Σχεδόν δύο δεκαετίες μετά τους φόνους 19 γυναικών και παιδιών σε ένα μπανγκαλόου στη Νόιντα — γνωστό πλέον ως «το σπίτι του τρόμου» — η υπόθεση που είχε συγκλονίσει την Ινδία επανέρχεται στο προσκήνιο.


Ο Σουρίντερ Κόλι, οικιακός βοηθός και ένας από τους δύο καταδικασθέντες, αποφυλακίστηκε στις 12 Νοεμβρίου, έπειτα από την αθώωσή του από το Ανώτατο Δικαστήριο στην τελευταία εκκρεμή υπόθεση.

Το δικαστήριο αποδέχτηκε ότι η ομολογία του – στην οποία περιλαμβάνονταν ακόμη και φρικιαστικές αναφορές σε κανιβαλισμό και νεκροφιλία – είχε αποσπαστεί υπό βασανιστήρια.

Το «σπίτι του τρόμου» και η αρχή του εφιάλτη

Η υπόθεση ξεκινά τον Δεκέμβριο του 2006, όταν η αστυνομία εντόπισε σώματα διαμελισμένα και θαμμένα σε αποχέτευση δίπλα στο σπίτι του επιχειρηματία Μονίντερ Σινγκ Παντέρ. Ο Παντέρ και ο υπηρέτης του Κολι συνελήφθησαν αμέσως μετά.

Η αποκάλυψη προκάλεσε εθνική κατακραυγή. Οι οικογένειες των θυμάτων κατήγγειλαν ότι η αστυνομία αγνοούσε επί δύο χρόνια καταγγελίες για εξαφανίσεις παιδιών – οικογένειες από τις παραγκουπόλεις της περιοχής Νιθάρι, δίπλα στο εύπορο προάστιο όπου βρισκόταν το σπίτι.

Και οι δύο άνδρες καταδικάστηκαν εις θάνατον για πολλαπλές υποθέσεις βιασμών και δολοφονιών.

Ο Παντέρ είχε αθωωθεί το 2023 λόγω έλλειψης αποδεικτικών στοιχείων. Με την απόφαση του Νοεμβρίου, και ο Κολι είναι πλέον ελεύθερος.

«Αν δεν ήταν αυτοί, τότε ποιος;»

Όταν το BBC επέστρεψε στο Νιθάρι μετά την ετυμηγορία, βρήκε ελάχιστες οικογένειες να έχουν απομείνει. Όσοι μίλησαν εξέφρασαν σοκ, σύγχυση και κυρίως απόλυτη έλλειψη απαντήσεων.

«Αν ο Παντέρ και ο Κόλι δεν το έκαναν, τότε ποιος σκότωσε τα παιδιά μας;» αναρωτιούνται δύο από τις οικογένειες.

Ο Κόλι δεν έχει εμφανιστεί δημοσίως μετά την αποφυλάκισή του. Ο δικηγόρος του, Γιουγκ Μόχιτ Τσόντρι, δηλώνει ότι «όλα τα στοιχεία ήταν κατασκευασμένα», προσθέτοντας πως οι ερευνητές «παγίδευσαν έναν φτωχό άνθρωπο για να προστατεύσουν κάποιον ισχυρό».

Το ομοσπονδιακό γραφείο ερευνών (CBI) δεν έχει σχολιάσει.

Κατεστραμμένες ζωές, ανοιχτές πληγές

Η 10χρονη Τζιότι εξαφανίστηκε το καλοκαίρι του 2005. Τα οστά της ταυτοποιήθηκαν αργότερα. Η μητέρα της, Σουνίτα Καναουτζία, ξεσπά σε δάκρυα:

«Αν είναι αθώοι, γιατί έμειναν 18 χρόνια στη φυλακή; Ο Θεός δεν θα συγχωρήσει αυτούς που τη σκότωσαν».

Ο πατέρας της, Τζάμπου Λαλ, ο άνθρωπος που συνέβαλε στον εντοπισμό των σορών το 2006, έκαψε όλα τα έγγραφα της υπόθεσης όταν άκουσε για την αθώωση:

«Είμαι γέρος και διαλυμένος. Αν δεν είναι αυτοί, τότε ποιος; Τι απέγιναν τα παιδιά μας;»

Έρευνα που χαρακτηρίστηκε «εγκληματικά ελλιπής»

Το Ανώτατο Δικαστήριο στην απόφασή του σημειώνει ότι: η ομολογία του Κολι δεν ήταν αξιόπιστη, η έρευνα ήταν «άτσαλη, με καθυστερήσεις και αμέλεια. εγκληματικά ελλιπής», οι αρχές διάλεξαν «την εύκολη λύση» στοχοποιώντας τον οικιακό βοηθό, «οι πραγματικοί δράστες δεν ταυτοποιήθηκαν ποτέ».

Επιπλέον, το δικαστήριο αναφέρει πως αγνοήθηκαν μαρτυρίες που έκαναν λόγο για πιθανή εμπλοκή κυκλώματος εμπορίας οργάνων – καθώς ορισμένα σώματα έδειχναν ίχνη «χειρουργικής ακρίβειας».

«Αν είχε δράσει έγκαιρα η αστυνομία, πολλά παιδιά θα ζούσαν»

Ο Πάππου Λαλ, πατέρας της 8χρονης Ράτσνα, θυμάται πως η αστυνομία, όταν δήλωσε την εξαφάνιση της κόρης του, του είπε ότι «μάλλον το έσκασε με τον εραστή της» – αν και ήταν μόλις οκτώ ετών. Μόλις οκτώ μήνες μετά, βρέθηκαν τα ρούχα της πίσω από το σπίτι D5.

Οι κάτοικοι είχαν ξεσηκωθεί τότε. Ακολούθησαν μετακινήσεις ανώτερων αξιωματικών και έξι αστυνομικοί τέθηκαν σε διαθεσιμότητα πριν αναλάβει η ομοσπονδιακή υπηρεσία.

Το μπανγκαλόου D5 παραμένει εγκαταλειμμένο, μαυρισμένο από φωτιά του 2014, σφραγισμένο και πνιγμένο στη βρωμιά και τα σκουπίδια. Στην πίσω πλευρά, οι κάτοικοι δείχνουν τα σημεία όπου βρέθηκαν κρανία, οστά και αντικείμενα των θυμάτων.

Τι μπορούν να κάνουν τώρα οι οικογένειες;

Νομικοί λένε ότι η μόνη δυνατότητα είναι να ζητήσουν επανεξέταση της υπόθεσης από το ίδιο Ανώτατο Δικαστήριο. Αλλά ακόμη και αυτό θεωρείται απίθανο να αποδώσει. Ο συνταξιούχος δικαστής Μαντάν Λόκουρ δηλώνει: «Έχουν περάσει πολλά χρόνια. Τα στοιχεία έχουν χαθεί. Η επανέρευνα είναι σχεδόν αδύνατη».

Η οργή όμως παραμένει. Οι οικογένειες ζητούν τώρα συνάντηση με τον πρωθυπουργό Ναρέντρα Μόντι και τον αρχηγό της κυβέρνησης της Ουτάρ Πραντές. «Τα παιδιά μας δεν ήταν παιδιά της Ινδίας; Δεν αξίζουν δικαιοσύνη;» λένε.

naftemporiki.gr