Θεωρεί σημαντικό το τρίτο κίνημα φεμινισμού και τον αγώνα που γίνεται να ανακαλύψουν οι γυναίκες τη δύναμη της φωνής τους. Η Κύπρια σκηνοθέτιδα και σεναριογράφος Αλίκη Δανέζη Κνούτσεν, η οποία κατέχει μια αξιοσημείωτη θέση στον θεατρικό και κινηματογραφικό χώρο, μιλά για τον αγνοούμενο πατέρα της αλλά και για τη «Μήδεια» του Ευριπίδη, που αμφισβητεί και αποδομεί την κοινωνία των ανδρών.

Συναντηθήκαμε ένα μεσημέρι του Ιούλη κοντά στο πατρικό της στη Λευκωσία, λίγο πριν από τις πρόβες για τη «Μήδεια» που σκηνοθετεί στα πλαίσια του Φεστιβάλ Αρχαίου Ελληνικού Δράματος. Είναι μια γλυκύτατη και πολύ δυναμική γυναίκα. Μου λέει ότι, ενώ ζει μόνιμα στην Αθήνα, της αρέσει να διατηρεί επαφή με τον τόπο της και απολαμβάνει τη συνεργασία με Κύπριους ηθοποιούς. Με τη Στέλα Φυρογένη που ενσαρκώνει τη Μήδεια, είναι φίλες από την πρώτη της ταινία «Δρόμοι και πορτοκάλια», την οποία είδαμε το 1996. Οι πορείες τους είναι παράλληλες και, κάθε φορά που δουλεύει μαζί της, λέει πως νιώθει μεγάλη χαρά. 

Το σινεμά το αγαπούσα πολύ από μικρή. Επίσης μου άρεσε να γράφω ιστορίες. Ήμουν πάντα σε μια δημιουργική κατάσταση, έκανα χορό, ρυθμική γυμναστική, πρωταθλητισμό. Επίσης έβλεπα πολλές ταινίες. Θυμάμαι που πήγαινα στο Ζήνα Πάλας και στο Μετροπόλ. Έχω δει άπειρες ταινίες μόνη μου, μεσημέρια με άδειες αίθουσες. Από το σχολείο είχαμε πολύ λίγη ως ανύπαρκτη γνώση και πληροφόρηση για τον κινηματογράφο, τις τέχνες γενικότερα. Ελλιπής ήταν και η πληροφόρησή μας για την Κύπρο και την ιστορία της, άρα έπρεπε όλα να τα ανακαλύψουμε από την αρχή.

Μαθήτρια ακόμη, είχα πάει στη Lumiere productions όταν άρχισε να κάνει γυρίσματα για διαφημιστικά. Το πρώτο γύρισμα στο οποίο βρέθηκα, στα πλαίσια της εβδομάδας εργασίας του σχολείου, θυμάμαι πως ήταν με κάτι αγελάδες σ’ ένα χωράφι, και εγώ με τις φίλες μου προσπαθούσαμε να τις βάλουμε να σταθούν με τον σωστό τρόπο για το πλάνο. Αυτή ήταν η πρώτη μου κινηματογραφική εμπειρία, εκεί πήρα μια πρώτη γεύση για το τι σημαίνει σκηνοθεσία.

