Η Γιαπωνέζα σκηνοθέτιδα και ακαδημαϊκός Ιζούμι Ασιζάουα, θιασώτρια του σωματικού θεάτρου, βρέθηκε να διδάσκει τις Βάκχες σε μια κυπριακή παραγωγή. Προτείνοντας μια διαφορετική προσέγγιση πάνω στον Ευριπίδη, δημιουργεί ένα νέο λεξιλόγιο εκεί που οι κώδικες του Θεάτρου Νο συναντούν το αρχαίο δράμα. Κι αυτό απαιτεί μια ειδική και επίπονη εκπαίδευση για τους ερμηνευτές.
 
– Πώς προσεγγίζετε τον Ευριπίδη; Ο Ευριπίδης ήταν στην εποχή του ένας καλλιτεχνικός επαναστάτης. Αμφισβήτησε τη συμβατική και κυρίαρχη άποψη με ποιητικό και εκλεπτυσμένο τρόπο. Πάντα μ’ ενθουσίαζε η σύγχρονη οπτική του πάνω στις γυναίκες. Λατρεύω τα έργα του. Έχω μελετήσει ακόμη και την αρχαία ελληνική γλώσσα, όταν έκανα το μεταπτυχιακό μου στο Πανεπιστήμιο του Γέιλ, απλά και μόνο από βαθιά επιθυμία να διαβάσω το κείμενό του στο πρωτότυπο. Σκοπεύω να συγχρονιστώ με το επαναστατικό του πνεύμα για ν’ αμφισβητήσω την επικρατούσα άποψη μέσω της σκηνοθεσίας μου. Επιλέγω συνειδητά ν’ αμφισβητήσω τη σύμβαση.
 
– Θεωρείτε τη δουλειά αυτή καμπή στην πορεία σας; Θεωρώ κάθε παραγωγή και ευκαιρία ως ένα νέο ταξίδι και σημείο καμπής. Στην Ιαπωνία, υπάρχει η έκφραση “Ichigo Ichie”: μία φορά, μία συνάντηση. Κάθε ευκαιρία είναι ένας θησαυρός στη ζωή μας. Είναι αυτό που λένε στη Δύση «άδραξε την ημέρα». Όλες οι παραγωγές που έκανα τα τελευταία 20 χρόνια μου πρόσφεραν απίστευτα νέα μονοπάτια στη συνέχεια.
 
– Όσο να ‘ναι, φαίνεστε ενθουσιασμένη… Είμαι ιδιαίτερα ενθουσιασμένη για την παραγωγή αυτή για πολλούς λόγους. Είναι ένα αμάλγαμα διαφορετικών “Ichigo Ichie” που με μαγικό τρόπο έδεσαν όλα μαζί σε μια φορά κι άνθισαν σ’ αυτή την παράσταση. Είναι σχεδόν σαν όλες οι διαφορετικές συγκυρίες να έχουν συγχωνευτεί σε μία για να τη δημιουργήσουν.

 
– Τι χρειάστηκε να προηγηθεί για να δέσουν; Αρχικά, επρόκειτο για μια από τις καλλιτεχνικές παραγωγές της Ευρωπαϊκής Πολιτιστικής Πρωτεύουσας Πάφος 2017, που λόγω ατυχίας δεν ευοδώθηκε. Ήμουν συντετριμμένη από την εξέλιξη αυτή κι έκτοτε ήλπιζα να κάνω μια παράσταση με Κύπριους καλλιτέχνες. Η νέα ευκαιρία ήρθε απροσδόκητα από μια εντελώς διαφορετική οδό. Δίδασκα σ’ ένα σύντομο εργαστήρι στη Βασιλική Κεντρική Σχολή Ομιλίας και Δράματος στο Λονδίνο το καλοκαίρι του 2016. Μεταξύ των συμμετεχόντων ήταν ο ηθοποιός Γιώργος Κυριάκου. Μετά το εργαστήρι, με προσέγγισε και μου πρότεινε να έρθω και στην Κύπρο για να διδάξω σ’ ένα εντατικό εργαστήρι υποκριτικής. Πράγματι, ήρθα ως φιλοξενούμενη εισηγήτρια στον ΘΟΚ το χειμώνα του 2016. Πέρσι, ήρθα σε επαφή με τους συμμετέχοντες του εργαστηρίου εκείνου για να σκηνοθετήσω ένα έργο αρχαίου δράματος. Χωρίς δισταγμό, η απάντηση ήταν «ναι» κι αμέσως τους είπα ότι θέλω να σκηνοθετήσω έργο του Ευριπίδη.
 
