ. Βαρωσιώτου ήταν απολύτως νόμιμη και στηριζόταν σε πάγια πρακτική και συνταγματικές εξουσίες του Συμβουλίου.
Επισήμανε ότι η απόφαση διορισμού ήταν σαφής και προέβλεπε δοκιμαστική περίοδο: «Η απόφαση διορισμού της ενιστάμενης είναι αυτοτελής και διακριτή πράξη. Ο διορισμός της έγινε με δοκιμαστική περίοδο διάρκειας δύο ετών». Υποστήριξε ότι η κ. Βαρωσιώτου αποδέχθηκε τους όρους του διορισμού χωρίς επιφυλάξεις ή διαμαρτυρίες και, ως εκ τούτου, είχε αποδεχθεί και την εξουσία του Συμβουλίου να τερματίσει τις υπηρεσίες της.
«Το ΑΔΣ αποτελεί το κατά το Σύνταγμα το αρμόδιο όργανο για την επιλογή και τον διορισμό δικαστών. Οι εξουσίες του ασκούνται αποκλειστικά στο πλαίσιο διαδικασιών που το ίδιο καθορίζει και εφαρμόζει, απαλλαγμένο από οποιαδήποτε παρέμβαση ή πίεση άλλων κρατικών εξουσιών».
Ο κ. Πολυβίου υπογράμμισε ότι η δοκιμαστική περίοδος αποτελεί θεμιτό μηχανισμό αξιολόγησης, για να διαπιστωθεί αν ο διορισμένος πληροί τις προϋποθέσεις για μονιμοποίηση. Ο ίδιος ανέφερε ότι στον όρκο που έδωσε αναγνώρισε ότι διορίστηκε στο αξίωμα επί δοκιμασία επαρχιακής δικαστή.
Μετά τις τελικές αγορεύσεις το Συμβούλιο επεφύλαξε την απόφασή του για σύντομο χρονικό διάστημα.