Η Κυβέρνηση ενέκρινε τα 6 νομοσχέδια για τη φορολογική μεταρρύθμιση και τα υπέβαλε στη Βουλή για έγκριση, ώστε η νέα ρύθμιση να ισχύσει από την 1η Ιανουαρίου 2026.

Η κίνηση αυτή δείχνει αφ’ ενός ότι η Κυβέρνηση θεωρεί ότι έχει ολοκληρώσει τις επαφές της και τη δημόσια διαβούλευση για το θέμα και αφ’ ετέρου ότι εμμένει στην αρχική θέση της για έναρξη εφαρμογής της φορολογικής μεταρρύθμισης την 1η Ιανουαρίου 2026.

Αυτό προκύπτει και από τις σχετικές δηλώσεις του ιδίου του Προέδρου Χριστοδουλίδη, που ανάφερε ότι “τώρα είναι η ώρα των αποφάσεων. Τώρα είναι η ώρα της ψήφισης από τη Βουλή των Αντιπροσώπων”.

Με δεδομένο τα πιο πάνω, η μπάλα τώρα μεταφέρεται στη Βουλή και στα κόμματα, που θα πρέπει πρώτα να ακούσουν τις απόψεις των εμπλεκομένων φορέων και δεύτερο να εγκρίνουν, να απορρίψουν ή να τροποποιήσουν τις προτάσεις της κυβέρνησης πριν τη λήξη του 2025.

Αν και δεν είναι σίγουρο πώς θα συμπεριφερθούν τα κόμματα, οφείλουμε να πούμε ότι έχει μεσολαβήσει η δημόσια διαβούλευση και φαίνεται ότι υπήρξαν περαιτέρω συγκλίσεις μεταξύ των κυβερνητικών προτάσεων και των εισηγήσεων των διαφόρων φορέων.

Η εξέλιξη αυτή δημιουργεί την αισιοδοξία ότι η Βουλή δεν θα σταθεί εμπόδιο στην έγκριση της φορολογικής μεταρρύθμισης, αλλά αντίθετα θα συνηγορήσει στο να αποκτήσει ο τόπος ένα νέο θεσμικό πλαίσιο για τα φορολογικά.

Στόχος θα πρέπει να είναι η δημιουργία ενός απλοποιημένου και ευέλικτου φορολογικού πλαισίου, που να συνάδει με τα νέα δεδομένα της οικονομίας, να ενισχύει την ανάπτυξη, να είναι ελκυστικό για ξένες επενδύσεις, να κατανέμει πιο δίκαια τα φορολογικά βάρη και να είναι εναρμονισμένο με τις αντίστοιχες ρυθμίσεις της ΕΕ.

Αν και δεν γνωρίζουμε κατά πόσο τελικά θα επιτευχθούν όλοι αυτοί οι στόχοι, εντούτοις πιστεύουμε ότι η Βουλή δεν θα απορρίψει τα κυβερνητικά νομοσχέδια.

Φυσικά, αυτό δεν σημαίνει ότι η Βουλή, εν τη σοφία της, δεν θα επιχειρήσει τροποποιήσεις σε κάποιες πρόνοιες των κυβερνητικών προτάσεων. Αυτό κατά τη γνώμη μας θεωρείται δεδομένο, αφού συνήθως τα κοινοβουλευτικά κόμματα θέλουν να θέτουν και τη δική τους σφραγίδα στα διάφορα νομοσχέδια, πόσο μάλλον στα φορολογικά.

Στην προκειμένη περίπτωση, εκείνο που έχει σημασία είναι οι τροποποιήσεις που θα επιχειρηθούν να μην αλλοιώνουν την ουσία της φορολογικής μεταρρύθμισης και να μην απονευρώνουν τις διάφορες πρόνοιες της.

Αν η Βουλή ακολουθήσει αυτή την οδό, τότε θα υπάρξει ομαλή έγκριση των κυβερνητικών νομοσχεδίων και η Κύπρος μετά από 22 χρόνια θα αποκτήσει ένα νέο φορολογικό πλαίσιο, με ημερομηνία ισχύος την 1η του νέου έτους.

Αν, αντίθετα, η Βουλή επιχειρήσει σοβαρές ανατροπές και αλλαγές, ενδέχεται ο Πρόεδρος να αναπέμψει τον νόμο και να μην εφαρμοστεί η νέα μεταρρύθμιση από την 1η Ιανουαρίου 2026.

Όπως γίνεται αντιληπτό, το θέμα είναι πολύ σοβαρό και δεν θα πρέπει να υπάρξουν επιπόλαιες και επιφανειακές προσεγγίσεις. Η Βουλή, αφού ακούσει τους εμπλεκόμενους και συζητήσει τις πρόνοιες της νέας φορολογικής μεταρρύθμισης, θα πρέπει με αίσθημα ευθύνης να πάρει τις αποφάσεις της.

Εμείς δεν λέμε ότι όλα όσα προτείνει η Κυβέρνηση είναι ορθά. Άλλωστε, είναι γνωστόν ότι σε άρθρα μας, πριν γίνει η δημόσια διαβούλευση, θέσαμε αρκετά ερωτηματικά για προτάσεις που έκανε η ομάδα του Πανεπιστημίου Κύπρου που επεξεργάστηκε τη μεταρρύθμιση. Τώρα, όμως, με όσα μεσολάβησαν στη δημόσια διαβούλευση και στην ενσωμάτωση στις κυβερνητικές προτάσεις εισηγήσεων από τις παραγωγικές τάξεις, δεν μπορούμε να θεωρούμε λανθασμένη ή ανεπαρκή την προτεινόμενη φορολογική μεταρρύθμιση.

Πιστεύουμε ότι με μικρές πινελιές αλλαγών από τη Βουλή, η νέα φορολογική μεταρρύθμιση μπορεί να βελτιώσει το φορολογικό πλαίσιο της Κύπρου και να δώσει μια νέα πνοή στην οικονομία, εξυπηρετώντας τόσο τις επιχειρήσεις, όσο και τους φορολογούμενους.

Η Βουλή, λοιπόν, οφείλει με σοβαρότητα και υπευθυνότητα να συνηγορήσει στη νέα ρύθμιση για να εκσυγχρονίσουμε το απηρχαιωμένο φορολογικό σύστημα μας, κάτι που είναι το ζητούμενο σήμερα.