Ακόμα και σήμερα στα βόρεια προάστια της Τεχεράνης βρίσκεται ένας μικρός πυρηνικός αντιδραστήρας που χρησιμοποιείται για ειρηνικούς επιστημονικούς σκοπούς, ο οποίος μέχρι στιγμής δεν έχει αποτελέσει στόχο της εκστρατείας του Ισραήλ για την εξάλειψη της πυρηνικής ικανότητας του Ιράν, όπως αναφέρουν οι New York Times.

Ακόμα και σήμερα στα βόρεια προάστια της Τεχεράνης βρίσκεται ένας μικρός πυρηνικός αντιδραστήρας που χρησιμοποιείται για ειρηνικούς επιστημονικούς σκοπούς, ο οποίος μέχρι στιγμής δεν έχει αποτελέσει στόχο της εκστρατείας του Ισραήλ για την εξάλειψη της πυρηνικής ικανότητας του Ιράν, όπως αναφέρουν οι New York Times.

Η πραγματική σημασία του Ερευνητικού Αντιδραστήρα της Τεχεράνης είναι συμβολική: Τον έστειλαν στο Ιράν οι Ηνωμένες Πολιτείες τη δεκαετία του 1960, στο πλαίσιο του προγράμματος «Atoms for Peace» του τότε προέδρου Ντουάιτ Αϊζενχάουερ. Σκοπός του προγράμμαατος ήταν οι ΗΠΑ να μοιραστούν πυρηνική τεχνολογία με συμμάχους τους που ήταν πρόθυμοι να εκσυγχρονίσουν τις οικονομίες τους και να έρθουν πιο κοντά στην Ουάσινγκτον σε έναν κόσμο που τότε ήταν κομμένος στα δύο από τον Ψυχρό Πόλεμο. Σήμερα, ο αντιδραστήρας δεν συμβάλλει στον εμπλουτισμό ουρανίου του Ιράν. Αυτό συμβαίνει γιατί λειτουργεί με πυρηνικό καύσιμο πολύ αδύναμο για να τροφοδοτήσει μια βόμβα.

Αρκετά άλλα έθνη, συμπεριλαμβανομένου του Πακιστάν, φέρουν τουλάχιστον την ίδια ευθύνη για την πορεία του Ιράν προς το κατώφλι της δυνατότητας κατασκευής πυρηνικών όπλων, λένε οι ειδικοί. Αλλά ο αντιδραστήρας της Τεχεράνης είναι επίσης ένα μνημείο για τον τρόπο με τον οποίο η Αμερική εισήγαγε το Ιράν, που τότε κυβερνούνταν από έναν κοσμικό, φιλοδυτικό μονάρχη, στην πυρηνική τεχνολογία.

Το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν έγινε γρήγορα αντικείμενο εθνικής υπερηφάνειας, πρώτα ως κινητήρια δύναμη οικονομικής ανάπτυξης και αργότερα, προς απογοήτευση της Δύσης, ως πιθανή πηγή απόλυτης στρατιωτικής ισχύος.

Είναι μια κληρονομιά ενός δραματικά διαφορετικού κόσμου, στον οποίο η Αμερική δεν είχε ακόμη κατανοήσει πόσο γρήγορα τα πυρηνικά μυστικά που αποκάλυψε στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου θα αποτελούσαν απειλή για τις Ηνωμένες Πολιτείες.«Βοηθήσαμε το Ιράν να κάνει την αρχή»

«Δώσαμε στο Ιράν τον εξοπλισμό εκκίνησης», δηλώνει ο Ρόμπερτ Άινχορν, πρώην αξιωματούχος ελέγχου όπλων που συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις των ΗΠΑ με την Τεχεράνη για τον περιορισμό του πυρηνικού της προγράμματος. «Δεν ανησυχούσαμε ιδιαίτερα για την διάδοση των πυρηνικών εκείνη την εποχή, οπότε ήμασταν αρκετά επιπόλαιοι όσον αφορά τη μεταφορά πυρηνικής τεχνολογίας», πρόσθεσε ο Άινχορν, τώρα ανώτερος συνεργάτης στο Ινστιτούτο Μπρούκινγκς. «Κάναμε άλλες χώρες να ξεκινήσουν την πυρηνική βιομηχανία», προσθέτει.

