Στην Ουκρανία, το καλοκαίρι τελειώνει με ένα αίσθημα οδύνης, όλο και βαρύτερο κάθε εποχή που περνά, από τον Φεβρουάριο του 2022. Οι Ρώσοι εισβάλλουν όλο και πιο βαθιά στο έδαφός της και οι Ουκρανοί είναι κουρασμένοι. Πάνω από 6 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν εγκαταλείψει τη χώρα για μια νέα ζωή στο εξωτερικό, συμπεριλαμβανομένων μερικών από τους πιο έξυπνους και μορφωμένους, καθώς και των νέων που προσπαθούν απεγνωσμένα να γλιτώσουν από την επιστράτευση. 

Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν μπορεί να ισχυριστεί ότι έχει επιτύχει ένα σημαντικό επίτευγμα. Οι επιθέσεις του έχουν εξουθενώσει τη θέληση, τη μεγαλειώδη εναντίωση του ουκρανικού λαού. Σχεδόν όλοι αναγνωρίζουν τώρα, αντίθετα με πριν από ένα χρόνο, ότι θα αναγκαστούν να παραχωρήσουν τα ανατολικά της χώρας τους για να κερδίσουν οποιαδήποτε ελπίδα ειρήνης.

Αυτό είναι εξωφρενικά άδικο, διότι ο Πούτιν δεν έχει καμία νόμιμη αξίωση, ούτε σε ένα τετραγωνικό μέτρο της Ουκρανίας. Αλλά φτάσαμε σε αυτό το σημείο. Τα πάντα τώρα εξαρτώνται από την εξεύρεση μοχλών πίεσης αρκετά ισχυρών ώστε να υποχρεώσουν τους Ρώσους να συμφωνήσουν σε όρους τους οποίους θα εφαρμόσουν για περισσότερο χρόνο από όσο χρειάζεται για να εξασφαλίσουν την άρση των δυτικών οικονομικών κυρώσεων. Αυτό δεν είναι εύκολο.

Μετά τη σύνοδο κορυφής του Αυγούστου στο Άνκορατζ, ο απεσταλμένος του Ντόναλντ Τραμπ, Στιβ Γουίτκοφ, χαιρέτισε τη συνάντηση με τον Πούτιν ως σημαντική πρόοδο. Είπε ότι η Ρωσία συμφώνησε να ψηφίσει έναν νόμο που να ορίζει ότι δεν θα πάρει άλλα εδάφη από την Ουκρανία σε περίπτωση επίτευξης συμφωνίας “ούτε θα στραφεί ενάντια σε οποιαδήποτε άλλη ευρωπαϊκή χώρα”. Ο Γουίτκοφ δήλωσε ότι πρόκειται για “επική πρόοδο”. Όλοι οι υπόλοιποι θεώρησαν τα σχόλια του Αμερικανού συμβούλου ως απόδειξη της ακαταλληλότητάς του για τον ρόλο που έχει αναλάβει. 

Λίγοι Ουκρανοί καταπίνουν τα ενθουσιώδη λόγια της Δύσης για ζώνες ασφαλείας και αμερικανικές εγγυήσεις. Βλέπουν ότι ο Τραμπ έχει εμμονή με την εξασφάλιση ενός Νόμπελ Ειρήνης φέτος, παρά με το να σταματήσει οριστικά τον Πούτιν. Ξέρουν ότι δεν τρέφει μεγάλη αγάπη για τη χώρα τους και ότι δεν είναι ένας άνθρωπος στον λόγο του οποίου μπορεί κανείς να βασιστεί. 

Η σταθερά στην τραγωδία της Ουκρανίας είναι η αμείλικτη θέληση του Πούτιν, ο οποίος δεν διστάζει να πατήσει πάνω σε ένα βουνό από πτώματα για να εκπληρώσει το όραμά του για μια μεγάλη Ρωσία. Οι εικασίες από το 2022 ότι η οικονομία του βρισκόταν κοντά στην κατάρρευση τον αφήνουν ομοίως αδιάφορο.

Είναι αλήθεια ότι το Κρεμλίνο ανέμενε για το 2025 ένα δημοσιονομικό έλλειμμα μόλις 0,5% του ΑΕΠ, ενώ το πραγματικό ποσοστό είναι πιθανό να ξεπεράσει το 2%. Αλλά ο Πούτιν ασκεί σιδηρά πυγμή πάνω στον λαό του, του οποίου το βιοτικό επίπεδο φαίνεται να υποφέρει ελάχιστα από τον πόλεμο. Μοιράζονται την ενστικτώδη δυσαρέσκεια του προέδρου τους για τη Δύση, μια σταθερά στη ρωσική καθημερινότητα εδώ και αιώνες.

