Η ιστορία της Σαμάνθα Στάιτς είναι μια ανατριχιαστική αφήγηση που ξεκίνησε πριν από πάνω από δέκα χρόνια και κορυφώθηκε με μια φρικτή απαγωγή, η οποία θα μπορούσε να είναι σκηνή από θρίλερ.
Από τα πρώτα χρόνια της στο πανεπιστήμιο, όταν η καλοσύνη της προς έναν αμήχανο συνάδελφο εξελίχθηκε σε εμμονή, μέχρι τη νύχτα που βρέθηκε δεμένη σε ένα ηχομονωμένο υπόγειο, η Σαμάνθα πέρασε περισσότερες από δέκα χρόνια γεμάτες από παρακολούθηση, τρόμο και αβεβαιότητα για τη ζωή της.

Η ιστορία της έχει πλέον γίνει σειρά ντοκιμαντέρ «Stalking Samantha: 13 Years of Terror», φέρνοντας στο φως τις λεπτομέρειες της εμπειρίας της. Παρακάτω αφηγείται η ίδια λεπτομερώς όσα πέρασε, από τις πρώτες εμφανίσεις του Τόμας μέχρι την απελευθέρωσή της και την καταδίκη του, σε μια ιστορία που προκαλεί σοκ, αγωνία και συγκίνηση.
Αφύπνιση μέσα στον τρόμο
Ήταν βαθιά μεσάνυχτα όταν η Σαμάνθα Στάιτς ξύπνησε από τον ήχο βημάτων έξω από το υπνοδωμάτιό της. Η καρδιά της χτυπούσε μανιασμένα. Έσπρωξε το χέρι της κάτω από το στρώμα, ψάχνοντας το τσεκούρι που είχε κρυμμένο για αυτοάμυνα. Ήταν όμως ήδη αργά.
Ο Κρίστοφερ Τόμας, ο άνδρας που την παρακολουθούσε για περισσότερα από δέκα χρόνια, στεκόταν πάνω από το κρεβάτι της με «ένα διαβολικό βλέμμα», όπως περιγράφει. Τη φίμωσε, την ακινητοποίησε και την απήγαγε, κρατώντας την αιχμάλωτη για σχεδόν 15 ώρες σε ένα ηχομονωμένο καταφύγιο που είχε κατασκευάσει ο ίδιος σε μια απομονωμένη αποθήκη κοντά στο σπίτι της.
Η πρώτη συνάντηση
Το 2011, η Σαμάνθα, τότε φοιτήτρια στο Grand Valley State University, γνώρισε τον Τόμας σε μια χριστιανική ομάδα. Θυμάται: «Πρέπει να ήμουν στο τρίτο έτος όταν τον γνώρισα. Παίζαμε frisbee στο πράσινο της πολυκατοικίας μου εκτός πανεπιστημιούπολης και εκείνος βγήκε έξω και ήρθε να παίξει».
Τον περιγράφει ως «πολύ αμήχανο τύπο», μεγαλύτερο περίπου κατά οκτώ χρόνια, και νόμιζε ότι απλώς δυσκολευόταν να κάνει φίλους. Γι’ αυτό του έδειξε καλοσύνη. Όμως εκείνος άρχισε να της μιλά συνεχώς μέσω social media, δείχνοντας ενδιαφέρον – το οποίο εκείνη απέρριπτε ευγενικά.
Η Σαμάνθα εξηγεί ότι, εκείνη την εποχή πριν το #MeToo, ένιωθε υποχρεωμένη να είναι καλοπροαίρετη και ευγενική. Δεν φανταζόταν ότι η κατάσταση θα εξελισσόταν σε εμμονή και stalking.
Η κλιμάκωση της εμμονής
Η κατάσταση χειροτέρεψε όταν ο Τόμας εμφανίστηκε στο σημείο όπου περίμενε το λεωφορείο και αργότερα στη δουλειά της με λουλούδια μετά τον θάνατο του παππού της. Η Σαμάνθα τον αντιμετώπισε έντονα δημόσια:
«Τον φώναζα. Του έλεγα: “Σου έχω ζητήσει τόσες φορές να με αφήσεις ήσυχη. Δεν ξέρω γιατί εμφανίζεσαι στη δουλειά μου με λουλούδια. Δεν ξέρω γιατί νομίζεις πως έχω οποιοδήποτε ενδιαφέρον να σου μιλήσω. Σε έχω μπλοκάρει, σου έχω πει να με αφήσεις ήσυχη.”»

