Η γνωστή ηθοποιός εξηγεί τους λόγους που ο συγκλονιστικός μονόλογος ΗΙV έχει επηρεάσει την ύπαρξή της, θυμάται στιγμές από την παιδική της ηλικία στο θέατρο και εξηγεί γιατί δεν αυτοπροσδιορίζεται πια από αυτό.
– Σ’ αρέσει η Κύπρος; Είναι τώρα εννιά χρόνια που εγκαταστάθηκες στο νησί. Μου αρέσει. Με αγκάλιασε δεν έχω παράπονο. Η Κύπρος μου έχει φερθεί πολύ όμορφα επαγγελματικά. Αυτό που με στεναχωρεί είναι πως δεν φέρεται επαγγελματικά όμορφα στον εαυτό της. Για κάποιο περίεργο λόγο υπάρχει ένα κόμπλεξ κατωτερότητας καλλιτεχνικά. Που δεν θα έπρεπε να ισχύει. Θεωρώ πως υπάρχουν άνθρωποι εδώ που μπορούν να κάνουν πολλά πράγματα. Ό,τι ξένο όμως, τιτλοφορείται αμέσως ως κάτι καλό, κάτι που πρέπει να δεις, που δεν πρέπει να χάσεις. Δεν είναι όμως καθόλου έτσι. Γιατί δίνονται ευκαιρίες σε ανθρώπους που δεν το αξίζουν και την ίδια στιγμή δεν δίνονται σε άλλους που έχουν να πουν πολλά. Και το λέω γιατί έχω δουλέψει και εκεί, δουλεύω και εδώ. Εκεί γνωρίζω τη νοοτροπία του έρχομαι Κύπρο. Έχουν λεφτά λένε, ας κάνω μια αρπαχτή. Κι αυτό με εξοργίζει. Είναι ελάχιστες οι περιπτώσεις επαγγελματιών που φτάνουν στην Κύπρο για να κάνουν είτε τηλεόραση είτε θέατρο και νοιάζονται για το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα.
– Με την Έλενα Σωκράτους, τη σκηνοθέτη του ΗΙV, πώς βρεθήκατε; Να σου πω αρχικά πως τους μονολόγους δεν τους αγαπώ. Αρνήθηκα όσες φορές μου προτάθηκε στο παρελθόν. Θεωρώ πως ένας ηθοποιός πρέπει να κρύβει πολλούς θησαυρούς στην εργαλειοθήκη του για να κρατήσει μία ώρα ένα θεατή. Όταν η Έλενα όμως μου έστειλε αυτό το κείμενο της είπα ναι σαν υπνωτισμένη, ενστικτωδώς. Το ενδιαφέρον είναι πως η Έλενα κάνει ένα πιο επιθετικό θέατρο. Ένα διαδραστικό θέατρο που στο ρίχνει στα μούτρα. Εμένα αυτό δεν μου αρέσει καθόλου.
– Δηλαδή; Θέλω όταν πηγαίνω θέατρο να μ’ αφήνεις στην ησυχία μου για να το δω. Ως ηθοποιός όσο πιο ακριβές είναι το πλαίσιο πάνω στη σκηνή τόσο πιο μεγάλη είναι η ελευθερία που μου δίνει να επικοινωνήσω.
– Και τελικά τι θα δούμε όσον αφορά στη διαδραστικότητα; Έχοντας πια την εμπειρία των παραστάσεων η διάδραση στην οποία αναφέρομαι είναι καθαρά ψυχική. Αν με ρωτήσεις τι κρατάς από αυτές τις παραστάσεις ξέρεις τι θα σου έλεγα; Είναι στιγμές που υπάρχει μια εκκωφαντική σιωπή. Έχω την αίσθηση πως δεν ανασαίνει κανείς. Κι εγώ ανασαίνω ίσα- ίσα για να μιλήσω. Αυτό για μένα είναι διάδραση.