Στο πανεπιστήμιο στη Νέα Υόρκη μπήκαμε από την πρώτη στιγμή στα βαθιά. Συμμετείχαμε στα κινηματογραφικά συνεργεία, γράφαμε σενάρια, κάναμε μοντάζ. Σπούδασα σκηνοθεσία και σεναριογραφία. Παράλληλα έκανα μαθήματα φιλοσοφίας και πήρα υποτροφία για μεταπτυχιακό. Τελειώνοντας, δεν ήθελα να έρθω τόσο νωρίς στην Κύπρο και δούλεψα σε κάποιες ταινίες. Στη Νέα Υόρκη έμεινα συνολικά επτά χρόνια. Στον τελευταίο χρόνο των σπουδών μου έγραψα το σενάριο για την ταινία «Δρόμοι και πορτοκάλια» με θέμα τους αγνοούμενους και το υπέβαλα στο Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών, όπου ήταν ενταγμένος τότε ο κινηματογράφος. Πήρα την έγκριση, αν και δεν το περίμενα αφού ήμουν μόνο 22 χρονών, και ήρθα στην Κύπρο με ένα σακίδιο να κάνω την ταινία και να γυρίσω στη Νέα Υόρκη. Τελικά έμεινα δυο χρόνια, έκανα και τη δεύτερη ταινία μου, το «Μπαρ» και επέστρεψα για το μεταπτυχιακό. Μετά από αυτό μετακόμισα στην Ελλάδα. Ο κινηματογράφος είναι αδιαπραγμάτευτος δεσμός, είναι κάτι με το οποίο είμαι απόλυτα δεμένη με όρκο. Με το θέατρο υπάρχει  μια πιο «εφήμερη», ερωτική θα έλεγα, σχέση. 

Την ταινία «Δρόμοι και Πορτοκάλια» τη δούλευα καιρό στο μυαλό μου. Στο πανεπιστήμιο μάς ενθάρρυναν να μιλήσουμε και να γράψουμε για πράγματα που μας ενδιαφέρουν ιδιαίτερα. Το σενάριό μου αφορούσε δυο αδερφές που κάνουν ένα οδοιπορικό στην Τουρκία, όταν άκουσαν για κάποιους  Έλληνες που προσπαθούσαν να επιστρέψουν στην Κύπρο, με την ελπίδα να βρουν τον αγνοούμενο πατέρα τους. Ο δικός μου πατέρας ήταν επίσης αγνοούμενος, τότε δεν είχαμε ακόμα μάθει ότι είχε πεθάνει. Όσο δεν υπάρχει απάντηση, ελπίζεις… Η ταινία ήταν για μένα μια είσοδος στην Κύπρο, στη γεωγραφία, την πολιτική και την ιστορία της, στην ψυχολογία των ανθρώπων που έζησαν τον πόλεμο και τις απώλειες. Ήταν επιτακτική ανάγκη για μένα να ρωτήσω, να μάθω και να απαντήσω διάφορα ερωτήματα που ήταν πολύ θολά. Δεν μπορούσαμε να κάνουμε γυρίσματα στην Τουρκία ή στα κατεχόμενα, έτσι έγιναν όλα στις ελεύθερες περιοχές.

Όταν έχασα τον πατέρα μου ήμουν ενός έτους. Υπήρχε μια δυσκολία στο να εκφραστούν κάποια πράγματα μέσα στην οικογένεια, μια προσπάθεια εξισορρόπησης ανάμεσα στο να είμαστε καλά, να μη νιώθουμε την απώλεια, αλλά ταυτόχρονα να τιμήσουμε τον πατέρα μου, να μας μιλούν γι’ αυτόν. Ένιωθα πάντα μια αβεβαιότητα για το τι ήταν πρέπον να ειπωθεί.

Με την ωριμότητα που έχω τώρα, καταλαβαίνω πόσο δυνατή πρέπει να ήταν η μητέρα μου, αλλά και τολμηρή ώστε να αποφασίσει να παντρευτεί ξανά. Ήταν πολύ μικρή και είχε όλη τη ζωή μπροστά της. Στα κατεχόμενα πήγα μόλις άνοιξε το οδόφραγμα. Αφορμή ήταν τα γυρίσματα για ένα ντοκιμαντέρ που θελήσαμε να κάνουμε με μια ομάδα φίλων, όμως δυστυχώς δεν ολοκληρώθηκε ποτέ λόγω οικονομικών. Ήταν μια ευκαιρία για να γυρίσουμε όλη την Κύπρο, χιλιόμετρο προς χιλιόμετρο, και μια απίστευτη εμπειρία για μένα να βρίσκομαι σε ένα κομμάτι του τόπου μου που μου το στερούσαν – και μου το στερούν ακόμα. Τα συναισθήματα ήταν πολύ έντονα. Πρώτη φορά συνειδητοποίησα το ότι ζω σε νησί, αλλά επίσης ένιωσα και αποπροσανατολισμένη, σαν να έχανα τη γη κάτω από τα πόδια μου όταν διασχίζαμε τον Πενταδάχτυλο. Ξαφνικά, εκείνο που έβλεπες όλη σου τη ζωή σε δυο διαστάσεις, έγινε τρισδιάστατο. Το ντοκιμαντέρ είχε σαν θεματική την έννοια του σπιτιού, της επιστροφής και της μνήμης. 