– Από πού προκύπτει το ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το αρχαίο ελληνικό δράμα; Διάβαζα ελληνική μυθολογία σαν παραμύθι στο κρεβάτι μου από την ηλικία των 5 ετών. Ήταν φυσικό να με ελκύσει ο κόσμος του ελληνικού δράματος. Έχω διασκευάσει πολλές φορές στην πορεία μου έργα με θεματικές από την ελληνική μυθολογία κι ήταν πάντοτε επιθυμία μου να κάνω μια παραγωγή στην ελληνική γλώσσα, σε αρχαίο υπαίθριο θέατρο.
 
– Ήταν δύσκολο να δημιουργήσετε ή να βρείτε ένα κατάλληλο λεξιλόγιο για το εγχείρημα; Όπου κι αν ήμουν και σκηνοθετούσα ηθοποιούς από διαφορετικές χώρες στις δικές τους γλώσσες, είχα την ανάγκη να δημιουργήσω ένα νέο ανάλογο λεξιλόγιο. Σε κάθε παραγωγή που ενεπλάκην τις τελευταίες δύο δεκαετίες, ήταν μέρος της σκηνοθετικής διαδικασίας να διδάσκω και να εκπαιδεύω τους ηθοποιούς, προτού φτάσω στο στήσιμο στη σκηνή. Αυτό ίσως οφείλεται στη διπλή μου ζωή ως σκηνοθέτιδας και ακαδημαϊκού. Μου βγαίνει πολύ φυσικό. 

– Πώς συνδυάζετε αυτούς τους δύο πολιτιστικούς κώδικες, το Θέατρο Νο και το αρχαιοελληνικό δράμα, για να δημιουργήσετε νέα σκηνική γλώσσα; Τα έργα του Ευριπίδη είναι παλιά, αλλά ταυτόχρονα εκπληκτικά σύγχρονα. Σκοπεύω να απηχήσω αυτό το στοιχείο στη σκηνοθετική μου γραμμή. Χρησιμοποιώ ιαπωνικούς παραδοσιακούς κώδικες και δυτικούς θεατρικούς κώδικες για ν’ απεικονίσω τους αντιπαραβαλλόμενους κόσμους των δύο πρωταγωνιστών. Το κοινό παρακολουθεί τον διαγωνισμό των στυλ: αν βλέπετε το καθένα ξεχωριστά, βασίζονται σε μια σύμβαση που είναι παλιά. Αλλά μαζί, σε αντιπαρατιθέμενο πλαίσιο, αρχίζουν να έχουν έναν νέο κώδικα κι αυτό είναι το πρωτότυπο.
 
– Τι σας γοητεύει περισσότερο στο Θέατρο Νο; Ίσως χρειαστώ ολόκληρη τη μέρα για να απαντήσω σ’ αυτή την ερώτηση (γέλια). Συνοψίζοντας, είναι η έννοια του “Yugen”. Η ύπαρξη του σώματος του ηθοποιού καθαυτή εκπέμπει μια ανεξήγητη απόκοσμη ενέργεια, ούτως ώστε ακόμη και η απλή δράση ενός ηθοποιού να στέκεται μόνος σε όλη τη διάρκεια της παράστασης, θα μπορούσε να αρκεί για να μαγέψει το κοινό. Για να γίνει κάποιος τέτοιος ηθοποιός, απαιτείται ισόβια εξάσκηση. Η πειθαρχία ώστε να πετύχουν μια τέτοια επιβλητική εμφάνιση κι ένα τέτοιο σώμα είναι μια γοητευτική διεργασία. Στην κυβερνο- τεχνολογική κοινωνία μας, τα πάντα κινούνται γρήγορα κι οι άνθρωποι θέλουν άμεση απάντηση και αποτέλεσμα με το πάτημα ενός κουμπιού. Ως εκ τούτου, εκτιμώ ιδιαίτερα την αντίθετη προοπτική, της διαπαιδαγώγησης, επενδύοντας χρόνο για να πετύχουμε τη δεξιότητα.
 