– Είναι ένα σκληρό κείμενο του Τριαρίδη. Το αγάπησες; Ναι, το αγαπώ πολύ γιατί είναι πολύ δύσκολο. Σε ανθρώπινο επίπεδο πέρασα μια πάρα πολύ δύσκολη περίοδο, όταν το διάβαζα. Ξέροντας πως υπάρχουν άνθρωποι που ζουν με 42 ευρώ τον χρόνο πήγαινα στο σούπερμαρκετ και δυσκολευόμουν πολύ να ψωνίσω για το σπίτι μας. Ξέροντας πως υπάρχουν κορίτσια-θύματα σωματεμπορίας που από 13 χρονών εξαναγκάζονται στην πορνεία και ξέροντας ότι υπάρχει μια μάνα από την οποία κάποιος πήρε το παιδί της, δυσκολεύομαι να κοιτάζω την κόρη μου στα μάτια. Ντρέπομαι που είμαι λευκή και έχω γεννηθεί στον δυτικό κόσμο και που θα μπορούσα να έκανα πολύ περισσότερα απ’ ό,τι κάνω. Αυτό, ειδικά με θυμώνει πολύ.
– Να υποθέσω η μητρότητα σε έχει ευαισθητοποιήσει ακόμα περισσότερο. Φυσικά. Το ότι σήμερα βρίσκομαι εδώ που είμαι, να έχω ένα σύντροφο, ένα παιδί, νερό και φαγητό να είμαι δηλαδή στην κατάσταση αυτή, δεν σημαίνει τίποτα πέρα από το ότι μια σειρά συμπτώσεων έφτιαξαν τον μικρόκοσμό μου. Το παιδί μου τώρα είναι 5 χρονών. Και δεν ξέρω πού θα οδηγήσουν την ίδια οι συμπτώσεις της δικής της ζωής μεγαλώνοντας.
– Το γεγονός πως έβλεπες θέατρο από μικρό παιδί με ποιο τρόπο επηρέασε την απόφασή σου να γίνεις ηθοποιός; To να βλέπεις θέατρο είναι πολύ όμορφο. Το να μεγαλώνεις μέσα στο θέατρο γιατί κάποιος γονιός έχει την ικανότητα να βρίσκεται πίσω από τα φώτα όταν αυτά κλείσουν είναι διαφορετικό. Εκεί αν ακολουθήσεις ένα δρόμο που να σχετίζεται με το θέατρο, γνωρίζεις τη σκοτεινά του. Γνωρίζεις το τίποτα. Άρα δεν πας ούτε για τα φώτα, ούτε για το περιτύλιγμα, ούτε για το έξω. Οι πιο αληθινές στιγμές που θεάτρου είναι όταν τα φώτα κλείνουν. Σε μια πρόβα. Όταν πάλι ένας ηθοποιός στέκεται στην κουίντα και περιμένει να βγει. Είναι η μοναξιά του. Οι δικές μου λοιπόν αναμνήσεις είναι πολύ έντονες. Και όχι για το φως του. Είχα καταλάβει από πολύ νωρίς πως ένας ηθοποιός είναι ένας κανονικός άνθρωπος.
– Τι σου έδινε τότε το θέατρο; Είχα μια αίσθηση. Άκουγα πολλά πράγματα, πολλές συζητήσεις και είδα πάρα πολύ θέατρο. Όταν βλέπεις Τσέχωφ στα 8 σου, δεν θα καταλάβεις, αλλά μια αίσθηση θα μείνει. Ο πατέρας μου ξεκίνησε κατασκευαστής σκηνικών στο Εθνικό Θέατρο και ύστερα στο ελεύθερο. Συνεργάστηκε σχεδόν με όλα τα θέατρα. Έπαιξα 10 χρονών στην Επίδαυρο. Τότε δούλευε με την Καρέζη και τον Καζάκο. Θα ανέβαζαν «Οιδίποδα». Ήθελαν ένα παιδάκι για να κάνει την Αντιγόνη μικρή. «Θα την έχω μαζί μου να την προσέχω του είχε πει η Καρέζη». Ήταν λοιπόν η πρώτη μου περιοδεία. Στην πρεμιέρα στην Επίδαυρο, σ’ ένα θέατρο γεμάτο με 13 χιλιάδες κόσμο έμεινα με την Καρέζη πίσω στη σκηνή. Την κοίταζα και έτρεμε. «Είσαι καλά», της λέω; « Όχι δεν είμαι καλά μου απαντά. Αλλά αν κάνεις αυτή τη δουλειά σου εύχομαι να μην είσαι ούτε εσύ καλά». Είχε ένα μικρό γούρι θυμάμαι το φορούσε και προσπαθούσε να το κρύψει να μη φαίνεται κι ένα μικρό καθρεφτάκι για να βλέπει τις τελευταίες λεπτομέρειες πριν βγει.
