Στην ΕΕ αυτό το είδος του εμπορίου ξεπερνά τα 2,5 δισεκατομμύρια δολάρια το χρόνο με μεγάλες δημοσιονομικές απώλειες καθώς δεν καταβάλλονται φόροι και τελωνειακοί δασμοί
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΗΝ ΞΕΝΙΑ ΤΟΥΡΚΗ
Ακριβότερα θα χρειαστεί να πληρώνουν από το 2026 τα μικροδέματα που παραλαμβάνουν οι Ευρωπαίοι πολίτες για αγορές που κάνουν μέσω πλατφόρμων τρίτων χωρών. Οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης την περασμένη βδομάδα συμφώνησαν ότι από το νέο έτος θα αρχίσουν να επιβάλλονται τελωνειακοί δασμοί και στα δέματα αξίας κάτω των 150 ευρώ. Πρόκειται για ένα καθόλου ευκαταφρόνητο αριθμό δεμάτων. Μόνο το 2024, περίπου 4,5 δισεκατομμύρια είδη χαμηλής αξίας εισήχθησαν στην ΕΕ, σύμφωνα με έκθεση που δημοσιεύθηκε τον περασμένο Φεβρουάριο. Βασικός στόχος αυτού του μέτρου ανάφερε στην συνέντευξή του στον “Φιλελεύθερο”, ο Πάνος Χατζηπαναγιώτου, καθηγητής Οικονομικών στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Οικονομικών Σπουδών του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών είναι να αντιμετωπιστεί η μαζική εισροή μικρών δεμάτων, κυρίως από την Κίνα, τα οποία προς το παρόν δεν υπόκεινται σε τελωνειακούς δασμούς κατά την είσοδό τους στην ΕΕ, ένα φαινόμενο που οδηγεί σε αθέμιτο ανταγωνισμό για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις ενώ εγείρει και περιβαλλοντικές ανησυχίες. «Υπολογίζεται πως αυτή τη στιγμή τα μικροπακέτα ανέρχονται στα 4,5 δισεκατομμύρια ετησίως. Αν λάβουμε υπόψη ότι ένα μέσο κόστος για ένα πακέτο είναι γύρω στα €20 με €30, τότε μπορούμε να υπολογίσουμε πως για την ΕΕ το ύψος αυτού του εμπορίου ξεπερνά τα 2,5 δισεκατομμύρια δολάρια το χρόνο», τόνισε.
Το νέο μέτρο αναμένεται να κλείσει κενά που εκμεταλλεύθηκαν συστηματικά για την αποφυγή των τελωνειακών δασμών κολοσσοί ηλεκτρονικού εμπορίου, όπως οι Temu και Shein. Θα μειώσει, επίσης, τις ευκαιρίες για απάτη και θα ενισχύσει την ακεραιότητα και τη διαφάνεια του εμπορίου εντός της εσωτερικής αγοράς. Αν ωστόσο, αυτό είναι αρκετό για να μειωθούν οι αγορές από τρίτες χώρες αυτό είναι κάτι που θα φανεί στο μέλλον, αν και υπάρχουν αρκετές αμφιβολίες για αυτό, αφού όπως εξήγησε ο Πάνος Χατζηπαναγιώτου πολλές από αυτές τις αγορές γίνονται από τους νέους, γιατί είναι μόδα και όχι γιατί είναι πιο φτηνές.
Πλέον, επιχειρήσεις και καταναλωτές αρχίζουν να ζυγίζουν τα υπέρ και τα κατά των νέων εξελίξεων. Πάντως, η μετάβαση σε καθεστώς πλήρους τελωνειακού ελέγχου μπορεί να επιφέρει καθυστερήσεις και προβλήματα στα Τελωνεία, κάτι που απαιτεί προσαρμογή και έγκαιρη αναβάθμιση στα τελωνειακά πληροφοριακά συστήματα. «Τα προϊόντα δεν θα φτάνουν τόσο γρήγορα στα χέρια των καταναλωτών και σίγουρα θα υπάρχουν διαχειριστικά κόστη για τις αρχές. Και εδώ να σημειωθεί πως οι τελωνειακές αρχές πρέπει να οργανωθούν και αυτό φυσικά δεν θα γίνει άνευ κόστους, ώστε να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τη νέα πρόκληση», τόνισε ο Πάνος Χατζηπαναγιώτου.
