Του Τάσου Δασόπουλου 

Απόφαση με αυξημένο ρίσκο για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ήταν η χθεσινή αύξηση των επιτοκίων του ευρώ κατά 0,50%, η οποία -αντίθετα από την παράδοση της ΕΚΤ- είχε προαναγγελθεί έναν μήνα νωρίτερα, παρότι υπάρχουν σαφή δείγματα ότι μαζεύονται μαύρα σύννεφα και στην ευρωπαϊκή τραπεζική αγορά.

Χθες, η ΕΚΤ αποφάσισε να συνεχίσει να αντιμετωπίζει το πρόβλημα του πληθωρισμού, το οποίο αποδεικνύεται δυσεπίλυτο αφού, παρά την αύξηση των επιτοκίων του ευρώ στο 3,5% μέσα σε λίγους μήνες, ο δομικός πληθωρισμός στην Ευρωζώνη έφτασε το 5,6% τον Φεβρουάριο με τάση αυξητική. Η κ. Λαγκάρντ παραδέχθηκε χθες ότι η εμμονή του πληθωρισμού προέρχεται από παράγοντες που δεν αντιμετωπίζονται με αυξήσεις επιτοκίων. Ανέφερε τη συνέχιση του πολέμου στην Ουκρανία, την ανωμαλία που συνεχίζει να υφίσταται στις αλυσίδες εφοδιασμού και το άνοιγμα της αγοράς της Κίνας μετά την άρση των περιορισμών για τον κορονοϊό. 

Ταυτόχρονα, η ΕΚΤ επέλεξε να αφήσει για αργότερα ένα δεύτερο, εξίσου σημαντικό πρόβλημα, το οποίο μεγαλώνει. Αυτό που αφορά τη συνεχόμενη απαξίωση των κρατικών ομολόγων που έχουν στα χαρτοφυλάκια τους οι ευρωπαϊκές τράπεζες και οι ασφαλιστικές εταιρείες της Ευρωζώνης. Τούτο, όταν λίγες ημέρες νωρίτερα, στις ΗΠΑ, όπου η Fed προηγήθηκε σε επιθετικότητα στην αύξηση των επιτοκίων, είχαμε την κατάρρευση της Silicon Valley Bank (SVB) και της Signature Bank, λόγω δικών τους λαθών αλλά και του γεγονότος της απαξίωσης των χαρτοφυλακίων που είχαν σε αμερικανικά ομόλογα. 

Η ευρωπαϊκή περίπτωση της Credit Suisse κρίθηκε ότι είναι τελείως διαφορετικό πρόβλημα, το οποίο ως έναn βαθμό αντιμετωπίστηκε με το δάνειο των 50 δισ. ελβετικών φράγκων από την Κεντρική Τράπεζα της Ελβετίας, που “πρασίνισε” για χθες και τις ευρωπαϊκές αγορές. 

Η απάντηση στις αγορές 

Τυπικά, η κ. Λαγκάρντ καθησύχασε χθες τις αγορές ότι οι Ευρωπαϊκές Τράπεζες είναι επαρκώς κεφαλαιοποιημένες. Δήλωσε, επίσης, ότι η ΕΚΤ έχει όλα τα διαθέσιμα εργαλεία για να αντιμετωπίσει οποιοδήποτε πρόβλημα ρευστότητας όταν και αν υπάρξει σε τράπεζες της ζώνης του ευρώ. 

Την ίδια ώρα, πίσω από τη λίγο ως πολύ αναμενόμενη αυτή θέση, η ΕΚΤ έχει ζητήσει από τις τράπεζες της ζώνη του ευρώ να αναφέρουν τα ανοίγματα που έχουν στην Credit Suisse για να ξέρει ποια είναι τα προβλήματα που θα κληθεί να αντιμετωπίσει.

Ωστόσο, η κ Λαγκάρντ δεν παρέλειπε να επαναλαμβάνει συνεχώς στις ερωτήσεις που δέχθηκε χθες ότι προτεραιότητα έχει η αντιμετώπιση του πληθωρισμού, δίνοντας την εντύπωση ότι το θέμα των τραπεζών είναι σχετικά πιο απλό στην αντιμετώπισή του. Τόνισε συγκεκριμένα, παραπάνω από μια φορά, ότι η τυχόν παροχή ρευστότητας στις τράπεζες δεν θα αποτελέσει ένα trade off της αύξησης των επιτοκίων, αφού ο πληθωρισμός είναι ένα πρόβλημα που θα πρέπει να αντιμετωπιστεί. 

Η επόμενη μέρα 

Παράλληλα, η κ. Λαγκάρντ απέφυγε χθες να δώσει και ένα στίγμα των προθέσεων της Κεντρικής Τράπεζας του Ευρώ για την επόμενη μέρα της νομισματικής της πολιτικής. Απαντώντας σε σχετικές ερωτήσεις, παρέπεμψε σε ένα “βλέποντας και κάνοντας”, μιλώντας για “αποφάσεις που θα καθοριστούν από τις εκτιμήσεις των προοπτικών για τον πληθωρισμό υπό το φως των νέων οικονομικών δεδομένων και της χρηματοοικονομικής δυναμικής του υποκείμενου πληθωρισμού, και την ένταση μετάδοσης της νομισματικής πολιτική”.

Το επόμενο διάστημα θα δείξει αν τελικά με την προσήλωσή της στην αντιμετώπιση του πληθωρισμού, θα λύσει το πρόβλημα ή θα αποκτήσει άλλο ένα που θα προέρχεται από τον χρηματοπιστωτικό τομέας της Ευρώπης.