Ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε χθες Παρασκευή πως σκοπεύει να διπλασιάσει τους τελωνειακούς δασμούς στον εισαγόμενο χάλυβα στο 50%, για να υπερασπίσει την εθνική παραγωγή, εντείνοντας την πίεση στον τομέα της χαλυβουργίας σε διεθνή κλίμακα και βαθαίνοντας τον παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο που έχει κηρύξει.
“Θα επιβάλλουμε αύξηση 25%. Θα αυξήσουμε από το 25% στο 50% τους τελωνειακούς δασμούς στον χάλυβα (που εισάγεται) στις ΗΠΑ, κάτι που θα εγγυηθεί περαιτέρω την ασφάλεια της βιομηχανίας χάλυβα στις ΗΠΑ”, εξήγησε ο Ρεπουμπλικάνος απευθυνόμενος σε εργαζόμενους της χαλυβουργίας US Steel σε εργοστάσιο στην Πενσιλβάνια, οι οποίοι πανηγύρισαν την εξαγγελία του προέδρου φωνάζοντας ρυθμικά “ΗΠΑ, ΗΠΑ!”
Ο Λευκός Οίκος ανέφερε μέσω X ότι το μέτρο θα ανακοινωθεί επίσημα “την επόμενη εβδομάδα”.
“Κανένας δεν θα μπορεί να παρακάμψει” τους τελωνειακούς δασμούς αυτούς, διαβεβαίωσε ο Ντόναλντ Τραμπ από το βήμα, με φόντο εργάτες στο ακροατήριο που φόραγαν κράνη και αντανακλαστικά γιλέκα.
Εξάλλου, ο Ρεπουμπλικάνος υπερασπίστηκε τη συμφωνία για τη συνένωση –την εξαγορά, στην ουσία– της US Steel και της ιαπωνικής ανταγωνίστριάς της Nippon Steel, την οποία ενέκρινε προσωπικά την περασμένη εβδομάδα και για την οποία ελάχιστες λεπτομέρειες έχουν γίνει γνωστές.
“Το σημαντικότερο είναι ότι η US Steel θα συνεχίσει να ελέγχεται από τις ΗΠΑ, αλλιώς δεν θα έκλεινα αυτή τη συμφωνία”, είπε ο Ντόναλντ Τραμπ, σύμφωνα με τον οποίο η Nippon Steel θα επενδύσει 14 δισεκατομμύρια δολάρια “στο μέλλον” της αμερικανικής χαλυβουργίας.
Η υπόθεση της εξαγοράς, στην οποία εναντιωνόταν για καιρό ο σημερινός πρόεδρος, βρέθηκε στην καρδιά της προεκλογικής εκστρατείας του 2024, κυρίως διότι αφορά πάνω απ’ όλα την Πενσιλβάνια — πολιτεία στρατηγικής σημασίας σε εκλογικό επίπεδο κι επίσης λίκνο της χαλυβουργίας στις ΗΠΑ.
Στα τέλη του 2023, οι δυο βιομηχανικοί όμιλοι είχαν ανακοινώσει σχέδιο για την εξαγορά της US Steel από τη Nippon Steel έναντι τιμήματος 14,9 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Αλλά ο Δημοκρατικός τέως πρόεδρος Τζο Μπάιντεν την εμπόδισε λίγες εβδομάδες προτού αποχωρήσει από τον Λευκό Οίκο τον Ιανουάριο, επικαλούμενος λόγους ασφαλείας. Ο Ντόναλντ Τραμπ αποφάσισε να την επανεξετάσει και εν τέλει την ενέκρινε υπό όρους.