– Πώς επιτυγχάνεται αυτό; Όταν διδάσκω υποκριτική στη σκηνή ενός πανεπιστημίου ή κονσερβατορίου, λέω πάντα στους φοιτητές να μην κρίνουν αμέσως. Αποθησαυρίστε τη στιγμή και περιμένετε να δείτε πώς εξελίσσονται τα πράγματα. Αυτή η ιδέα είναι μάλλον πολύ ξένη για τους νεαρούς φοιτητές υποκριτικής στη Δύση, αλλά μόλις την κατανοήσουν, την αγκαλιάζουν πραγματικά. Ο σωστός όρος του Θεάτρου Νο είναι «Noh-gaku». Αποτελείται από το «Noh» (σοβαρό δράμα) και το «Kyogen» (κωμωδία) ως ενιαίο σύνολο. Η δομή είναι παρόμοια με τη δομή μιας παράστασης αρχαίου ελληνικού δράματος. Στην παραγωγή των Βακχών ο θεατής γίνεται μάρτυρας και των δύο πλευρών του Noh και του Kyogen στους χαρακτήρες που υποδύονται οι γυναίκες.

– Πώς η ιαπωνική έννοια του χώρου εκφράζεται στο θέατρο και πώς συναντά το αρχαίο δράμα; Η ιαπωνική έννοια του χώρου είναι συμβολική και υπαινικτική. Αναγνωρίζει σκόπιμα ότι ο χώρος της σκηνής είναι ένας αναπαριστάμενος κόσμος. Έτσι, στηρίγματα είναι τα σύμβολα. Το ίδιο αντικείμενο μπορεί να έχει διαφορετικές έννοιες ανάλογα με το πώς το χρησιμοποιούν οι ηθοποιοί. Χωρίς να υπάρχουν τεράστιες σκηνικές αλλαγές, χρησιμοποιούμε το ίδιο σκηνικό από την αρχή μέχρι το τέλος, αλλά εννοιολογικά η σημασία του μεταλλάσσεται συνεχώς. Το αρχαίο ελληνικό δράμα έχει το ίδιο χαρακτηριστικό: όλα συμβαίνουν στον ίδιο φυσικό χώρο, αλλά το νόημα του χώρου μετατοπίζεται βάσει του τρόπου χρήσης του και του τρόπου περιγραφής του από τους ηθοποιούς.
 
– Ανησυχείτε μήπως η ερευνητική φύση της πρότασης αποσπάσει την προσοχή από το νόημα του έργου; Για τον ηθοποιό είναι μια κρίσιμη διαδικασία να μπορεί να εναλλάσσεται μεταξύ δημιουργικότητας και λογικής πάνω στη σκηνή. Θεωρώ την ισορροπία των δύο σημαντική: όπως στον κανόνα του ελληνικού μυθολογικού κόσμου, η έλλειψη ισορροπίας δημιουργεί αταξία. Το πώς θα μετακινήσεις πέρα δώθε αυτές τις δύο πλευρές είναι κάτι που κατακτάται με εξάσκηση. Προσωπικά, διεξάγω εντατική έρευνα, αλλά ταυτόχρονα, μόλις μπαίνω στην αίθουσα της πρόβας παίρνω το θάρρος να την απενεργοποιήσω για να μπω σε άλλη λειτουργία. Αυτό λειτουργεί μόνο όταν έχεις αρκετή ποσότητα κι από τα δύο. Αλλιώς δεν έχεις τίποτα να εναλλάξεις.
 