Η ταυτοποίηση του πατέρα μου έγινε το 2007. Θυμάμαι ότι πήγαμε οικογενειακώς στο Ινστιτούτο Γενετικής, όπως και στα κατεχόμενα, όπου ψάξαμε το σημείο της εκτέλεσης, μιλήσαμε με αρχαιολόγους… Ο πατέρας μου, έφεδρος αξιωματικός 23 χρονών, βρέθηκε σε ομαδικό τάφο στο Καζάφανι, σ’ ένα χωράφι στους πρόποδες του βουνού, μαζί με 10 άτομα. Ήταν πολύ έντονο βίωμα, αλλά και λυτρωτικό για όλη την οικογένεια. 

Αυτή τη στιγμή διασκευάζω την «Ανατολική Μεσόγειο», το μυθιστόρημα μιας καταπληκτικής Κύπριας, της Ήβης Μελεάγρου. Θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό που έπεσε στα χέρια μου αυτό το βιβλίο. Είχα την τύχη να τη γνωρίσω, και προτού πεθάνει με εμπιστεύτηκε να το διασκευάσω. Με έχει εντυπωσιάσει ο δυναμισμός και η ανατρεπτική σκέψη της, το πόσο απελευθερωμένη ήταν μέσα στη συντηρητική κοινωνία του 1963. Μου άρεσε η φοβερή λογοτεχνική της ικανότητα, ο τρόπος που είναι γραμμένο το βιβλίο είναι συγκλονιστικός, με ενάργεια και γνώση των πραγμάτων. Επίσης με γοήτευσε το ότι κατάφερε με τη γυναικεία ευαισθησία και τον δυναμισμό της να «διαβάσει» την πολιτική και κοινωνική κατάσταση. 

Παρόλο που είμαι αισιόδοξος άνθρωπος, πιστεύω πως είμαστε σε αδιέξοδο σε ό,τι αφορά το πολιτικό πρόβλημα στην Κύπρο. Είμαστε η γενιά που έχει χάσει την ελπίδα, και η επόμενη γενιά από τη δική μου είναι αυτή που έχασε το ενδιαφέρον. Η γενιά της μητέρας μου είναι πολύ πικραμένη που τους έκλεψαν κάτι πραγματικά πολύτιμο. Εκείνη μεγάλωσε στο Βαρώσι, ο πατέρας μου ήταν από την Κερύνεια. Ο παππούς μου είναι από τη Μικρά Ασία, γεννήθηκε πάνω στο πλοίο καθ’ οδόν προς την Κύπρο. Έζησε στην Κερύνεια, αλλά όταν δούλευε στο μεταλλείο του Μιτσερού ως φαρμακοποιός, η οικογένεια μετακόμισε σ’ αυτό το χωριό. Η μητέρα μου δεν αποσυνδέθηκε ποτέ από τον τόπο της. Τώρα που άνοιξε η περίκλειστη περιοχή της Αμμοχώστου, θέλω να πάω και να δω το σπίτι της.

Με ρωτάτε αν ως γυναίκα σκηνοθέτρια έχω βιώσει κάποιου είδους διάκριση. Ναι, υπήρξε και συνεχίζει να υπάρχει. Και δεν αφορά μόνο το ότι είμαι γυναίκα, είχε να κάνει επίσης με την ηλικία μου και την καταγωγή μου. Χρειάστηκε τεράστιος αγώνας από μέρους μου για να προωθήσω τη δουλειά μου. Για παράδειγμα, η ταινία μου «Δρόμοι και Πορτοκάλια» προβλήθηκε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης αλλά κόπηκε από το διαγωνιστικό τμήμα, παρά τα πολύ θετικά σχόλια, ενδεχομένως γιατί ήμουν μικρή ηλικιακά.