Η αφετηρία του Atoms for Peace

Το «Atoms for Peace» γεννήθηκε από μια ομιλία που εκφώνησε ο κ. Αϊζενχάουερ στα Ηνωμένα Έθνη τον Δεκέμβριο του 1953, στην οποία προειδοποίησε για τους κινδύνους μιας κούρσας πυρηνικών εξοπλισμών με τη Σοβιετική Ένωση και ορκίστηκε να οδηγήσει τον κόσμο «από αυτόν τον σκοτεινό θάλαμο φρίκης στο φως».

Ο Αϊζενχάουερ εξήγησε ότι ο κόσμος θα πρέπει να κατανοήσει καλύτερα μια τόσο καταστροφική τεχνολογία και ότι τα μυστικά της θα πρέπει να κοινοποιηθούν και να χρησιμοποιηθούν εποικοδομητικά. «Δεν αρκεί απλώς να αφαιρεθεί αυτό το όπλο από τα χέρια των στρατιωτών», είπε. «Πρέπει να δοθεί στα χέρια εκείνων που θα ξέρουν πώς να αφαιρέσουν το στρατιωτικό του περίβλημα και να το προσαρμόσουν στις τέχνες της ειρήνης».

Γιατί ο Αϊζενχάουερ πήρε αυτή την πρωτοβουλία

Η χειρονομία ήταν κάτι παραπάνω από αλτρουιστική. Πολλοί ιστορικοί υποστηρίζουν ότι ο Αϊζενχάουερ παρείχε κάλυψη για μια αμερικανική συσσώρευση πυρηνικών όπλων που βρισκόταν ήδη σε εξέλιξη. Άλλοι θεωρούν ότι επηρεάστηκε επίσης από επιστήμονες, συμπεριλαμβανομένου του Τζ. Ρόμπερτ Οπενχάιμερ, ο οποίος είχε βοηθήσει στην ανάπτυξη της ατομικής βόμβας που κατέστρεψε τη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι λιγότερο από μια δεκαετία νωρίτερα.

«Ήταν η μετάνοιά τους που συμμετείχαν στην ανάπτυξη της βόμβας», υπογραμμίζει ο Άινχορν. Η κυβέρνηση Αϊζενχάουερ έβλεπε επίσης το πρόγραμμα ως έναν τρόπο να αποκτήσει επιρροή σε σημαντικά κομμάτια της παγκόσμιας σκακιέρας του Ψυχρού Πολέμου. Σε αυτά περιλαμβάνονταν το Ισραήλ, το Πακιστάν και το Ιράν, στα οποία δόθηκαν πυρηνικές πληροφορίες, εκπαίδευση και εξοπλισμός για να χρησιμοποιηθούν για ειρηνικούς σκοπούς, όπως η επιστήμη, η ιατρική και η ενέργεια.

Ο ρόλος του Σάχη

Το Ιράν που έλαβε έναν αμερικανικό ερευνητικό αντιδραστήρα το 1967 ήταν πολύ διαφορετικό από τη χώρα που κυβερνάται σήμερα από κληρικούς και στρατηγούς. Στο τιμόνι της χώρας τότε ήταν ένας μονάρχης, ή Σάχης, ο Μοχάμεντ Ρεζά Παχλαβί, ένας αριστοκράτης με ελβετική εκπαίδευση που εγκαταστάθηκε σε ένα πραξικόπημα του 1953 με την υποστήριξη της CIA.

Ο Παχλαβί ήταν αποφασισμένος να εκσυγχρονίσει το έθνος του και να το καταστήσει παγκόσμια δύναμη, με την αμερικανική υποστήριξη. Φιλελευθεροποίησε την ιρανική κοινωνία, προωθώντας τον κοσμικό χαρακτήρα και τη δυτική εκπαίδευση την ώρα που κατέστειλε την αντιπολίτευση.

Απαγόρευσε τη γυναικεία μαντίλα και προώθησε τη μοντέρνα τέχνη – ο Άντι Γουόρχολ κάποτε ζωγράφισε το πορτρέτο του – ενώ παράλληλα επένδυσε στον αλφαβητισμό και τις υποδομές.

Με αφορμή το «Atoms for Peace», ο Παχλαβί διέθεσε δισεκατομμύρια δολάρια στον προϋπολογισμό ενός ιρανικού πυρηνικού προγράμματος, το οποίο θεωρούσε εγγύηση της ενεργειακής ανεξαρτησίας της χώρας του – παρά την υπάρχουσα τεράστια παραγωγή πετρελαίου- και πηγή εθνικής υπερηφάνειας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες καλωσόρισαν νέους Ιρανούς επιστήμονες σε ειδικά μαθήματα πυρηνικής εκπαίδευσης στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης.