– Έπιασε τόπο η συμβουλή της; Έχω πάντα την ίδια αγωνία. Δεν θα πιστέψω ποτέ πως έφτασα κάπου.
– Θα επέστρεφες στην Ελλάδα; Όχι. Όταν λείπω από την Κύπρο υπάρχουν άνθρωποι που μου λείπουν πολύ. Από την Αθήνα μου λείπουν οι βόλτες με τα πόδια, το κέντρο, το να μπω σε ένα βιβλιοπωλείο, να δω θέατρο. Αλλά όταν είμαι εκεί μου λείπει το εδώ. Μου αρέσει πια η ησυχία. Μ’ αρέσει η γειτονιά που ζω. Γιατί είναι ακόμα γειτονιά και έχει πράσινο. Για μένα ακόμα πυρήνας είναι η οικογένειά μου και οι άνθρωποι που συναντιέμαι γιατί έχουμε κάτι να πούμε. Όταν ήρθα στα 33 μου στην Κύπρο ήμουν χορτασμένη.
– Και με τον Παναγιώτη Λάρκου; Πώς είναι να ζεις με ένα σκηνοθέτη σε επαγγελματικό επίπεδο; Με τον Παναγιώτη οι λέξεις περί ανταγωνισμού είναι άγνωστες. Είναι άνθρωπος που θαυμάζω πολύ. Το ίδιο και εκείνος. Τον εκτιμώ καλλιτεχνικά βαθιά. Και επίσης έχουμε καταφέρει να είναι πολύ ξέχωρα αυτά που κάνουμε. Δουλεύουμε 18 χρόνια στο θέατρο και από τα 12 που είμαστε μαζί με έχει σκηνοθετήσει 3 φορές. Προφανώς και συνεργαζόμαστε πολύ καλά μαζί, αλλά αυτό που αξίζει στο θέατρο είναι οι συναντήσεις. Και από κάθε συνάντηση έχουμε κάτι να πάρουμε. Ακόμα και από τις άσχημες.
– Η κόρη σου έχει αλλάξει κάτι στον τρόπο που βλέπεις το θέατρο πια; Έπαψα να το κυνηγάω. Γιατί σίγουρα δεν αυτοπροσδιορίζομαι πια από το θέατρο. Ξέρω πως στο τέλος της μέρας θα γυρίσω σπίτι και θα πάω στην αγκαλιά της κόρης μου. Όταν κάνεις παιδί παύεις να θεωρείς το θέατρο το σημαντικότερο στη ζωή σου. Εκτός κι αν είσαι πάνω στη σκηνή. Με το παιδί το θέατρο έχει το μέγεθός του, αυτό που πρέπει να έχει. Πριν από τη Χαρά ήθελα πολύ να είναι έτσι, αλλά τρωγόμουνα, το κυνηγούσα, ήθελα να μη με νοιάζει. Όμως με ένοιαζε. Άλλαξα όταν ήρθε το παιδί.
* ΗΙV. Λευκωσία, Θέατρο Wherehaus 612. Δευτέρα και Τρίτη 20.30 από 1 – 15/10. Λεμεσός, Πολυχώρος Συνεργείο 19-20/10. Έναρξη 20.30, 99141407.
Φιλgood, τεύχος 240.