Δύο εβδομάδες μετά τη συνάντηση στην Ουάσινγκτον κατά την οποία ο Αμερικανός πρόεδρος συναντήθηκε με Ευρωπαίους ηγέτες, απέχουμε ακόμη πολύ από την ειρήνη, παρά τις δημόσιες δηλώσεις αισιοδοξίας από ορισμένους δυτικούς συμμάχους. Θεωρούν ότι πέτυχαν μια σημαντική επιτυχία κρατώντας τον Τραμπ στο παιχνίδι. Δεν αντέδρασε παιδιάστικα, όπως φοβόντουσαν. Δεν συνθηκολόγησε με τον Πούτιν, ακόμη και αν παραχώρησε άνευ όρων πολύ περισσότερα από όσα θα επέτρεπε η υπεύθυνη διπλωματία.

Οι Ευρωπαίοι ηγέτες συντηρούν την αυταπάτη ότι όλοι βρισκόμαστε στην ίδια σελίδα. Στην πραγματικότητα, οι σύμμαχοι χωρίζονται από τις ΗΠΑ, από το γεγονός ότι ο Τραμπ εξακολουθεί να επιθυμεί να πιστεύει αυτά που λέει ο Πούτιν. Λίγοι μοιράζονται την πίστη του. Οι περισσότεροι θεωρούν ότι είναι απαραίτητο να προκαλέσουμε πολύ περισσότερο πόνο στη Ρωσία, τέτοιον που μόνο η Αμερική μπορεί να καταστήσει δυνατό, για να την οδηγήσουμε σε λογικούς όρους.

Ο Τραμπ έχει ήδη εκφράσει την ετοιμότητά του να δει όλη την ανατολική Ουκρανία -συμπεριλαμβανομένων των εδαφών που δεν καταλαμβάνονται σήμερα από τους Ρώσους- να παραχωρείται στη Μόσχα. Ισχυρίστηκε ότι ο Πούτιν ήταν έτοιμος να συμφωνήσει σε δυτικά στρατεύματα στο έδαφος για να παράσχουν μακροπρόθεσμα ασφάλεια για την υπόλοιπη χώρα. Οι Ρώσοι, ωστόσο, έχουν έκτοτε επαναδιατυπώσει την άρνησή τους.

Ο Αμερικανός πρόεδρος και οι συνεργάτες του φαίνεται να καταλαβαίνουν ελάχιστα από τις αρχές της διπλωματίας – και ακόμη λιγότερο από απολυταρχικούς ηγέτες. Είναι εταιρικοί dealers που αρνούνται να επιτρέψουν σε έμπειρους και ενημερωμένους Αμερικανούς αξιωματούχους να ηγηθούν του deal τους με ξένες δυνάμεις.

Επιδιώκουν να επιτύχουν διακανονισμούς μέσα σε λίγες ημέρες, για να συμβαδίζουν με το πρόγραμμα των αμερικανικών ειδήσεων, ενώ οι σοβαρές διαπραγματεύσεις για τον τερματισμό των πολέμων διαρκούν μήνες ή και χρόνια, κατά τη διάρκεια των οποίων οι διπλωμάτες διαπραγματεύονται και “παζαρεύουν”, πριν συναντηθούν οι ηγέτες.

Ο Πούτιν, όπως ο πρόεδρος της Κίνας Σι Τζινπίνγκ και ο ανώτατος ηγέτης του Ιράν, Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ, σπάνια, αν όχι ποτέ, κλείνει συμφωνίες. Τέτοιοι ηγέτες καθορίζουν τις θέσεις τους και στη συνέχεια είναι δύσκολο να μετακινηθούν από αυτές. Στον δασμολογικό του πόλεμο, ο Τραμπ έχει εκφοβίσει με επιτυχία τους συμμάχους, χωρίς αντίποινα. Η Κίνα, ωστόσο, δεν έχει μετακινηθεί επί των θεμελιωδών αρχών της και δεν δείχνει κανένα σημάδι ότι προτίθεται να το κάνει.

Ο Πούτιν μπορεί να πει το ναι σε μια συμφωνία για την Ουκρανία, προκειμένου να εξασφαλίσει ανακούφιση από τις κυρώσεις, αλλά συνεχίζει να απαιτεί όρους που κανένας υπεύθυνος πρόεδρος των ΗΠΑ δεν θα ενέκρινε. Ο Ρώσος ηγέτης είναι βέβαιος ότι κερδίζει και συνεπώς δεν έχει ανάγκη να κάνει σημαντικές παραχωρήσεις. Ο ίδιος ο Τραμπ έχει αποκλείσει την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, αλλά ο Πούτιν θεωρεί επίσης την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση ως κόκκινη γραμμή, και ομοίως οποιαδήποτε ένοπλη δυτική παρουσία ασφαλείας στην Ουκρανία.