Είμαι υπέρ του 50% της συμμετοχής των γυναικών στις κριτικές επιτροπές, στις χρηματοδοτήσεις, στα φεστιβάλ, στις ταινίες που υποβάλλονται σ’ αυτά. Πολλοί άνδρες καλλιτέχνες αντιδρούν και μιλούν για αξιοκρατία. Όμως έχουμε μεγαλώσει σε μια κοινωνία που είναι διαμορφωμένη κυρίως από άντρες. Με το 50% θα έρθει μια ισορροπία στη συμμετοχή των γυναικών και θα αρθεί η ανισότητα. Οι διακρίσεις βρίσκονται παντού γύρω μας, γι’ αυτό είναι σημαντικό το τρίτο κίνημα φεμινισμού που υπάρχει σήμερα. Έγιναν και παλιά αξιόλογες απόπειρες, αλλά σε μεγάλο βαθμό η προσπάθεια κατέληγε στη μίμηση των ανδρών. Τώρα υπάρχει απενοχοποίηση του γυναικείου σώματος, της σεξουαλικότητας της γυναίκας. Είμαστε σε μια σημαντική στιγμή.

Η Ήβη Μελεάγρου έγραφε από το 1950 για τις γυναίκες, και κατάφερε να διεκδικήσει και να εξηγήσει πολλά.  Έγραψε μεταξύ άλλων ένα καταπληκτικό βιβλίο, μια συλλογή από δοκίμια με τίτλο «Πρόσωπο είναι η ανώνυμη Κύπρια». Το πρόβλημα, λέει, είναι ότι εμείς οι ίδιες δίνουμε τη δυνατότητα να υπάρχει ανισότητα. Αντί να διεκδικούμε αυτά που χρειαζόμαστε ώστε να μπορέσουμε να λειτουργήσουμε στο 100% των δυνατοτήτων μας, έχουμε την τάση να λειτουργούμε εξισορροπιστικά. Εμείς οι ίδιες είμαστε ποτισμένες με τον ανδρικό τρόπο σκέψης, βλέπουμε την κοινωνία μέσα από τα μάτια των ανδρών. Χρειάζεται οι γυναίκες να ανακαλύψουν τη δύναμη της φωνής τους, να έχουν τη δυνατότητα και τις ευκαιρίες να μιλήσουν και να ακουστούν. Πριν από τρία χρόνια, η Κέιτ Μπλάνσετ απαίτησε και πέτυχε στην Επιτροπή του Φεστιβάλ των Καννών να είναι γυναίκες το 50% των μελών.

Είναι απίστευτο ότι το 2021 συζητάμε για το ότι θα έπρεπε να συμμετέχουν γυναίκες στις συνομιλίες για το Κυπριακό, ένα από τα πιο σοβαρά θέματα που αφορούν τον τόπο μας. Τα παιδιά μου τα μεγαλώνω προσπαθώντας να τους δώσω τη δυνατότητα να κάνουν ό,τι θελήσουν. Πιστεύω ότι το κάθε παιδί έχει τις δικές του κλίσεις, όμως παίζει ρόλο και το ευρύτερο περιβάλλον το οποίο δεν αλλάζει εύκολα. 

Η «Μήδεια» είναι ένα έργο που ήθελα πάντα να κάνω. Με την ηθοποιό και φίλη μου Στέλα Φυρογένη το συζητούμε αρκετά χρόνια. Ο Ευριπίδης έγραψε πριν 2.500 χρόνια ένα έργο που θίγει όλα τα θέματα που συζητήσαμε πιο πριν και απασχολούν αυτή τη στιγμή την κοινωνία μας. Μέσα στη συντηρητική αθηναϊκή κοινωνία πήρε το μέρος του ξένου, του αδύναμου, της γυναίκας. Το έργο του μιλά για έναν άνθρωπο που αμφισβητεί τα κοινωνικά στερεότυπα της εποχής του, αλλά και της σημερινής. Η Μήδεια, ως κόρη βασιλιά και εγγονή θεού, αμφισβητεί την κοινωνία των ανδρών, αμφισβητεί τη δομή της και προσπαθεί με τη δράση της να την αποδομήσει, υπαινισσόμενη μια νέα δομή που να συμπεριλαμβάνει τις γυναίκες. Ο Ευριπίδης έχασε το πρώτο βραβείο γι’ αυτόν τον λόγο, όμως το έργο προκάλεσε σάλο. 

