Ανακοίνωση εξέδωσε η Νομική Υπηρεσία με αφορμή την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου να μην παραχωρήσει κυπριακή υπηκοότητα σε αλλοδαπό που παντρεύτηκε Κύπρια.
Όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση, ορθά το Διοικητικό Δικαστήριο διήλθε τον διοικητικό φάκελο του αλλοδαπού και έλαβε υπ’ όψιν τα πραγματικά δεδομένα, το γενικότερο ιστορικό και τη συμπεριφορά του που συνδέεται με προβληματικές εκφάνσεις και άσκηση ενδοοικογενειακής βίας.
Αυτούσια η ανακοίνωση:
Το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, αποδίδοντας ιδιαίτερη βαρύτητα στο ιστορικό και τη συμπεριφορά αλλοδαπού αιτητή, απέρριψε ομόφωνα στις 10 Δεκεμβρίου 2025 την έφεση που καταχώρισε εναντίον της απόφασης του Διοικητικού Δικαστηρίου να απορρίψει την αίτησή του για την εγγραφή του ως πολίτη της Κυπριακής Δημοκρατίας εξαιτίας γάμου που συνήψε με Κύπρια πολίτιδα (Άρθρο 110 του Νόμου 141(Ι)/02).
Η υπόθεση ενέχει ενδιαφέρον καθώς επιβεβαιώνει την ευρεία, διακριτική ευχέρεια της Κυπριακής Δημοκρατίας στην εγγραφή πολιτών μέσω γάμου, ξεκαθαρίζοντας ότι το Άρθρο 110 δεν θεμελιώνει οποιοδήποτε δικαίωμα πολιτογράφησης. Αντιθέτως, ρυθμίζει τη διαδικασία που, τηρουμένων συγκεκριμένων διατάξεων, αλλοδαπός δύναται να εγγραφεί ως πολίτης της Δημοκρατίας, με την τελική απόφαση να ανήκει αποκλειστικά στη διακριτική ευχέρεια του Υπουργού Εσωτερικών.
Στην προκείμενη και όπως συνοψίζεται από την απόφαση του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, ορθά το Διοικητικό Δικαστήριο διήλθε τον διοικητικό φάκελο του αλλοδαπού και έλαβε υπ’ όψιν τα πραγματικά δεδομένα, το γενικότερο ιστορικό και τη συμπεριφορά του που συνδέεται με προβληματικές εκφάνσεις και άσκηση ενδοοικογενειακής βίας.
Κατάληξη του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, το οποίο έκρινε ουδέν μεμπτόν υπό τις συνθήκες στην κρίση του Διοικητικού Δικαστηρίου ήταν ότι «ο καθορισμός των προϋποθέσεων κτήσεως και απώλειας της ιθαγένειας ανήκει, κατά το διεθνές δίκαιο και τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, στην κυρίαρχη εξουσία κάθε κράτους-μέλους. […] Συνεπώς, η άρνηση εγγραφής όταν στηρίζεται -ως η επίμαχη περίπτωση- σε αντικειμενικά και εύλογα κριτήρια που αποβλέπουν στην προστασία των συμφερόντων του Κράτους και δεν εισάγουν δυσμενείς διακρίσεις χωρίς επαρκή και αντικειμενική αξιολόγηση, όπως εδώ, δεν παραβιάζει άνευ ετέρου το Άρθρο 8 της ΕΣΔΑ [σ.σ. Δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής], το εφαρμοστέο ενωσιακό δίκαιο ή το Άρθρο 15 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας, ως η πρόταση του εφεσείοντα».
Εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, την υπόθεση χειρίστηκε η Δικηγόρος της Δημοκρατίας κα Νικολέττα Νικολάου.