Η Ευρώπη την τελευταία περίοδο βιώνει μια πρωτόγνωρη σε κλίμακα άνοδο των κινητοποιήσεων και απεργιών των εργαζομένων ενάντια στις πολιτικές λιτότητας, ενώ εσχάτως το αγροτικό κίνημα σε πανευρωπαϊκό επίπεδο έστειλε τα δικά του ηχηρά μηνύματα.
Ως αποτέλεσμα αυτών των πολιτικών, οι λαοί της Ευρώπης βρίσκονται αντιμέτωποι με την ακρίβεια και τη διάβρωση του εισοδήματος, την ενεργειακή φτώχεια, ενώ περισσότερο από το ένα πέμπτο του πληθυσμού της ΕΕ βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού. Είναι αυτές οι πολιτικές που έχουν φέρει τους εργαζόμενους αντιμέτωπους με την εργασιακή ανασφάλεια, τη μείωση μισθών και συντάξεων, τις επιθέσεις στα εργασιακά δικαιώματα.
Οι υπερβολικά αυστηροί δημοσιονομικοί κανόνες της ΕΕ εμβάθυναν τις οικονομικές ανισότητες μεταξύ των κρατών μελών.
Ωστόσο, την ίδια ώρα, οι κυβερνήσεις και οι ισχυροί κύκλοι των Βρυξελλών, κωφεύοντας στην αντίδραση και τα μηνύματα της κοινωνίας, έχουν καταλήξει σε συγκλίσεις και στην επαναφορά στη «δημοσιονομική ορθότητα». Ουσιαστικά, υπό τη μεταμφίεση μιας μεταρρύθμισης, η Επιτροπή ανοίγει τον δρόμο για μια ισχυρή επιστροφή της λιτότητας.
Πιο συγκεκριμένα, στις 21 Δεκεμβρίου 2023 ανακοινώθηκε η συμφωνία για το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας, το οποίο, υπενθυμίζουμε, είχε τεθεί σε αναστολή στην περίοδο της πανδημίας. Επί της ουσίας, η νέα συμφωνία διατηρεί αμετάβλητους τους δύο βασικούς στόχους που ίσχυαν μέχρι σήμερα και που υποχρεώνουν τα κράτη-μέλη να διατηρούν το δημοσιονομικό έλλειμα κάτω από το 3% του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος (ΑΕΠ) και το δημόσιο χρέος κάτω από το 60% του ΑΕΠ. Τα κράτη-μέλη θα πρέπει να παρουσιάσουν ένα μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό σχέδιο μείωσης του ελλείμματος, με αξιόπιστο ρυθμό και με στόχο το χρέος να βρεθεί σε «εύλογη καθοδική πορεία».
Ουσιαστικά, υπό τη μεταμφίεση της μεταρρύθμισης, στο επίκεντρο παραμένει η δημοσιονομική πειθαρχία και δεν εισάγονται νέα μέτρα για την προώθηση της κοινωνικής δικαιοσύνης ή τη μείωση της ανισότητας και των κοινωνικών ανισορροπιών στην ΕΕ. Αντίθετα τα κράτη μέλη θα εξακολουθήσουν να έχουν την υποχρέωση για περιορισμό του ελλείματος στο 3% με αποτέλεσμα να βρίσκονται υπό πίεση να εφαρμόσουν μέτρα λιτότητας που επηρεάζουν δυσανάλογα τους εργαζόμενους, με αρνητικές και κοινωνικές συνέπειες.
Η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινωνική Επιτροπή (ΕΟΚΕ) στη γνωμοδότηση που είχε υιοθετήσει, με τίτλο “Κατευθυντήριες γραμμές για την απασχόληση”, είχε εκφράσει σοβαρές ανησυχίες, όσον αφορά τις πιθανές συνέπειες της επαναφοράς των δημοσιονομικών κανόνων το 2024 και του τερματισμού της αναστολής των τελευταίων ετών καθώς και τον αντίκτυπο στην εφαρμογή των κατευθυντήριων γραμμών για την απασχόληση. Ταυτόχρονα, είχε επισημάνει ότι ένας αριθμός κρατών μελών θα υποχρεωθούν να μειώσουν τις δαπάνες τους, να ανακατανείμουν δαπάνες και/ή να αυξήσουν τους φόρους. Σύμφωνα με εκτιμήσεις με την επαναφορά του Συμφώνου Σταθερότητας 14 κράτη -μέλη θα υποχρεωθούν να περικόψουν συνολικά 45 δισεκατομμύρια ευρώ.
Δεν τρέφουμε αυταπάτες για το τι συμβαίνει σήμερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και ποιο είναι το πολιτικό περιβάλλον.
Ωστόσο, οι σκληρές πολιτικές λιτότητας που εξυπηρετούν τα συμφέροντα της οικονομικής και πολιτικής ολιγαρχίας δεν μπορεί να είναι το μέλλον για τις κοινωνίες της Ευρώπης.
Χρειάζεται μια εναλλακτική πρόταση που θα εκφράζει τις ανάγκες της κοινωνικής πλειοψηφίας, που θα προωθεί πολιτικές που θα διασφαλίζουν συνθήκες εργασίας με πλήρη απασχόληση και αξιοπρεπείς μισθούς και θα ενισχύουν τα συνδικαλιστικά και κοινωνικά δικαιώματα των εργαζομένων.
Οι επερχόμενες Ευρωεκλογές δίνουν την δυνατότητα να σταλούν τα ανάλογα μηνύματα.
Υπεύθυνος Διεθνών Σχέσεων ΠΕΟ και μέλος ΕΟΚΕ