Απεβίωσε σε ηλικία 85 ετών ο Άαρον Άπελφελντ, ένας από τους σπουδαιότερους σύγχρονους ισραηλινούς συγγραφείς και επιζήσας του Ολοκαυτώματος, έργα του οποίου αναφέρονταν στους Εβραίους της Ευρώπης, τη ζωή που έχασαν και τη ζωή που αναζήτησαν στο Ισραήλ.
Γεννήθηκε στις 16 Φεβρουαρίου του 1932 στο χωριό Ζάντοβα κοντά στο Τσέρνοβιτς, το οποίο ανήκε τότε στην αυστροουγγρική αυτοκρατορία ενώ σήμερα ανήκει στην Ουκρανία. Ο Άπελφελντ έγραφε στα εβραϊκά και το έργο του περιλαμβάνει περισσότερα από 40 βιβλία, ενώ είναι ένας από τους περισσότερο μεταφρασμένους συγγραφείς του Ισραήλ.
Ήταν νεαρό αγόρι όταν η μητέρα του δολοφονήθηκε από τους Ναζί. . Στο αυτοβιογραφικό έργο του «Ιστορία μιας ζωής» ο Άπελφελντ αναφέρει ότι το τελευταίο πράγμα που θυμάται από τη μητέρα του ήταν την κραυγή της, τη στιγμή που την εκτελούσαν. Μαζί με τον πατέρα του μεταφέρθηκαν σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στην Υπερδνειστερία, μια περιοχή της Ουκρανίας υπό τον έλεγχο των ρουμανικών δυνάμεων, συμμάχων της Γερμανίας.
Σε ηλικία δέκα ετών τότε, κατάφερε να δραπετεύσει και παρέμεινε τρία χρόνια κρυμμένος στα δάση της Ουκρανίας. «Επιβίωσα στους αγρούς και στα δάση. Εργάστηκα ως βοσκός και φρόντιζα πληγωμένα άλογα» δήλωσε στην New York Times το 1986. «Συνυπήρξα με περιθωριακούς ανθρώπους στη διάρκεια του πολέμου: πόρνες, αλογοκλέφτες, μάγισσες, μάντεις. Εκείνοι μου χάρισαν την πραγματική μου μόρφωση».
Αφού περιπλανήθηκε για τρία χρόνια στα δάση της Ουκρανίας, τρώγοντας ότι έβρισκε, κατέληξε μάγειρας στον Κόκκινο Στρατό. Μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, έζησε ένα διάστημα σε στρατόπεδο εκτοπισμένων στην Ιταλία και τελικά εγκαταστάθηκε στην Παλαιστίνη το 1946. Εκεί, στις αρχές της δεκαετίας του ’60, βρήκε τον πατέρα του, για τον οποίο πίστευε ότι ήταν νεκρός, σε ένα στρατόπεδο προσφύγων. Η συνάντηση ήταν τόσο πολύ συναισθηματικά φορτισμένη, που ο Απελφελντ δεν τόλμησε ποτέ να αναφερθεί σ’ αυτή στο έργο του.
Ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο Εβραϊκό πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ. Ξεκίνησε να γράφει μικρές ιστορίες, σταδιακά όμως πέρασε στο μυθιστόρημα. Όλα τα έργα του είναι γραμμένα στα Εβραϊκά μολονότι όταν μετανάστευε στην Παλαιστίνη δε γνώριζε την εβραϊκή γλώσσα. Επειδή όμως δεν ήθελε να γράφει στα γερμανικά, που ήταν η γλώσσα των δολοφόνων της μητέρας του ούτε στα γίντις που θεωρούνταν υποτιμητικό τότε να τα μιλάει κάποιος, έμαθε τα Εβραϊκά. Εκτός από τα Εβραϊκά ο Άαρον Άπελφελντ μιλούσε Γίντις, Γερμανικά, Ουκρανικά, Ρωσικά, Αγγλικά και Ιταλικά.
Ο ισραηλινός πρόεδρος Ρεουβέν Ριβλίν εξέφρασε μέσω Twitter την θλίψη του «για τον χαμό του αγαπημένου μας συγγραφέα».
Σε αντίθεση με άλλους συγγραφείς που επέζησαν του Ολοκαυτώματος, ο Άπελφελντ στα έργα του δεν καταγράφει τις προσωπικές του εμπειρίες από το Ολοκαύτωμα αλλά αναφέρεται σε αυτό με ένα τρόπο έμμεσο. Ο Άμος Οζ, ένας από τους πιο προβεβλημένους συγγραφείας του Ισραήλ, δήλωσε στον ραδιοσταθμό του ισραηλινού στρατού ότι ο Άπελφελντ απέφευγε να χρησιμοποιήσει σκληρές περιγραφές του Ολοκαυτώματος και αντίθετα επέλεξε να περιγράφει τον αντίκτυπο που είχε αυτό στις ζωές των πρωταγωνιστών του.
«Δεν ήθελε ή δεν μπορούσε να περιγράψει τη φρίκη, το είχε πει κι αυτό. Είναι πάνω από τη δυνατότητα της ανθρώπινης γλώσσας η έκφρασή της (φρίκης). Θα πρέπει να την προσεγγίσεις έμμεσα, στις μύτες των δακτύλων, από μακριά», είπε ο Οζ, ο οποίος υπήρξε μαθητής του Άπελφελντ σε κιμπούτς.
Ο εβραϊκής καταγωγής αμερικανός συγγραφέας Φίλιπ Ροθ περιέγραψε κάποτε τον Άπελφεντ ως έναν «περιπλανώμενο συγγραφέα περιπλανώμενου έργου, ο οποίος έκανε μοναδικά δικό του το θέμα του εκτοπισμού και του αποπροσανατολισμού».
Ανάμεσα στα έργα του ξεχωρίζουν τα: «Καπνός», «Ιστορία μιας ζωής», «Μπαντενχάιμ 1939» και «Ξαφνικός Έρωτας». Το 1979, έλαβε (μαζί με τον Αβότ Γεσουρούν) το βραβείο Bialik για τη λογοτεχνία και το 1983 του απονεμήθηκε το βραβείο Ισραήλ για την λογοτεχνία. Η πόλη του Ντόρτμουντ απένειμε στον Άπελφελντ το Nelly Sachs Prize το 2005.
Πηγή: philenews