Ο Ντόναλντ Τραμπ επανέλαβε την Τρίτη την πρότασή του προς τον Καναδά να ενταχθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες ως η «51η πολιτεία», μόλις λίγες ώρες μετά την ομιλία του βασιλιά Καρόλου Γ’, ο οποίος υπερασπίστηκε δημόσια την εθνική κυριαρχία του Καναδά.
Ο Αμερικανός πρόεδρος, μέσω ανάρτησης στο Truth Social, ανέφερε ότι «ο Καναδάς, που επιθυμεί έντονα να ενταχθεί στο φανταστικό μας σύστημα “Χρυσός Θόλος”, θα πρέπει να πληρώσει 61 δισ. δολάρια για να παραμείνει ανεξάρτητο κράτος, αλλά μηδέν δολάρια εάν γίνει η αγαπημένη μας 51η πολιτεία». Πρόσθεσε μάλιστα ότι «εξετάζουν την προσφορά».
Από την επιστροφή του στην εξουσία, ο Ντόναλντ Τραμπ έχει διατυπώσει επανειλημμένα τη φιλοδοξία του για προσάρτηση του Καναδά, εντάσσοντας τη ρητορική αυτή και στην προεκλογική του εκστρατεία. Παρότι οι ΗΠΑ διατηρούν εμπορική συμφωνία με τον Καναδά και το Μεξικό, η κυβέρνηση Τραμπ έχει επιβάλει τελωνειακούς δασμούς και άλλα περιοριστικά μέτρα εις βάρος της Οτάβα.
Η καναδική πλευρά έχει απορρίψει επισήμως τις προτάσεις Τραμπ. Ο νέος πρωθυπουργός της χώρας, Μαρκ Κάρνι, ο οποίος ανέλαβε καθήκοντα τον Μάρτιο διαδεχόμενος τον Τζάστιν Τριντό, ξεκαθάρισε από την πρώτη στιγμή ότι ο Καναδάς «δεν είναι προς πώληση».
Οι δηλώσεις του Τραμπ προκάλεσαν πολιτική ένταση στον Καναδά κατά τη διάρκεια της πρόσφατης προεκλογικής περιόδου. Το Φιλελεύθερο Κόμμα του Κάρνι κέρδισε τις εκλογές, επικρατώντας με κεντρικό μήνυμα την προάσπιση της εθνικής κυριαρχίας.
Την περασμένη εβδομάδα, ο Καναδός πρωθυπουργός επιβεβαίωσε ότι βρίσκονται σε εξέλιξη συνομιλίες με την Ουάσινγκτον για την πιθανή συμμετοχή του Καναδά στο υπό σχεδίαση αμερικανικό αντιπυραυλικό σύστημα «Χρυσός Θόλος». Ο Καναδάς ήδη μετέχει στη στρατιωτική διοίκηση NORAD.
Ο «Χρυσός Θόλος» προβάλλεται από τον Τραμπ ως ένα προηγμένης τεχνολογίας σύστημα άμυνας ικανό να αντιμετωπίζει ευρύ φάσμα απειλών — από διηπειρωτικούς βαλλιστικούς πυραύλους και υπερηχητικά όπλα μέχρι drones. Ειδικοί, ωστόσο, προειδοποιούν ότι το έργο αντιμετωπίζει τεχνικά και οικονομικά εμπόδια, ενώ εκτιμούν ότι το κόστος του θα υπερβεί κατά πολύ το προβλεπόμενο ποσό των 175 δισ. δολαρίων.
ΑΠΕ – ΜΠΕ