Οι κανόνες που έχουν θεσπιστεί τo τελευταίο διάστημα για καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες είχαν ως αποτέλεσμα την ενίσχυση και τη μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα των ελέγχων από τα τραπεζικά ιδρύματα.
Από αυτούς τους ελέγχους, όπως φαίνεται, δεν εξαιρούνται ούτε οι νεόνυμφοι, αλλά ούτε και τα παιδιά, καθώς οι τράπεζες, εδώ και καιρό, βάσει των νέων κανόνων, ζητούν αποδεικτικά στοιχεία για την κατάθεση χρημάτων που προέρχονται από γάμους και βαπτίσεις, ιδίως όταν πρόκειται για μεγάλα ποσά.
Με αφορμή τη συζήτηση που ξεκίνησε μετά από παράπονα για «εξονυχιστικούς» ελέγχους που εξέφρασαν νεόνυμφοι και νέοι γονείς που θέλησαν να καταθέσουν το «δώρο» του γάμου ή της βάπτισης σε τραπεζικούς λογαριασμούς, ο «Φ» επικοινώνησε με τραπεζικές πηγές, ώστε να ενημερωθεί σχετικά με τον τρόπο που τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα χειρίζονται τέτοιες περιπτώσεις.
Όπως μας μεταφέρθηκε, η κατάθεση σημαντικών ποσών που προέρχονται από γάμους ή βαπτίσεις πρέπει να συνοδεύεται από τεκμήρια, όπως το προσκλητήριο, αφού θεωρείται απαραίτητο να υπάρχει μια αρχική εξήγηση για την προέλευση των χρημάτων.
Η διαδικασία, όπως τονίστηκε, διαφοροποιείται ανά περίπτωση, αφού το ύψος του ποσού, ο χρόνος κατάθεσης, αλλά και η πιστοληπτική κατάσταση των προσώπων αποτελούν βασικές παραμέτρους για την αξιολόγηση.
Ένα βασικό σημείο είναι ότι οι τράπεζες δίνουν ένα μικρό χρονικό «παράθυρο» για την κατάθεση του ποσού. Όπως εξηγούν, αν ένα ζευγάρι επιχειρήσει να καταθέσει τα χρήματα του γάμου αρκετούς μήνες αργότερα, αυτό ενδέχεται να εγείρει υποψίες και εφόσον δεν δοθούν επαρκείς εξηγήσεις, η τράπεζα ενδέχεται να μην αποδεχθεί την κατάθεση.
Τώρα, σε περίπτωση που το ζεύγος θέλει να καταθέσει επιπλέον ποσό ως «έσοδα» από τον γάμο, αυτό θα πρέπει να γίνει εντός ορισμένων ημερών από την αρχική κατάθεση. Σε αντίθετη περίπτωση, οι ενδιαφερόμενοι οφείλουν να αιτιολογήσουν ξανά την προέλευση των χρημάτων.
Νέα οδηγία από την Κεντρική
Σε μια άλλη εξέλιξη, που σχετίζεται με τους νέους κανονισμούς ελέγχου, η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, με νέα οδηγία που εξέδωσε στις αρχές Μαΐου και θα τεθεί σε εφαρμογή στις 2 Ιουνίου, επιδιώκει την απλοποίηση των διαδικασιών και τη διευκόλυνση πολιτών και επιχειρήσεων, παρά το ενισχυμένο πλαίσιο συμμόρφωσης που ισχύει πλέον στο τραπεζικό σύστημα.
Σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση, η νέα Οδηγία προβλέπει ότι οι τράπεζες και άλλες υπόχρεες οντότητες οφείλουν να εφαρμόζουν τέτοιες πολιτικές, ώστε να αποφεύγεται η αδικαιολόγητη στέρηση ή καθυστέρηση της νόμιμης πρόσβασης στις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, τουλάχιστον εκείνων των πολιτών που οι ίδιες αξιολογούν ότι οι δραστηριότητές τους έχουν χαμηλή πιθανότητα εμπλοκής σε νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.
Για παράδειγμα, οι τράπεζες μπορούν να κατηγοριοποιήσουν συνταξιούχους συμπολίτες μας, οι οποίοι δεν έχουν εισοδήματα πέραν της σύνταξης, στην κατηγορία του χαμηλού κινδύνου.
Συναφώς, τα στοιχεία που θα ζητούν από αυτούς πρέπει να είναι ανάλογα του εν λόγω χαμηλού κινδύνου.
Πιο συγκεκριμένα, μεταξύ άλλων η Οδηγία, στη βάση πάντα του εκτιμώμενου κινδύνου για έκαστον πελάτη:
1) επιτρέπει την επικαιροποίηση των επιχειρηματικών σχέσεων με συχνότητα ανάλογη του κινδύνου του κάθε πελάτη και δεν καθορίζει ελάχιστη συχνότητα επικαιροποίησης των επιχειρηματικών σχέσεων για πελάτες με χαμηλή πιθανότητα εμπλοκής σε νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες,
2) κατά την επικαιροποίηση επιτρέπει τη χρήση αντιγράφων ταυτότητας (αντί του πρωτοτύπου), καθιστώντας τη διαδικασία γρηγορότερη και ευκολότερη,
3) επιτρέπει την αξιοποίηση πληροφοριών που αποκτήθηκαν κατά τη διάρκεια της επιχειρηματικής σχέσης κάτι που συνεπάγεται μείωση των απαιτούμενων πληροφοριών από τους πολίτες κατά την επικαιροποίηση των στοιχείων τους,
4) καθιστά δυνατή τη χρήση εναλλακτικών αποδεικτικών στοιχείων για συμπολίτες μας που δεν μπορούν να ανταποκριθούν λόγω θεμάτων υγείας ή σωματικής ανικανότητας όπως η επίδειξη ευαισθησίας προς τους συμπολίτες μας που αντιμετωπίζουν τέτοια προβλήματα, είναι αναγκαία,
5) δίνει τη δυνατότητα ευελιξίας όσον αφορά τα αποδεικτικά στοιχεία σε σχέση με τη διεύθυνση κατοικίας όπως για παράδειγμα η πιστοποίηση να διεξάγεται μέσω της χρήσης κυβερνητικών εγγράφων ή ηλεκτρονικών λογαριασμών κοινής ωφελείας
6) επιτρέπει την πιστοποίηση εγγράφων από τρίτα πρόσωπα (π.χ. κρατικές υπηρεσίες) καθώς και τη χρήση ηλεκτρονικών εγγράφων έτσι ώστε με τη διεύρυνση των επιλογών πιστοποίησης να επιτυγχάνεται η καλύτερη εξυπηρέτηση των πελατών.
Καταληκτικά, η Κεντρική Τράπεζα Κύπρου τονίζει πως παρά την προσπάθεια για απλοποίηση των διαδικασιών σε καμία περίπτωση αυτή δεν μεταφράζεται σε χαλάρωση του ρυθμιστικού πλαισίου. Τουναντίον, όπως συμπληρώνει, διατηρούνται οι αυστηρές απαιτήσεις του ρυθμιστικού πλαισίου της χώρας μας.