Γεμάτα είναι τα ταμεία του κράτους με ρευστό απόθεμα, το οποίο είναι ικανό να εξυπηρετήσει τις χρηματοδοτικές ανάγκες του κράτους για τον επόμενο ένα χρόνο και αυτό σημαίνει ότι ακόμα και σε μια ακραία περίπτωση το κράτος αντέχει να εξυπηρετήσει τις υποχρεώσεις του.

Τα θετικά νέα καταγράφονται στη μεσοπρόθεσμη στρατηγική διαχείριση δημοσίου χρέους 2026-2028 που δημοσιεύθηκε χθες.

Στο τέλος του 2025, τα ταμειακά αποθέματα προβλέπεται να φτάσουν περίπου στο 6.5% του ΑΕΠ (το οποίο υπολογίζεται γύρω στα 35 δισ. ευρώ), εκπληρώνοντας τον στόχο της ΜΣΔΔΧ (Μεσοπρόθεσμη Στρατηγική Διαχείρισης Δημόσιου Χρέους) για την κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών των επόμενων 9-12 μηνών.

Η διατήρηση ρευστών διαθεσίμων για κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών των επόμενων 9-12 μηνών, ως ο στόχος που περιλήφθηκε στη ΜΣΔΔΧ, ικανοποιείται μέσα στο 2025. Τα ρευστά διαθέσιμα στο τέλος Αυγούστου 2025 υπερκαλύπτουν τις ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες των επόμενων 12 μηνών περίπου κατά 1.4 φορές. Ως αποτέλεσμα του σημαντικού αποθέματος ρευστότητας, ο κίνδυνος από ενδεχόμενη έλλειψη ρευστότητας βρίσκεται σε πολύ χαμηλά επίπεδα.  

Τα θετικά νέα, όπως καταγράφονται στην έκθεση, είναι ότι η περίοδος εφαρμογής της στρατηγικής 2026-2028 χαρακτηρίζεται από διαχειρίσιμες χρηματοδοτικές ανάγκες, παρά την παγκόσμια αβεβαιότητα και το δημοσιονομικό ισοζύγιο εκτιμάται να διατηρείται σε πολύ ικανοποιητικά επίπεδα κατά την περίοδο αναφοράς.

Επίσης, σε σχέση με το μέγεθος της οικονομίας, οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες προβλέπεται να κυμανθούν μεταξύ του 2.6% και 4.6% του ΑΕΠ κατά την υπό αναφορά περίοδο.

Πιο συγκεκριμένα, οι χρηματοδοτικές ανάγκες ως ποσοστό του ΑΕΠ προβλέπεται να προσεγγίσουν το 2.6% το 2026, 3.2% το 2027 και 4.6% το 2028.

Στην έκθεση σημειώνεται ότι «στο πλαίσιο του στόχου διατήρησης ενός χαρτοφυλακίου με χαμηλό χρηματοοικονομικό κίνδυνο σε λογικό κόστος, η βασική στρατηγική που ακολουθήθηκε το κράτος το προηγούμενο έτος θα συνεχιστεί και θα εμπλουτιστεί κατά την περίοδο 2026-2028 με στόχευση τη διατήρηση του κινδύνου αναχρηματοδότησης σε χαμηλό επίπεδο ενόψει και της έναρξης αποπληρωμής του δανείου προς τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας από το Δεκέμβριο του 2025, την ανάπτυξη της αγοράς κυβερνητικών τίτλων, την ανάπτυξη σχέσεων με επενδυτές και την επιδίωξη για συνεχή βελτίωση της πιστοληπτικής αξιολόγησης της Κυπριακής Δημοκρατίας, λαμβάνοντας υπόψη τις τρέχουσες συνθήκες και τις μελλοντικές προκλήσεις κυρίως από το εξωτερικό, αλλά και από το εσωτερικό περιβάλλον».

Σύμφωνα με την επιλεγείσα στρατηγική, τα μακροπρόθεσμα διεθνή ομόλογα σταθερού επιτοκίου παραμένουν η πιο ρεαλιστική επιλογή και θεωρούνται συνεπώς ως το βέλτιστο εργαλείο για την επίτευξη του καλύτερου δυνατού αποτελέσματος με ένα αποδεκτό επίπεδο κόστους-κινδύνου.

Για την επιλογή της στρατηγικής, αναφέρει η έκθεση που συνέταξε το Γραφείο Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους, «λήφθηκαν υπόψιν το τρέχον επιτοκιακό περιβάλλον, η εκτίμηση ότι ο κύκλος μείωσης των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) έχει ολοκληρωθεί με βάση τα σημερινά δεδομένα χωρίς να αποκλείεται ακόμη μια μείωση το Δεκέμβριο του 2025, τα διαθέσιμα, από πλευράς συσσώρευσης χρέους, έτη στο χρονοδιάγραμμα αποπληρωμής χρέους της ΚΔ, ο αντίκτυπος στη μέση εναπομείνασα διάρκεια χρέους σε συνδυασμό με τη μείωση του αντικτύπου στο μέσο κόστος εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους λόγω του υψηλότερου επιπέδου του κόστους αναχρηματοδότησης».

Ενόψει των πιο πάνω υποδεικνύεται « και λαμβάνοντας υπόψιν ότι η αναχρηματοδότηση του υφιστάμενου χρέους θα διενεργείται σε συγκριτικά υψηλότερο κόστος, ο δανεισμός από τις διεθνείς κεφαλαιαγορές αναμένεται να πραγματοποιηθεί εντός του εύρους των 10 έως 15 ετών διάρκειας αναλόγως των συνθηκών της αγοράς».

