Κυκλοφόρησε στην Αθήνα από τις εκδόσεις «Το Ροδακιό» το νέο μυθιστόρημα του Κώστα Λυμπουρή, με τίτλο «Αθαλάσσα». 

Είναι η πρώτη φορά που η λογοτεχνία αγγίζει το ιδιαίτερα ευαίσθητο θέμα των ασθενών του ψυχιατρικού αυτού ιδρύματος. Το μυθιστόρημα αναφέρεται στη ζωή εντός του ψυχιατρείου κατά τη δεκαετία 1964-1974.

– Γιατί επιλέξατε το Ψυχιατρικό Ίδρυμα Αθαλάσσας ως επίκεντρο του νέου σας μυθιστορήματος; Δεν είναι θέμα επιλογής, αλλά μιας ιδέας- αφόρμησης που λειτούργησε στο μυαλό, μάλλον ερήμην μου, όπως συχνά γίνεται στη λογοτεχνία. Αφόρμηση στάθηκε η απόφαση της Κυπριακής Δημοκρατίας να ταυτοποιήσει τα λείψανα όσων ασθενών του Ψυχιατρείου σκοτώθηκαν κατά τον βομβαρδισμό του Ιδρύματος από την τουρκική αεροπορία το 1974. Από κει και πέρα προέκυψαν ερωτήματα: Ζούσαν συγγενείς των πεσόντων τόσα χρόνια μετά, ώστε να δώσουν αίμα για τις επιστημονικές έρευνες; Και θα ήταν όλοι πρόθυμοι να το κάνουν; Όπως είναι γνωστό, πολλοί άρρωστοι είχαν εγκαταλειφθεί από τους δικούς τους σαν ζωντανοί- νεκροί στο Ίδρυμα, ως αποτέλεσμα των κοινωνικών αντιλήψεων της εποχής. Κι ακόμα μια παράδοξη ιδέα, απ’ αυτές που φτιάχνει η λογοτεχνία: ποια ταυτότητα θα διακριβωνόταν; Αυτή του υγιούς ατόμου πριν εγκλειστεί ή η άλλη, την οποία πολλοί άρρωστοι πήραν αφού μόνοι τους είχαν αποπροσωποποιηθεί;

– Τι καθόρισε τον μύθο; Η επισήμανση του γεγονότος ότι το Ψυχιατρείο είχε μεταφερθεί στον χώρο όπου βρίσκεται και σήμερα, το 1964. Πήρα λοιπόν αυτή τη δεκαετία – 1964 μέχρι 1974- την πολύ σημαντική για την Κύπρο, την Ελλάδα, αλλά και για ολόκληρο τον κόσμο και είδα πώς αντανακλούνταν τα γεγονότα μέσα στο Ίδρυμα. Για τους σκοπούς του μυθιστορήματός μου έφτιαξα βέβαια έναν μύθο που μου επέτρεψε να βλέπω τα πράγματα μέσα από το Άσυλο. Στο επίκεντρό του μάλιστα λειτουργούν και όσα διαδραματίζονται στην ευρύτερη κοινωνία: Ο έρωτας, το καλό και το κακό, ο πόλεμος και η ειρήνη. Συχνά, ξέρετε, είναι εντελώς οριακή η διαφορά ανάμεσα στο παράλογο και το κοινώς θεωρούμενο ως λογικό.

– Ποιο στοιχείο που ανακαλύψατε κατά τη διαδικασία της έρευνας σάς εντυπωσίασε περισσότερο; Το γεγονός ότι, τότε, με πολύ μικρότερο πληθυσμό στην Κύπρο, φιλοξενούνταν στο Ίδρυμα πάνω από 800 ασθενείς (σκεφτείτε ότι τώρα ο αριθμός είναι γύρω στους 120, νομίζω). Πέρα απ’ αυτό, με συγκλόνισε η διαπίστωση ότι απ’ αυτούς, το 30% δεν ήταν ψυχοπαθείς, όπως σήμερα αντιλαμβανόμαστε την ασθένεια. Ήταν άτομα με επιθετική ή «αλλόκοτη» συμπεριφορά, άλλοι με ειδικές ανάγκες, αλκοολικοί, ναρκομανείς, επιληπτικοί, ακόμα και γέροντες με άνοια.

– Τι σας ωθεί κάθε φορά να διηγηθείτε μια ιστορία; Ο Γιώργος Θεοτοκάς παρομοίασε τη δημιουργία μιας ιδέας μέσα μας, με τη σύλληψη ενός εμβρύου. Σιγά- σιγά μεγαλώνει και έρχεται η ώρα του να δει το φως! Πρέπει να γεννηθεί και να παρουσιαστεί στον κόσμο. Είναι θέμα ανάγκης.

– Σε ποια μονοπάτια σας έχει οδηγήσει η λογοτεχνία; Είναι πρώτα το μονοπάτι της απομόνωσης. Πρέπει να μείνεις με τον εαυτό σου, τις έρευνές σου, τις ιδέες σου, τους ήρωές σου. Σιγά- σιγά βέβαια τα μονοπάτια «πλαταίνουν». Έχεις την ανάγκη να «συμβαδίσουν» μαζί σου οι πιο κοντινοί σου άνθρωποι, να γνωρίσουν τον μύθο και τους ήρωές σου. Ύστερα «εκτίθεσαι»! Ο μικρόκοσμος που έπλασες δεν ανήκει πια σε σένα, μα στο αναγνωστικό κοινό. Κι εσύ παραμένεις ο ένας και μόνος που κρίνεται! Όλος αυτός ο δρόμος είναι ταυτόχρονα μαγικός. Για να μπεις στον χώρο της λογοτεχνίας, θα πρέπει να έχεις πάρει από πριν την απόφαση ότι σε περιμένουν πολλές χαρές, μα και απογοητεύσεις.

– Ποια από τα βιβλία που διαβάσατε πρόσφατα έχετε ξεχωρίσει; Παρακολουθώ συστηματικά την κυπριακή λογοτεχνική παραγωγή, ιδιαίτερα την πεζογραφία και ομολογώ ότι χαίρομαι για τη συνεχή αναβάθμιση της ποιότητάς της. Δυο μυθιστορήματα που έχω ξεχωρίσει τελευταία είναι το «Τρεις σκάλες ιστορία» του Σταύρου Χριστοδούλου και το «Βουνί» της Λουίζας Παπαλοΐζου. Μου άρεσαν πολύ. Ταυτόχρονα λυπήθηκα, γιατί, αν –κατά την ταπεινή μου γνώμη, πάντα– προσέχονταν λίγο ακόμη, θα είχαμε δυο βιβλία- σταθμούς στην Κυπριακή Λογοτεχνία.  

 

* Το βιβλίο διατίθεται από τα βιβλιοπωλεία Πάργα σ’ όλη την Κύπρο, από το Σολώνειο στη Λευκωσία, το βιβλιοπωλείο Περιδιάβαση στην Ορόκλινη και το βιβλιοπωλείο Κ.Π. Κυριάκου στη Λεμεσό.

Φιλελεύθερα, 1.8.2021.