-Τι ακριβώς αφορά η απόφαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ότι από τις αρχές του 2026 παύει η τελωνειακή ατέλεια για μικροδέματα κάτω των 150 ευρώ;
– Μέχρι σήμερα, εισαγωγές προϊόντων στην ΕΕ από τρίτες χώρες με αξία κάτω των 150 ευρώ εξαιρούνταν από τους τελωνειακούς δασμούς, παρόλο που υπόκειντο στην τελωνειακή διαδικασία. Ο λόγος της απαλλαγής, πρωτίστως οφειλόταν στο ότι το κόστος τελωνειακής διαχείρισης αυτών των μικρο-αποστολών υπερέβαινε το αναμενόμενα τελωνειακά έσοδα. Βέβαια, από τη στιγμή που τα προϊόντα αυτά εισήγοντο στις αγορές χωρών της ΕΕ, ήταν υπόλογα στον ΦΠΑ των συγκεκριμένων αγορών. Η ΕΕ αποφάσισε ότι η απαλλαγή για πακέτα αξίας κάτω των €150 θα καταργηθεί και ότι η ημερομηνία εφαρμογής του νέου καθεστώτος θα ισχύσει εντός του 2026. ΣΕ αυτή την περίπτωση, αυτές οι μικρο-αποστολές προϊόντων από τρίτες χώρες θα είναι και υπό καθεστώς δασμολογικής και τελωνειακής επιβάρυνσης, αλλά και υπό το ισχύον καθεστώς φορολόγησής τους με τον ΦΠΑ των αγορών χωρών της ΕΕ στις οποίες κατευθύνονται.
Ο βασικός λόγος αυτής της αλλαγής, κυρίως είναι το γεγονός ότι υπάρχει τεράστιο κύμα εισαγωγών χαμηλού κόστους από τρίτες χώρες, ειδικά από την Κίνα με σκοπό την αποφυγή της δασμολογικής επιβάρυνσης. Αυτή η πρακτική των τρίτων χωρών, εκλαμβάνεται ως πρακτική «αθέμιτου ανταγωνισμού» προς επιχειρήσεις της ΕΕ, οι οποίες παράγουν ομοειδή προϊόντα με υψηλότερο κόστος που «εκμεταλλεύονταν» το κατώφλι των €150 για να αποφύγουν δασμούς. Με το νέο πλέον καθεστώς, επιχειρήσεις και ιδιώτες που εισάγουν αγαθά, ιδίως e-commerce επιχειρήσεις, πρέπει να εναρμονιστούν με τους νέους κανόνες εισαγωγών προϊόντων από τρίτες χώρες στις αγορές της ΕΕ και να επιβαρυνθούν με το κόστος των δασμών και των τελωνειακών διαδικασιών από τα οποία μέχρι στιγμής, εν πολλοίς, εξαιρούντο.
-Ποιοι ήταν οι λόγοι πίσω από αυτή την απόφαση;
– Στις μέρες μας το διεθνές εμπόριο έχει περάσει στη σφαίρα του ηλεκτρονικού εμπορίου. Κατέστη σαφές πως έπρεπε να δημιουργηθούν διαφορετικές διατάξεις για τη διαχείρισή του. Για διάφορους λόγους, έχουμε μια τεράστια έξαρση στο ηλεκτρονικό εμπόριο. Ένας λόγος είναι ότι υπάρχει η αμεσότητα της επαφής και κατά συνέπεια η αμεσότητα αυτή είναι πολύ χαμηλού κόστους. Μια επιχείρηση δεν χρειάζεται να κάνει κάποια ιδιαίτερη καμπάνια για να προάγει τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες της. Ένας δεύτερος είναι το γεγονός πως το ηλεκτρονικό εμπόριο βοήθησε στο να μειωθεί το κόστος παραγωγής πολλών προϊόντων. Πλατφόρμες όπως το Shein ή το Temu χρησιμοποιούν αλγόριθμους που προσαρμόζονται στις προτιμήσεις των καταναλωτών. Αν κάνω μια αναζήτηση για ένα προϊόν τις επόμενες μέρες θα βομβαρδιστώ με σχετικές διαφημίσεις custom made που με αφορούν σε πολύ μεγάλο βαθμό. Αυτό δίνει τη δυνατότητα σε παραγωγούς, σε επιχειρήσεις στο εμπόριο με ένα αρκετά διαχειρίσιμο κόστος, να προσαρμόσουν την παραγωγή και τα προϊόντα τους στις απαιτήσεις των καταναλωτών. Και να μην ξεχνούμε τη δυνατότητα που δόθηκε σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις σε όλο τον κόσμο να αναπτύξουν μια εξαγωγική δραστηριότητα.