Η χειρότερη πτυχή της κατάστασης μετά την Άγκυρα είναι ότι ο Τραμπ φαίνεται πρόθυμος να συνεχίσει να πιέζει τον Ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι, ενώ αρνείται να πιέσει τον Πούτιν. Οι άνθρωποι του Τραμπ αμφισβητούν αυτό το τελευταίο σημείο, επικαλούμενοι τους δασμούς 50% στην Ινδία ως ποινή για την αγορά ρωσικού πετρελαίου. Όμως οι αμερικανικές παραδόσεις όπλων στην Ουκρανία έχουν επιβραδυνθεί δραματικά. Η Αμερική έχει σταματήσει να πληρώνει τον λογαριασμό, αφήνοντας την ευθύνη αυτή στους Ευρωπαίους. 

Βλέποντας όλα αυτά, ο Πούτιν κρίνει ότι η βούληση της Αμερικής είναι αδύναμη, και ότι τα στρατιωτικά μέσα της Ευρώπης είναι πενιχρά. Ο Τραμπ θέλει μόνο ένα αποτέλεσμα που θα σταματήσει για λίγο τα πυρά και θα επιτρέψει στον ίδιο -τον άνθρωπο που εξουσιοδοτεί το ανελέητο σφυροκόπημα των Παλαιστινίων από το Ισραήλ- να εκπληρώσει τη φαντασίωσή του για το Νόμπελ Ειρήνης, στο οποίο προφανώς αναφέρθηκε επανειλημμένα στις συζητήσεις του με τους συμμάχους στην Ουάσιγκτον.

Έπειτα από δεκαετίες κατά τις οποίες το κυριότερο πρόβλημα για τα μέλη του ΝΑΤΟ κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου ήταν να διαχειριστούν μια επικίνδυνη Σοβιετική Ένωση, η πρόκληση σήμερα είναι να διαχειριστούν μια ασταθή Αμερική. Οι Ευρωπαίοι φιλοδοξούν να κολακεύσουν τον Τραμπ ώστε να μετριάσει τις εξάρσεις του και να επιτρέψουν στη χώρα του Ζελένσκι να συνεχίσει να αντιστέκεται.

Οι ΗΠΑ οφείλουν να πεισθούν – τουλάχιστον – να βάλουν στην black list τους ρωσικούς πετρελαϊκούς κολοσσούς Rosneft και Lukoil. Η Ουάσινγκτον θα πρέπει επίσης να επαναφέρει τις παραδόσεις πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς στην Ουκρανία, οι οποίες έχουν ανασταλεί στο πλαίσιο των προσπαθειών του Λευκού Οίκου να κερδίσει το Κρεμλίνο. Επιπλέον, θα πρέπει να δοθούν στην Ουκρανία τα 300 δισεκατομμύρια δολάρια σε περιουσιακά στοιχεία της ρωσικής κεντρικής τράπεζας που είναι επί του παρόντος δεσμευμένα στη Δύση. 

Αντ’ αυτού, φοβάμαι ότι το πιθανότερο αποτέλεσμα αυτού του πολέμου είναι ότι ο Τραμπ θα χάσει το ενδιαφέρον του και απλώς θα απομακρυνθεί. Καθώς η Ουκρανία παραπαίει στο πεδίο της μάχης, οι Ρώσοι θα εξασφαλίσουν κάτι που ο Πούτιν θα μπορεί να αποκαλέσει νίκη. Ένας Αμερικανός ειδικός εκτίμησε το 2022 ότι, ακόμη και αν η Ρωσία δεν μπορεί να κατακτήσει ολόκληρη την Ουκρανία, μπορεί να την κρατήσει σε μια κατάσταση στην οποία παραμένει ένα δύσκολο μέρος για να ζει κανείς και μια κακή προοπτική για τους επενδυτές. Αν ή όταν τελικά γίνει ένα αποτυχημένο κράτος, ο Πούτιν μπορεί να μαζέψει τα συντρίμμια.

Το θεμελιώδες πρόβλημα είναι ότι η Ρωσία βρίσκεται δίπλα στην Ουκρανία, ενώ τα έθνη μας είναι πολύ μακριά. Αν και ο Τραμπ παραμένει πεισματικά απρόθυμος να το αναγνωρίσει, οι Ρώσοι είναι εχθροί μας, οι οποίοι επιθυμούν το κακό όλων μας – συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών. Θα παραμείνουν έτσι, ακόμη κι αν ο πρόεδρος ανταλλάζει θερμές χειραψίες με τον δολοφόνο που διοικεί το Κρεμλίνο.

BloombergOpinion