Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει αποτύχει σε πολλά στην προσπάθειά του να πιέσει τη Ρωσία σε πραγματικές ειρηνευτικές συνομιλίες για την Ουκρανία. Αλλά τώρα υπάρχουν αναφορές, σύμφωνα με τις οποίες φέρεται να ρώτησε τον πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι αν θα μπορούσε να κάνει το μοναδικό πράγμα που κανείς λογικός άνθρωπος δεν θα πρότεινε: να βομβαρδίσει τη Μόσχα, την πρωτεύουσα μιας παρανοϊκής πυρηνικής υπερδύναμης, χρησιμοποιώντας αμερικανικούς πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς.

Ο Λευκός Οίκος λέει ότι ο Τραμπ “έκανε απλώς μια ερώτηση, δεν ενθάρρυνε περαιτέρω σκοτωμούς”. Μη γνωρίζοντας την ταυτότητα ή ακόμη και την εθνικότητα των ανώνυμων αξιωματούχων που επικαλείται το άρθρο των Financial Times της Τρίτης, είναι δύσκολο να κρίνουμε τα κίνητρα για τη διαρροή ή γιατί ο πρόεδρος των ΗΠΑ θα μπορούσε να κάνει μια τέτοια ερώτηση. Αλλά δεδομένου ότι ήδη καυχιόταν ότι απείλησε κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του να “βομβαρδίσει τη Μόσχα” αν ο Πούτιν επιτεθεί στην Ουκρανία, δεν μπορούμε να απορρίψουμε κατευθείαν το ενδεχόμενο να το εννοούσε σοβαρά.

Θα υποθέσω ότι ο ισχυρισμός του Τραμπ ότι απείλησε τη Μόσχα -που έγινε κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας και καταγράφηκε από το CNN- ήταν απλώς μια από τις αμέτρητες ψευδείς δηλώσεις που έχει κάνει για πολιτικούς σκοπούς. Σε αυτή την περίπτωση, θα το είπε για να αποδείξει τον κατά τα άλλα γελοίο ισχυρισμό του ότι η Ρωσία δεν θα είχε εισβάλει ποτέ στην Ουκρανία αν ο ίδιος είχε παραμείνει στην εξουσία μετά το 2020. Και μόνο και μόνο για να κοιμόμαστε ήσυχοι, ας υποθέσουμε ομοίως ότι ό,τι κι αν ζήτησε ο Τραμπ από τον Ζελένσκι στις 4 Ιουλίου, δεν θα έχει ως αποτέλεσμα οι ΗΠΑ να παραδώσουν πυραύλους τελευταίας τεχνολογίας με τελικό “προορισμό” τη Μόσχα.

Δεδομένου του ανελέητου σφυροκοπήματος του Κιέβου και άλλων πόλεων της Ουκρανίας, η Ρωσία πρέπει να υποστεί ένα κόστος που θα την αποτρέψει από το να συνεχίσει την απρόκλητη εισβολή της. Αλλά τι κόστος; Ο Τραμπ απέφυγε να εφαρμόσει πολύ ασφαλέστερες μορφές πίεσης στον Πούτιν τη Δευτέρα, όταν ανακοίνωσε ότι όλες οι μελλοντικές στρατιωτικές παραδόσεις των ΗΠΑ στην Ουκρανία θα πρέπει να πληρώνονται από άλλους (πράγμα που σημαίνει ότι θα σταλούν λιγότερα όπλα) και ότι θα επιβάλει νέες κυρώσεις για να τιμωρήσει την πολεμοκαπηλεία του Πούτιν μόνο μετά από άλλη μια διορία 50 ημερών.

Και αυτό συνέβη τώρα, που υποτίθεται ότι έγινε σκληρός. Από τότε που επέστρεψε στα καθήκοντά του, ο Τραμπ όχι μόνο αρνήθηκε να εγκρίνει οποιαδήποτε νέα βοήθεια για την Ουκρανία, αλλά κατά καιρούς παρενέβη στην αποστολή όπλων -μεταξύ άλλων και για την αεράμυνα- που είχαν ήδη εγκριθεί από τον προκάτοχό του και βρίσκονταν καθ’ οδόν προς το Κίεβο. Παρέδωσε επίσης βασικά διαπραγματευτικά χαρτιά της Ουκρανίας πριν καν αρχίσουν οι συνομιλίες με τη Ρωσία, συμπεριλαμβανομένης της αποδοχής ότι η χώρα δεν θα ενταχθεί ποτέ στο ΝΑΤΟ.

Αυτές ήταν στην καλύτερη περίπτωση πράξεις τεράστιας αφέλειας από την πλευρά του Τραμπ, που προϋποθέτουν να πιστεύει ότι αν έκανε μονομερείς παραχωρήσεις σε έναν αξιωματικό καριέρας της KGB που έχει βυθιστεί στον μεγαλύτερο πόλεμο της Ευρώπης από το 1945, η χάρη θα ανταποδιδόταν. Όπως και πολλοί άλλοι, έχω σπεύσει να επισημάνω αυτά τα λάθη, τα οποία συχνά δικαιολογούνται από τον Τραμπ και τους υποστηρικτές του ως προσφορές για την αποφυγή του Τρίτου Παγκόσμιου Πολέμου.

Κατά τον ίδιο τρόπο, ο πρώην πρόεδρος Τζο Μπάιντεν επικρίθηκε ορθά για την υπερεκτίμηση του κινδύνου ότι ο Πούτιν θα πραγματοποιούσε τις απειλές για πυρηνικό πόλεμο ως απάντηση στην προμήθεια της Ουκρανίας με συμβατικά αμερικανικά όπλα, από πυραυλικά συστήματα Himars έως άρματα μάχης Abrams. Όλοι αυτοί οι δισταγμοί εκ μέρους των ΗΠΑ ήταν λανθασμένες εκτιμήσεις που κόστισαν ζωές Ουκρανών.

Αλλά το να προσφέρουν αμερικανικούς πυραύλους για να βομβαρδίσουν τη Μόσχα είναι ένα εντελώς διαφορετικό θέμα. Μια επιτυχία θα εξευτέλιζε τον Πούτιν, έναν άνθρωπο που βλέπει τον εαυτό του ανάμεσα στους αυτοκρατορικούς προκατόχους του στο Κρεμλίνο. Θα αποκάλυπτε την ανικανότητά του να υπερασπιστεί ακόμη και την ίδια του την πρωτεύουσα σε έναν πόλεμο που έχει ψευδώς θεωρήσει ως συλλογική πράξη δυτικής επίθεσης.

Αν οι υποθέσεις μου και οι δηλώσεις του Λευκού Οίκου είναι λανθασμένες, αν ο Τραμπ είπε αυτό που ανέφεραν οι FT και το εννοούσε, τότε το συμπέρασμα είναι ένα: Ότι ο ισχυρότερος άνθρωπος στον κόσμο θα ήταν και ο πιο απερίσκεπτος.

Απόδοση – Επιμέλεια: Λυδία Ρουμποπούλου

BloomberOpinion