-Έχουμε στοιχεία πόσα μικροπακέτα εισάγονται και ποιο είναι το κόστος στην ΕΕ;
-Υπολογίζεται πως αυτή τη στιγμή τα μικροπακέτα από τρίτες χώρες προς την ΕΕ ανέρχονται στα 4,5 δισεκατομμύρια ετησίως. Αν λάβουμε υπόψη ότι ένα μέσο κόστος για ένα πακέτο ανέρχεται γύρω στα €20 με €30, τότε μπορούμε να υπολογίσουμε πως για την ΕΕ το ύψος αυτού του εμπορίου ξεπερνά τα 2,5 δισεκατομμύρια ευρώ το χρόνο. Μπορούμε επομένως να αναλογιστούμε και πόσο μεγάλες είναι οι δημοσιονομικές απώλειες. Επίσημα στοιχεία δεν υπάρχουν για το ακριβές ποσό. Γνωρίζουμε πως το μεγαλύτερο μέρος των πακέτων αυτών προέρχεται από την Κίνα, οπότε στην ουσία η Κίνα μέχρι τώρα έμπαινε στις ευρωπαϊκές αγορές, παρακάμπτοντας κατά κάποιο τρόπο δασμούς και φόρους που επιβάλλει η ΕΕ. Άρα τίθεται και ζήτημα αθέμιτου ανταγωνισμού, λαμβάνοντας υπόψη πως ευρωπαϊκές επιχειρήσεις που παράγουν αντίστοιχα προϊόντα επιβαρύνονται με τις σχετικές επιβαρύνσεις.
-Θα υπάρξει ένα ενιαίο τέλος για όλα τα μικροδέματα που θα εισάγονται κάτω των €150 ή θα είναι ανάλογα της αξίας τους;
-Η δική μου ανάγνωση είναι πως θα υπάρξει μια επιβάρυνση €2 για κάθε μικροπακέτο. Ένα ποσό που επιβάλλεται στη βάση του ότι ανεξάρτητα από το γεγονός ότι είναι μικροδέματα, λόγω του όγκου που υπάρχει δημιουργούν μια πολύ μεγάλη γραφειοκρατική επιβάρυνση, αφού όπως και να έχει πρέπει να περάσουν από σύνορα, από τελωνεία, να καταγραφούν… Αυτό το τέλος θα πληρώνεται την ώρα που ο καταναλωτής θα παραλαμβάνει το πακέτο του και αυτό θα γίνεται μετά που θα εκτελωνιστεί αυτό το προϊόν. Άρα είναι κόστος όχι της χώρας που το στέλνει ή του παραγωγού αλλά εκείνου που το παραλαμβάνει και στη χώρα που φτάνει το μικροπακέτο.
-Με ποιο τρόπο πιστεύετε θα επηρεαστεί το ηλεκτρονικό εμπόριο; Το γεγονός πως τα μικροπακέτα θα καταστούν πιο ακριβά θα σταματήσουν τους Ευρωπαίους καταναλωτές από το να αγοράζουν από τις συγκεκριμένες πλατφόρμες;
– Τίθεται ένα ζήτημα κόστους οφέλους. Ναι, η τιμή αυτών των προϊόντων θα είναι αυξημένη, έστω και κατά €2 ίσως και περισσότερο λόγω ΦΠΑ. Αυτό βάζει πίεση και στις δύο πλευρές, τους παραγωγούς και τους καταναλωτές. Μέρος αυτής της επιβάρυνσης ενδεχομένως να το υποστούν οι παραγωγοί, που θα μειώσουν τις τιμές των προϊόντων τους, έτσι ώστε να διατηρήσουν το μερίδιο των αγορών που έχουν. Ένα δεύτερο μέρος, το μεγαλύτερο θα επιβαρύνει τους καταναλωτές στη χώρα άφιξης. Μένει να φανεί κατά πόσο η επιβάρυνση αυτή μαζί με το ΦΠΑ και το δασμό θα είναι τέτοια που θα κάνει αυτά τα προϊόντα ακόμη πιο ακριβά από τα αντίστοιχα που παράγονται στις εγχώριες αγορές. Και για να απαντήσω την ερώτησή σας, θεωρώ πως θα υπάρξουν επιπτώσεις, σαφώς μια μικρή περιστολή του ηλεκτρονικού εμπορίου. Πάντως, ας μην ξεχνούμε πως το κόστος των προϊόντων σε αυτές τις πλατφόρμες είναι μειωμένο, επειδή διαχειρίζονται τεράστιες ποσότητες από το ίδιο προϊόν και αυτό έρχεται κατά κάποιο τρόπο να αντισταθμίσει και τη φορολογική και τη δασμολογική επιβάρυνση.