Επεκτείνοντας το πρόγραμμά του τη δεκαετία του 1970, το Ιράν σύναψε συμφωνίες με τους Ευρωπαίους συμμάχους του. Κατά τη διάρκεια επίσκεψης στο Παρίσι το 1974, ο Παχλαβί υπέγραψε μια συμφωνία δισεκατομμυρίου δολαρίων για την αγορά πέντε πυρηνικών αντιδραστήρων 1.000 μεγαβάτ από τη Γαλλία.

Τα πρώτα σύννεφα

Αρχικά, ο Σάχης ήταν το πρότυπο για την ειρηνική χρήση της πυρηνικής ενέργειας. Αλλά παρόλο που οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν πείσει το Ιράν να υπογράψει τη Συνθήκη Μη Διάδοσης των Πυρηνικών Όπλων του 1968, στην οποία η χώρα αποδέχτηκε τις διεθνείς εγγυήσεις και οι αξιωματούχοι ορκίστηκαν να μην διαθέτουν πυρηνικά όπλα, οι υποψίες για τις προθέσεις του Παχλαβί αυξάνονταν στην Ουάσιγκτον.

Ένα άρθρο των New York Times το 1974 σημείωσε ότι η συμφωνία του Ιράν με τη Γαλλία για τους αντιδραστήρες «δεν έκανε καμία δημόσια αναφορά σε διασφαλίσεις κατά της χρήσης των αντιδραστήρων ως βάσης για την κατασκευή πυρηνικών όπλων».

Σύντομα ο Σάχης μιλούσε για το «δικαίωμα» του Ιράν να παράγει πυρηνικό καύσιμο στο εσωτερικό, μια δυνατότητα που μπορεί επίσης να εφαρμοστεί στην ανάπτυξη πυρηνικών όπλων. Κατήγγειλε τις συζητήσεις σχετικά με τους εξωτερικούς περιορισμούς στην πυρηνική δραστηριότητα του Ιράν ως παραβίαση της εθνικής κυριαρχίας.

Καθώς η Ουάσιγκτον εξέφραζε μεγαλύτερη ανησυχία, ο Παχλαβί στράφηκε σε ένα ευρύτερο φάσμα εθνών για πυρηνική βοήθεια: η Γερμανία θα κατασκεύαζε περισσότερους αντιδραστήρες και η Νότια Αφρική θα προμήθευε ακατέργαστο ουράνιο. Μέχρι το 1978, η κυβέρνηση Κάρτερ ήταν αρκετά ανήσυχη ώστε να επιμείνει στην τροποποίηση μιας ιρανικής σύμβασης για την αγορά οκτώ αμερικανικών αντιδραστήρων.

Η νέα έκδοση θα απαγόρευε στο Ιράν να επεξεργάζεται χωρίς άδεια οποιοδήποτε καύσιμο που παρέχεται από τις ΗΠΑ για τους πυρηνικούς αντιδραστήρες του σε μορφή που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για πυρηνικά όπλα. Οι αμερικανικοί αντιδραστήρες δεν παραδόθηκαν ποτέ.

Το 1979, η Ισλαμική Επανάσταση, τροφοδοτούμενη εν μέρει από το μίσος για την Αμερική και την υποστήριξή της προς τον Σάχη, σάρωσε το Ιράν και ανέτρεψε τον Παχλαβί. Για ένα διάστημα, το πρόβλημα των πυρηνικών φιλοδοξιών του Ιράν φαινόταν να έχει λυθεί από μόνο του.

Ο Χομεϊνί και ο ρόλος του Πακιστάν

Η νέα ηγεσία του Ιράν, με επικεφαλής τον Αγιατολάχ Ρουχολάχ Χομεϊνί, αρχικά έδειξαν ελάχιστο ενδιαφέρον να συνεχίσουν ένα δαπανηρό έργο που συνδεόταν με τον Σάχη και τις δυτικές δυνάμεις. Αλλά μετά από έναν βάναυσο οκταετή πόλεμο με το Ιράκ τη δεκαετία του 1980, ο Αγιατολάχ Χομεϊνί επανεξέτασε την αξία της πυρηνικής τεχνολογίας.

Αυτή τη φορά, το Ιράν στράφηκε ανατολικά – προς το Πακιστάν, έναν άλλο δικαιούχο του «Atoms for Peace» που μέχρι τότε ήταν σε απόσταση μιας δεκαετίας από τη δοκιμή πυρηνικής βόμβας. Ο Πακιστανός επιστήμονας Αμπντούλ Καντίρ Χαν πούλησε στο Ιράν συσκευές φυγοκέντρησης για τον εμπλουτισμό ουρανίου σε επίπεδα καθαρότητας ποιότητας βόμβας.