– Ποια είναι εν προκειμένω η χρησιμότητα του γυμνού; Θεωρώ το γυμνό μέρος του κοστουμιού. Αντιπροσωπεύει συμβολικά μια τελετή αναγέννησης και μύησης του χαρακτήρα. Είναι επίσης ένα εργαλείο και μια τακτική για έναν χαρακτήρα σε διαφορετικό πλαίσιο. Θα μείνω ως εδώ, επειδή δεν θέλω να αποκαλύψω περισσότερα πριν την πρεμιέρα. Στο τέλος της ημέρας, εναπόκειται στο κοινό να το ερμηνεύσει. Είναι μια σκηνοθετική επιλογή που συμβολίζει τον μετασχηματισμό ενός χαρακτήρα σε συγκεκριμένες στιγμές.

– Είναι επιδίωξή σας να δυσκολεύετε τους ηθοποιούς; Αποτελεί μέρος της σκηνοθετικής μου μεθόδου τις τελευταίες δύο δεκαετίες να διδάσκω και να εκπαιδεύω τους ηθοποιούς, προτού φτάσω στο στήσιμο της κάθε παράστασης. Όλες οι παραστάσεις μου στο παρελθόν, συμπεριλαμβανομένης και της συγκεκριμένης, είναι πολύ σωματικές. Συνεπώς, είναι προαπαιτούμενο η εκπαίδευση των ηθοποιών και κάθε ερμηνευτής είναι υπεύθυνος για την καθημερινή του εκπαίδευση και πέραν της πρόβας. Θεωρώ την προετοιμασία σώματος και νου βασική προϋπόθεση για τους επαγγελματίες ηθοποιούς. Απαιτεί δια βίου εξάσκηση και αφοσίωση. Μόλις γίνει μέρος του ρυθμού της ζωής τους, δεν είναι πλέον δύσκολο.
 
-Βάζετε δύσκολα και στον εαυτό σας; Ως επαγγελματίας του θεάτρου, κολυμπάω καθημερινά τρία χιλιόμετρα για να διατηρήσω το σώμα και το μυαλό μου. Ακόμη κι εδώ στην Κύπρο, έγινα μέλος του Δημοτικού Κολυμβητηρίου για να μπορώ να έχω πρόσβαση στο προπονητικό περιβάλλον όπου συνήθως εξασκούμαι στη Νέα Υόρκη. Για τον ηθοποιό το σώμα είναι εργαλείο. Αν διατηρείται έτοιμο ανά πάσα στιγμή για την παράσταση, είναι ένα ισχυρό εργαλείο. Συχνά προκύπτει απροσδόκητα ένας ρόλος στον οποίο καλούμαστε να ανταποκριθούμε σε σύντομο χρονικό διάστημα. Ηθοποιός που εγγυημένα μπορεί να ανταποκριθεί είναι αυτός με το προετοιμασμένο σώμα. Το σώμα διδάσκει το μυαλό και τούμπαλιν.
 
– Ποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά εντοπίσατε στους Κύπριους ερμηνευτές; Κάθε ηθοποιός σε κάθε χώρα είναι διαφορετικός και αποδέχομαι τη διαφορά. Πιστεύω ότι κάθε ένας από τους ηθοποιούς στην Κύπρο είναι εντελώς διαφορετικός, όπως οπουδήποτε αλλού. Τους βλέπω περισσότερο ως άτομα παρά ως αντιπροσωπευτικό σύνολο, επομένως η γενίκευση περί Κυπρίων ερμηνευτών ίσως να μην ισχύει στη δική μου ματιά. Προσεγγίζω σκηνοθετικά μια παράσταση με βάση τα χαρακτηριστικά κάθε ηθοποιού. Δηλαδή, οι σκηνοθετικές τεχνικές που χρησιμοποιώ εδώ με το κυπριακό καστ είναι μοναδικές και αφορούν τη συγκεκριμένη πρόταση.

