Σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη συγκυρία για την Κύπρο και την ευρύτερη περιοχή, η πατρίδα μας έχει ανάγκη από σύνεση, μετριοπάθεια και καθαρή πολιτική κρίση. Οφείλουμε να αντιμετωπίζουμε τις προκλήσεις με υπευθυνότητα και πολιτική νηφαλιότητα, όχι με συνθηματολογίες και λαϊκίστικες προσεγγίσεις.

Οι πρόσφατες δηλώσεις του Γενικού Γραμματέα του ΑΚΕΛ, Στέφανου Στεφάνου, σχετικά με την αγορά γης από Ισραηλινούς υπηκόους, αποτελούν αφορμή σοβαρού προβληματισμού. Όροι όπως «κλειστές περιοχές», «σιωνιστικά σχολεία» και «στοχευμένη πολιτική επέκτασης» παραπέμπουν σε ρητορική που αγγίζει τα όρια του αντισημιτισμού και οδηγούν σε κινδύνους κοινωνικού στιγματισμού και πολιτικής παρεξήγησης.

Η ρητορική αυτή, ιδίως όταν εκφέρεται από το βήμα ενός συνεδρίου της Αριστεράς και συνοδεύεται από συμβολισμούς (όπως η παρουσία του Παλαιστίνιου πρέσβη), εύκολα εκτρέπεται και διολισθαίνει σε επικίνδυνα μονοπάτια.

Η αγορά ακινήτων από υπηκόους τρίτων χωρών —ανάμεσά τους και από το Ισραήλ— αποτελεί ένα διαχρονικά σημαντικό κομμάτι της κυπριακής οικονομίας. Ο τομέας του real estate και των κατασκευών προσφέρει εργασία σε χιλιάδες συμπολίτες μας, ανεξαρτήτως πολιτικής ή ιδεολογικής τοποθέτησης, συμπεριλαμβανομένων ασφαλώς και πολιτών που  προέρχονται από́ το ΑΚΕΛ

Η συζήτηση για την ξένη επενδυτική δραστηριότητα –και δη στον τομέα των ακινήτων– είναι απολύτως θεμιτή και απαραίτητη. Η χώρα μας οφείλει να διασφαλίζει ότι κάθε επενδυτική διαδικασία λειτουργεί μέσα σε πλαίσιο διαφάνειας, κοινωνικής συνοχής και σεβασμού προς την τοπική κοινωνία. Όμως, η δαιμονοποίηση συγκεκριμένων εθνικοτήτων ή ομάδων επενδυτών, στο όνομα μιας αφηρημένης «εθνικής απειλής», δεν συνάδει ούτε με τις ευρωπαϊκές αρχές ούτε με τη σοβαρότητα που απαιτούν οι καιροί.

Είναι γεγονός ότι η ραγδαία αύξηση των τιμών στην αγορά κατοικίας και η σταδιακή απομάκρυνση των νέων και των μεσαίων στρωμάτων από τη δυνατότητα ιδιόκτητης στέγασης δημιουργούν ένα αυξανόμενο κοινωνικό πρόβλημα. Το πρόβλημα αυτό, ωστόσο, δεν οφείλεται αποκλειστικά —ούτε καν πρωτίστως— στην παρουσία ξένων επενδυτών, αλλά σε μια σειρά διαρθρωτικών παθογενειών όπως:

>> Έλλειψη ολοκληρωμένης εθνικής στεγαστικής στρατηγικής

>> Περιορισμένη ανάπτυξη κοινωνικής κατοικίας

>> Γραφειοκρατία στην πολεοδομία και την αδειοδότηση

Η πολιτική ηγεσία οφείλει να εστιάσει στις βαθύτερες αιτίες του φαινομένου και να σχεδιάσει παρεμβάσεις με κεντρικό άξονα τη θεσμική ενίσχυση και την κοινωνική δικαιοσύνη. Η αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών δεν επιτυγχάνεται με συνθηματολογία και καχυποψία απέναντι σε συγκεκριμένες εθνοτικές ομάδες, αλλά με σοβαρό σχεδιασμό, διαβούλευση και αξιοποίηση ευρωπαϊκών εργαλείων χρηματοδότησης.

Η επικέντρωση στην εθνικότητα των επενδυτών αποπροσανατολίζει από τις ουσιαστικές παρεμβάσεις που χρειάζονται. Η Κύπρος δεν μπορεί να απαντήσει σε σύνθετα κοινωνικά ζητήματα με απλουστευτικές, ιδεολογικά φορτισμένες γενικεύσεις.

Η Κύπρος διατηρεί στενούς πολιτικούς, ενεργειακούς και αμυντικούς δεσμούς με το Ισραήλ —σχέσεις που έχουν ενισχυθεί τα τελευταία χρόνια λόγω κοινών γεωπολιτικών συμφερόντων στην Ανατολική Μεσόγειο, καθώς και εξαιτίας της αποσταθεροποίησης στην περιοχή. Η επιλογή να στοχοποιούνται οι πολίτες του Ισραήλ, σε μια συγκυρία με ένα εξαιρετικά ευαίσθητο διεθνές περιβάλλον, αποδυναμώνει την εξωτερική μας πολιτική και θολώνει το στρατηγικό μας αφήγημα. Η πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική της Κύπρου δεν μπορεί να ετεροκαθορίζεται από ιδεολογικές αγκυλώσεις του παρελθόντος.

Αντί για εύκολες καταγγελίες και συνθηματικούς λαϊκισμούς, η πολιτική ηγεσία οφείλει να αναλάβει πρωτοβουλίες  για ένα νέο, ολοκληρωμένο στεγαστικό μοντέλο, για κανόνες διαφάνειας στις αναπτύξεις από ξένες επενδύσεις, για εξισορρόπηση της ανάπτυξης με σεβασμό στην κοινωνική συνοχή. Η ανάγκη για «θεσμικό πατριωτισμό» —δηλαδή για πατριωτισμό που στηρίζεται στους κανόνες δικαίου, στη διαφάνεια και στον ορθολογισμό— είναι σήμερα πιο επιτακτική από ποτέ.

Η Κύπρος δεν έχει την πολυτέλεια να αναλώνεται σε εσωστρεφείς αναδιπλώσεις. Η πραγματική πρόοδος θα έρθει μόνο όταν συνδυάσουμε τον αναπτυξιακό σχεδιασμό με τη θεσμική σοβαρότητα, αφήνοντας πίσω τις παρωχημένες ιδεοληψίες.