Αν και πίστευε ότι θα τον σταματούσε, η εμμονή συνεχίστηκε. Ακόμη και όταν μετακόμισε για πρακτική άσκηση σε άλλη πολιτεία, ο Τόμας την ακολούθησε. Τότε ζήτησε και έλαβε επταετή περιοριστική εντολή. Για λίγο ένιωσε ασφαλής, μέχρι που τον ξανάδει σε ένα τεράστιο συνέδριο 20.000 ατόμων.
Η ιστορία της έχει τεκμηριωθεί λεπτομερώς στη σειρά «Stalking Samantha: 13 Years of Terror», η οποία αναπαριστά τα γεγονότα με συνεντεύξεις και αρχειακό υλικό, δείχνοντας πώς η εμμονή εξελίχθηκε σε τρομοκρατική συμπεριφορά.
Μετά από επτά χρόνια σιωπής ο εφιάλτης επέστρεψε
Η Σαμάνθα πίστευε ότι η ζωή της είχε γυρίσει σελίδα. Μέχρι τη στιγμή που τον ξανάδε σε έναν αγώνα ποδοσφαίρου:
«Η καρδιά μου έπεσε», λέει. Ο Τόμας γράφτηκε στο ίδιο γυμναστήριο και ποδοσφαιρική λίγκα. Παρότι παρακολουθούσε ξανά τη Σαμάνθα, δεν μπορούσε να τον κατηγορήσει για κάτι ποινικά. Η αίτηση για δεύτερη περιοριστική εντολή απορρίφθηκε. Λίγους μήνες αργότερα, η νύχτα της απαγωγής θα άλλαζε τα πάντα.

Η απαγωγή
Στις 7 Οκτωβρίου 2022, ο Τόμας εισέβαλε στο σπίτι της ενώ κοιμόταν. «Έβαλε τα χέρια του γύρω από τον λαιμό μου και με έπνιγε για να σταματήσω να ουρλιάζω και μου έλεγε: ‘Θέλω απλώς να μιλήσουμε.’»
Την έδεσε, την φίμωσε και την μετέφερε στο ηχομονωμένο χώρο που είχε χτίσει: σακιά άμμου μέχρι το ταβάνι, κρεβάτι, χειροπέδες στον τοίχο.
«Ήταν σαν κάτι βγαλμένο από ταινία τρόμου», λέει. Εκεί της αποκάλυψε ότι παρακολουθούσε τις κινήσεις της με GPS για πάνω από έναν χρόνο και ότι ήθελε να την παντρευτεί, παρά το γεγονός ότι ήξερε πως δεν ενδιαφερόταν.
Το παζάρι για τη ζωή της
Η Σαμάνθα κατάλαβε ότι ο μόνος τρόπος να επιβιώσει ήταν να τον καθησυχάσει. Χρησιμοποίησε τις γνώσεις της ως θεραπεύτρια για να τον πείσει ότι θα μπορούσαν να είναι φίλοι και να ξεχάσουν το παρελθόν.
Ο Τόμας όμως απαίτησε σεξ για να την αφήσει ελεύθερη. Η Σαμάνθα πήρε, όπως λέει, μια «φρικτή αλλά ζωτικής σημασίας απόφαση» για να σώσει τη ζωή της. Τελικά, την άφησε να φύγει.
«Όλη μέρα ήμουν βέβαιη ότι θα πεθάνω και μετά απλώς… με άφησε να πάω στο αμάξι μου. Δεν μπορούσα να καταλάβω τι συνέβη».
Η σύλληψη και η δικαιοσύνη
Η Σαμάνθα πήγε αμέσως στο νοσοκομείο και κατήγγειλε την επίθεση. Μέσα σε 36 ώρες ο Τόμας συνελήφθη. Η αστυνομία βρήκε GPS trackers, χιλιάδες δολάρια σε εργαλεία και όπλα. Τον Μάρτιο του 2024 καταδικάστηκε για απαγωγή, βασανιστήρια και παρακολούθηση, με ποινή 40 έως 60 χρόνια φυλάκιση.
Η ζωή μετά τον τρόμο
Η Σαμάνθα προσπαθεί να επουλώσει τα τραύματά της. «Νομίζω πως κάποια πράγματα γίνονται καλύτερα με τον καιρό. Τους πρώτους μήνες, αν υπήρχε κάποιος στο σπίτι και έκανε θόρυβο, πεταγόμουν τρομαγμένη». Δεν βάζει ακουστικά εκτός σπιτιού. Κοιτάζει πίσω της, αποφεύγει να περπατά μόνη τη νύχτα και παραμένει καχύποπτη με τους άνδρες. «Δεν ξέρω πόσο μπορεί να αλλάξει αυτό», λέει.