-Πως σχολιάζετε την θέση πως αυτά τα τέλη θα πλήξουν τα ασθενέστερα οικονομικά στρώματα καθιστώντας προϊόντα όπως ρούχα ή παπούτσια πιο ακριβά;
– Είναι σαφές πως θα πληγούν συγκεκριμένες ομάδες καταναλωτών που στρέφονται προς αυτά τα προϊόντα. Ένα αξιοσημείωτο, όμως, το ότι πως μια πολύ μεγάλα ομάδα που στρέφονται σε αυτές τις πλατφόρμες για αγορές είναι οι νέοι, όχι υποχρεωτικά από τις χαμηλότερες οικονομικά τάξεις. Ψωνίζουν από εκεί γιατί είναι trendy όχι γιατί είναι πιο φθηνά. Από το Temu και το Shein αγοράζουν νέοι που μπορεί το οικογενειακό τους εισόδημα να είναι και €100,000 το χρόνο. Από τα παπούτσια, μέχρι και τα αξεσουάρ οι πλατφόρμες αυτές απευθύνονται σε νεαρά άτομα. Και δεν ξέρω καν κατά πόσο τα χαμηλά εισοδήματα στρέφονται σε αυτές τις πλατφόρμες για αγορές.
-Πόσο πιθανόν θεωρείτε οι δασμοί να αποτρέψουν τις αγορές προϊόντων, που ας το πούμε δεν είναι απαραίτητες;
-Σήμερα αυτή είναι η αγορά, δηλαδή η διαφήμιση και το μάρκετινγκ είναι που δημιουργούν καταναλωτικές προτιμήσεις και καταναλωτικά πρότυπα. Μπαίνω να κάνω μια απλή αναζήτηση για ένα ταξίδι στην Κύπρο, για παράδειγμα και τις επόμενες μέρες βομβαρδίζομαι με τις σχετικές διαφημίσεις. Το ηλεκτρονικό εμπόριο με έχει «διαβάσει» ξέρει τι θέλω, ξέρει τι θα μπορούσα να αγοράσω και με βομβαρδίζει με το σχετικό υλικό. Και μέσα σε όλο αυτό τον βομβαρδισμό, κάτι θα δούμε που θα θέλουμε και που θα αγοράσουμε. Και αυτό κινεί την αγορά, από το οποίο επωφελούνται φυσικά και οι εγχώριες επιχειρήσεις και παραγωγοί.
-Υπάρχει και η θέση πως αν τα προϊόντα από τρίτες χώρες καταστούν πιο ακριβά, πως θα είναι ευκαιρία για να τονωθεί η εγχώρια ευρωπαϊκή παραγωγή. Ισχύει κάτι τέτοιο;
– Θεωρώ πως είναι κάτι δύσκολο να συμβεί. Αυτά τα προϊόντα προέρχονται από χώρες που το κόστος παραγωγής είναι το εν τρίτο, το εν τέταρτο σε σύγκριση με την Ευρώπη. Ας συγκρίνουμε μόνο τους μισθούς ενός εργάτη στο Βιετνάμ ή την Καμπότζη με εκείνους στη Γαλλία ή την Γερμανία. Για αυτό εδώ και πολλά χώρα οι ευρωπαϊκές χώρες έχουν χάσει το συγκριτικό τους πλεονέκτημα στην παραγωγή αυτών των προϊόντων. Άρα στροφή προς άλλα προϊόντα, στροφή πως άλλες κατευθύνσεις, ενδεχομένως οργάνωση και του ευρωπαϊκού εμπορίου σε μια αντίστοιχη βάση ίσως να είναι η απάντηση στο να γίνουν οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και οι Ευρωπαίοι παραγωγοί πιο ανταγωνιστικοί. Κατά την άποψή μου είναι ορθή η επιβολή δασμών από τρίτες χώρες. Από εκεί και πέρα όμως, να χρησιμοποιηθούν αυτά τα μέτρα ως τείχος ή ως εμπόδιο του διεθνούς εμπορίου και της διακίνησης προϊόντων και υπηρεσιών είναι κάτι επίφοβο.