Η απόκτηση συσκευών φυγοκέντρησης από το Ιράν ήταν ο πραγματικός λόγος που το πυρηνικό του πρόγραμμα μετεξελίχθηκε σε παγκόσμια κρίση, δήλωσε ο Γκάρι Σάμορ, κορυφαίος αξιωματούχος του Λευκού Οίκου για τα πυρηνικά στις κυβερνήσεις Κλίντον και Ομπάμα.

«Το πρόγραμμα εμπλουτισμού του Ιράν δεν είναι αποτέλεσμα της βοήθειας των ΗΠΑ», τονίζει Σάμορ. «Οι Ιρανοί πήραν την τεχνολογία για τις συσκευές φυγοκέντρησης από το Πακιστάν και τους έχουν αναπτύξει με βάση αυτήν την πακιστανική τεχνολογία – η οποία η ίδια βασιζόταν σε ευρωπαϊκά σχέδια». Αλλά αυτές οι συσκευές φυγοκέντρησης χρησιμοποιήθηκαν από ένα ιρανικό πυρηνικό κατεστημένο που δημιουργήθηκε από την Αμερική δεκαετίες νωρίτερα.

Για χρόνια, το Ιράν προώθησε κρυφά το πυρηνικό του πρόγραμμα, κατασκευάζοντας περισσότερες συσκευές φυγοκέντρησης και εμπλουτίζοντας ουράνιο που θα μπορούσε μια μέρα να μετατραπεί σε βόμβα. Μετά την αποκάλυψη των μυστικών πυρηνικών εγκαταστάσεων του Ιράν το 2002, οι ΗΠΑ και οι Ευρωπαίοι σύμμαχοί τους απαίτησαν από τη χώρα να σταματήσει τον εμπλουτισμό του και να ομολογήσει τις πυρηνικές της δραστηριότητες.

Μετά από περισσότερα από 20 χρόνια διπλωματίας – και τώρα αεροπορικών επιδρομών από το Ισραήλ και τις Ηνωμένες Πολιτείες – η αντιπαράθεση παραμένει άλυτη. Παρά τους αρχικούς ισχυρισμούς του Τραμπ ότι οι αμερικανικοί βομβαρδισμοί του Σαββάτου «εξαφάνισε εντελώς» τρεις ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις, τμήματα παραμένουν άθικτα.

Το μάθημα για το μέλλον

Οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν ακόμα να μάθουν από την οδυνηρή εμπειρία τους, τονίζει ακόμη ο Σάμορ. Η κυβέρνηση Τραμπ συνέχισε τις διαπραγματεύσεις, που ξεκίνησαν υπό τον πρόεδρο Τζόζεφ Ρ. Μπάιντεν Τζούνιορ, για την πιθανή μεταφορά αμερικανικής πυρηνικής τεχνολογίας στη Σαουδική Αραβία, έναν ακόμη σύμμαχο στη Μέση Ανατολή που κυβερνάται από έναν ισχυρό άνδρα με μεγάλες φιλοδοξίες για τον εκσυγχρονισμό του έθνους του.

Είναι πολιτική των ΗΠΑ εδώ και δεκαετίες να μην μοιράζονται την τεχνογνωσία για την παραγωγή πυρηνικών καυσίμων – τα οποία μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν για την κατασκευή βομβών – με χώρες που δεν την διαθέτουν ήδη, σημειώνει ακόμη ο Σαμόρ.

«Και έχουμε καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να εμποδίσουμε τους συμμάχους, συμπεριλαμβανομένης της Νότιας Κορέας, να αποκτήσουν δυνατότητες εμπλουτισμού και επανεπεξεργασίας καυσίμων», αναφέρει ακόμη.

Οι Σαουδάραβες φαινομενικά επιδιώκουν την ικανότητα εμπλουτισμού ουρανίου για πυρηνική ενέργεια. «Αλλά αυτό το είδος τεχνολογίας μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί για πυρηνικά όπλα», τονίζει.

«Και από την άποψή μου, θα ήταν ένα τρομερό προηγούμενο να βοηθήσουμε μια χώρα όπως η Σαουδική Αραβία ή οποιαδήποτε χώρα που δεν έχει αυτή την ικανότητα», καταλήγει.

cnn.gr