Χρηματοδοτικές πηγές και εργαλεία

Τίθεται ως στόχος ότι το 75% κατά μέσο όρο των ακαθάριστων χρηματοδοτικών αναγκών για την χρονική περίοδο 2026-2028 θα προέρχεται από εξωτερικές πηγές, που εκ των οποίων η πλειονότητα τους θα αφορά εκδόσεις ομολόγων ΕΜΟ (ΕΜΤΝ) στη διεθνή αγορά.

Τα Ευρωπαϊκά Μεσοπρόθεσμα Ομόλογα (EMTN) θα συνεχίσουν να είναι η κύρια πηγή δανεισμού για την κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών του Κράτους, σύμφωνα με το πλαίσιο της στρατηγικής 2026-2028, για στρατηγικούς κυρίως λόγους.

Συγκεκριμένα, μέσω τους προσφέρεται η δυνατότητα στους εκδότες να μπορούν να προσελκύουν επενδυτές πέρα από την εγχώρια αγορά και μέσω της διεθνούς αγοράς, διευρύνοντας έτσι την επενδυτική βάση τόσο σε μέγεθος όσο και γεωγραφικά και ανά κατηγορία επενδυτή. Η εγχώρια αγορά θα συνεχίσει να χρησιμοποιείται ως συμπληρωματική πηγή χρηματοδότησης για κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών του Κράτους. Για την περίοδο αναφοράς, θα δοθεί προτεραιότητα στην έκδοση ομολόγων προς φυσικά πρόσωπα, διάρκειας 6 ετών, σε τριμηνιαία βάση, χρηματοδοτικό εργαλείο που διατίθεται για να συνάδει με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των φυσικών προσώπων ως αποταμιευτές. Επιπρόσθετα, σύμφωνα με την έκθεση, θα εξεταστεί το ενδεχόμενο έκδοσης εγχώριου ομολόγου για σκοπούς διατήρησης αυτού του εργαλείου ως συμπληρωματική πηγή χρηματοδότησης.

Τα Γραμμάτια Δημοσίου (ΓΔ) παραμένουν ως το χρηματοδοτικό εργαλείο εγχώριας αγοράς με βραχυπρόθεσμη διάρκεια, τα οποία στοχεύουν στη βελτίωση της διαχείρισης των κρατικών ταμειακών αποθεμάτων και στη μείωση του σταθμισμένου μέσου κόστους του δημόσιου χρέους.

Όσον αφορά το Πρόγραμμα Ευρωπαϊκών Εμπορικών Χρεογράφων (Euro Commercial Paper), αν και δύναται να χρησιμοποιηθεί ως εναλλακτική πηγή χρηματοδότησης με βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, προσελκύοντας κεφάλαια από το εξωτερικό, εντούτοις, παραμένει ανενεργό από τα τέλη του 2014, χωρίς όμως να αποκλείεται το ενδεχόμενο να μπορεί να χρησιμοποιηθεί στο εγγύς μέλλον.

Ένα άλλο χρηματοδοτικό εργαλείο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί από την Κυπριακή Δημοκρατία αποτελεί ο δανεισμός από υπερεθνικούς οργανισμούς με σκοπό, την χρηματοδότηση νέων έργων ή συνεχιζόμενων έργων υποδομής, τα οποία συνδυάζουν χαμηλό κόστος δανεισμού και μεγάλες περιόδους αποπληρωμής.

Επιπλέον, ένα νέο χρηματοδοτικό εργαλείο, μέσω δανείων και επιχορηγήσεων, έχει τεθεί σε εφαρμογή από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, από το 2021, το Next Generation EU.  

Φοβάται άνοδο πληθωρισμού η Σνάμπελ της ΕΚΤ

Οι κίνδυνοι για τον πληθωρισμό στην ευρωζώνη τείνουν προς τα πάνω, καθώς η οικονομία αποκτά δυναμική και οι κυβερνήσεις προχωρούν σε μεγάλες δαπάνες για την άμυνα και τις υποδομές, σύμφωνα με το μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, Ιζαμπέλ Σνάμπελ.

«Η άποψή μου είναι ότι η οικονομία ανακάμπτει, με το παραγωγικό χάσμα να κλείνει, ενώ αναμένεται σημαντική δημοσιονομική ώθηση, η οποία θα τονώσει (την οικονομία) περισσότερο», δήλωσε η Σνάμπελ σε συνέδριο της BNP την Τετάρτη στο Λονδίνο. «Αυτό με οδηγεί στο να βγάλω το συμπέρασμα ότι, αν μη τι άλλο, οι κίνδυνοι τείνουν μάλλον προς τα πάνω».

Περιγράφοντας τα επιτόκια ως «απολύτως» σε καλό επίπεδο, η Γερμανίδα αξιωματούχος τόνισε ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πρέπει τώρα να παραμείνουν προσεκτικοί όσον αφορά τις αυξήσεις του κόστους των τροφίμων, οι οποίες «εξακολουθούν να είναι αρκετά υψηλά», καθώς και τον «επίμονο» πληθωρισμό στις υπηρεσίες.

Οι περισσότεροι αξιωματούχοι της ΕΚΤ είναι ικανοποιημένοι με τις τρέχουσες ρυθμίσεις της νομισματικής πολιτικής, την ίδια στιγμή που ο πληθωρισμός κυμαίνεται κοντά στον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2% και η οικονομία συνεχίζει να αναπτύσσεται παρά την αύξηση των δασμών στις ΗΠΑ.

Ορισμένοι, ωστόσο, υποστηρίζουν ότι δεν πρέπει να αποκλειστεί η περαιτέρω μείωση των επιτοκίων, πέραν των οκτώ μειώσεων κατά 0,25% που έχουν γίνει μέχρι σήμερα.