Μεγάλη η πρόκληση για τις τελωνειακές αρχές σε ΕΕ και εθνικά κράτη
-Ποιες θα είναι οι προκλήσεις που θα έχουν να αντιμετωπίσουν με το νέο χρόνο τα ευρωπαϊκά τελωνεία, καθώς θα έχουν να επεξεργάζονται καθημερινά εκατομμύρια μικροπακέτα;
-Το ζήτημα είναι άκρως διαχειριστικό. Σαφέστατα ο όγκος των συναλλαγών θα μεγαλώσει, αφού μέχρι τώρα αυτά τα πακέτα δεν περνούσαν από τόσους εξονυχιστικούς ελέγχους. Θα υπάρξει μια καθυστέρηση δεν θα φτάνουν τόσο γρήγορα στα χέρια των καταναλωτών που τα έχουν αγοράσει και σίγουρα θα υπάρχουν διαχειριστικά κόστη για τις αρχές. Και εδώ να σημειωθεί πως οι τελωνειακές αρχές πρέπει να οργανωθούν και αυτό φυσικά δεν θα γίνει άνευ κόστους, ώστε να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τη νέα πρόκληση. Από τη μια αυτό είναι θέμα κεντρικό της ΕΕ, αλλά στο μεγαλύτερο βαθμό αφορά τα ίδια τα κράτη μέλη, πόσο έτοιμα είναι να μπορέσουν να κάνουν αυτή την διαχείριση.
-Και να μην ξεχνάμε πως είμαστε και σε αναμονή μιας τελωνειακής μεταρρύθμισης που προωθεί η ΕΕ για το επόμενο διάστημα.
-Αν δεν κάνω λάθος η μεταρρύθμιση έχει επισπευσθεί και ότι στόχος είναι να εφαρμοστεί το δεύτερο εξάμηνο του 2026. Τα έσοδα είναι αυτή τη στιγμή που καίνε την Ευρώπη και για αυτό κάνει ό,τι μπορεί για να τα αυξήσει.
-Μπορούμε να υπολογίσουμε πόσα περίπου θα είναι τα έσοδα για την ΕΕ από τους δασμούς στα πακέτα από τρίτες χώρες;
-Είναι δύσκολο να γίνει μια τέτοια εκτίμηση, γιατί ακριβώς δεν ξέρουμε και ακριβώς ποιος είναι ο όγκος αυτών των πακέτων. Πολύ καλύτερη εικόνα θα έχουμε σε δυο με τρία χρόνια, όταν θα περάσει κάποιο εύλογο χρονικό διάστημα από την εφαρμογή του μέτρου, ώστε να μπορεί να γίνει μια καλή εκτίμηση, τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Διαφοροποιείται με γρήγορους ρυθμούς το εμπόριο και το πιο σημαντικό είναι πως αλλάζουν και οι κανόνες του παιχνιδιού. Είναι ένα γίγνεσθαι καινούριο, που ναι μεν το ξέραμε μέχρι τώρα σε κάποιο βαθμό, αλλά τώρα βλέπουμε πως διογκώνεται, επειδή υπάρχουν νέες οπτικές γωνιές. Αυτή τη στιγμή υπάρχει μια εγρήγορση και η πορεία θα δείξει σε ποιο βαθμό πρέπει να αναπτυχθεί να γίνει το δίκτυο που θα διαχειριστεί τις ηλεκτρονικές συναλλαγές.
-Κάποιος εύλογα μπορεί να αναρωτηθεί αν τελικά η ΕΕ θα μετρά κέρδη ή ζημιές. Και το λέω αυτό με την έννοια του ποια θα είναι τα έσοδα από τους δασμούς για τα μικροπακέτα σε σχέση με τα έξοδα που θα καταβάλλονται για την διαχείρισή τους των τελωνειακών αρχών.
-Αν μου επιτρέπεται η έκφραση, εδώ τίθεται και συντεχνιακά ζητήματα. Με την έννοια ότι οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις δέχονται ανταγωνισμό από τρίτες χώρες και ότι κάτι πρέπει να γίνει. Το κόστος αυτών των προϊόντων εκτός ΕΕ είναι χαμηλότερο ακόμη και με την επιβολή δασμών και εν πολλοίς έχει εξαλειφθεί o παράγοντας ποιότητας, αφού πλέον τα περισσότερα ποιοτικά δεν υστερούν των αντίστοιχων στην Ευρώπη ή τη Βόρεια Αμερική. Επομένως, είναι θέμα καθαρού κόστους, κατά πόσο είναι ελκυστικό λόγω της τιμής του. Πλέον, είναι οι πιέσεις που βάζουν οι επιχειρήσεις, οι διάφοροι κλάδοι στις επιχειρήσεις για προστασία.