 
– Ποιους από τους κώδικες και τις μανιέρες των ελληνόφωνων ηθοποιών χρειάστηκε να ξεπεράσετε; Κάθε παραγωγή έχει τις χάρες και τα εμπόδιά της κατά τη διαδικασία κι αυτό είναι στη φύση της θεατρικής δημιουργίας. Χωρίς προκλήσεις για να αντιμετωπίσεις, γιατί να δημιουργείς τέχνη; Εκλαμβάνω τις προκλήσεις ως ευκαιρίες να εξελιχθώ καλλιτεχνικά. Ένα πράγμα που έπρεπε να ξεπεράσω από τεχνικής σκοπιάς ήταν να μάθω να διαβάζω κείμενο στα ελληνικά σε σύντομο χρονικό διάστημα.
 
– Τα καταφέρατε; Λόγω περιορισμένων πόρων, αναγκαστικά στήνουμε τον πίνακα του ήχου ανήμερα των παραστάσεων στις τρεις πόλεις. Άρα, για να συγχρονιστώ με τα σινιάλα του σχεδιαστή φωτισμού, πρέπει μέχρι την πρεμιέρα να είμαι σε θέση να διαβάσω το ελληνικό κείμενο. Αρχίζω να το απομνημονεύω μέσα από τις ομιλίες των ηθοποιών κατά την πρόβα και πρέπει να συνδέσω τα λεγόμενα με το ελληνικό αλφάβητο, το οποίο γνωρίζω εδώ και χρόνια. Παρότι έμαθα την Ελληνιστική Κοινή, με κάποιον τρόπο σ’ αυτή την απροσδόκητη περίσταση, αυτό δούλεψε. Τώρα, γιατί κατέληξα να μάθω την Ελληνιστική Κοινή αντί της Αττικής; Άλλη ιστορία, για άλλη περίσταση…
 
– Ποια είναι η αγαπημένη σας σκηνή από τις Βάκχες; Η μαγεία του Ευριπίδη με υποχρεώνει να απαντήσω «όλες». Μέσα στον μαγικό κόσμο του, κάθε σκηνή είναι ανεκτίμητη.
 
– Πώς είδατε τον χαρακτήρα του Διονύσου; Στη δουλειά αυτή ο Διόνυσος είναι μια ιδέα, μια παρουσία κι όχι ένα άτομο με σάρκα και οστά. Δανείζεται τα σώματα γυναικών του χορού ως μέσο για να δηλώσει την ύπαρξή του. Είναι θεός χωρίς όρια, σωματικά και πνευματικά. Έτσι, ο εαυτός και οι άλλοι συγχωνεύονται σε ένα. Μόλις αφαιρεθεί ο τοίχος που χωρίζει αυτά τα δύο, είναι αρχικά τρομακτικό αλλά μπορεί ταυτόχρονα να αποτελέσει και πηγή ανεξήγητης χαράς. Μου θυμίζει την ιαπωνική βουδιστική φιλοσοφική έννοια του «Τίποτα». Το Τίποτα ισούται με Όλα. Εσύ κι εγώ, είμαστε το ίδιο. Λέω συχνά στους φοιτητές υποκριτικής ότι αυτή είναι η κατάσταση του νου των ηθοποιών επί σκηνής. Όταν οι ηθοποιοί μεταμορφώνονται σε χαρακτήρες, ο εαυτός κι οι άλλοι συγχωνεύονται σε ένα. Εμείς οι ηθοποιοί εξασκούμε τον Διόνυσο καθημερινά.
 
* Βάκχες, Διεθνές Φεστιβάλ Αρχαίου Δράματος, 18/7 Σκαλί Αγλαντζιάς, 20/7 Αρχαίο Θέατρο Κουρίου, 22/7 Αρχαίο Ωδείο Πάφου, 8.40μ.μ. 70002414.
 

Φιλgood, τεύχος 232