Στο ερώτημα γιατί επέλεξα γυναίκες ηθοποιούς στο καστ, απαντώ: Γιατί όχι; Ήθελα ένα ανσάμπλ χορού με επτά γυναίκες της Κορίνθου. Οι ηθοποιοί αναλαμβάνουν τους ρόλους προσωρινά και βγαίνουν από αυτούς για να υποδυθούν και τους ανδρικούς, όπως στην αρχαία Ελλάδα οι άντρες υποδύονταν γυναικείους ρόλους. Επίσης με ενδιέφερε να δω πώς αυτοί οι χαρακτήρες μπορούν να ερμηνευτούν από γυναίκες: Οι άντρες που καθορίζουν τη μοίρα της Μήδειας, ο Κρέοντας που την εξορίζει, ο Ιάσονας που την έχει απατήσει και προσπαθεί να την πείσει ότι το έκανε για το δικό της καλό, και ο Αιγέας, ο βασιλιάς των Αθηνών, ο οποίος της προτείνει άσυλο στην Αθήνα. Οι γυναίκες είναι πολύ αδικημένες στο θεατρικό ρεπερτόριο. Δεν υπάρχει το αντίστοιχο ενός μεγάλου ρόλου όπως ο Άμλετ, ο Μάκβεθ. Είναι πολλά τα έργα στα οποία δεν έχουν την δυνατότητα να ερμηνεύσουν τέτοιους ρόλους οι γυναίκες, οπόταν γιατί να μην παίξουν έναν Ιάσονα, έναν Οιδίποδα; 

Το έργο είναι συγκλονιστικό. Φράση στη φράση, είναι σαν να γράφτηκε χθες από κάποιον ή κάποια που διεκδικεί τα δικαιώματα των γυναικών. Σε μια χαρακτηριστική στροφή λέει: «Όχι πια λάγνος καληκέλαδος αυλός, ο πλάγιος ήχος της απιστίας, η κατηγόρια, πεθαίνουν τα πανάρχαια παραμύθια, τραγούδι εγώ και παρατράγουδα τ’ αγόρια. Απόλλων ήλιε τον ήχο, σερνικέ, δεν έδωσε στα χέρια μου τη λύρα. Θα έχει αντηχήσει από γυναίκεια στόματα στριγγός ψαλμός για των αντρών τα κατορθώματα, για άντρες – γυναίκες ό,τι κρύβει ο καιρός, όλα στο φως και όποιος βγει χαμένος, τώρα τιμή στων γυναικών το γένος». 

Η Μήδεια είναι μια αναρχική που προσπαθεί να ανατρέψει την κοινωνία έτσι όπως είναι φτιαγμένη. Είναι η μόνη από τους ήρωες που κάνει κάτι τόσο τρομερό και δεν τιμωρείται. Οι πράξεις της είναι συμβολικές και εκφράζουν την αποδόμηση της κοινωνίας. Θα πρέπει να σταματήσουμε να μεγαλώνουμε αγόρια με τον τρόπο που το κάνουμε ως τώρα, χρειάζεται ένα ρήγμα για να ξεκινήσει κάτι διαφορετικό, για να έχουμε μια πιο δίκαιη, ίση κοινωνία. Στο έργο είμαστε με τη Μήδεια, παρόλο που κάνει μια αποτρόπαια πράξη παίρνοντας τη ζωή των παιδιών της. Όλο το έργο είναι μια πορεία εναρμόνισης του σωστού με το συναίσθημα. Η Μήδεια λειτουργεί συμβολικά ως τιμωρός της κοινωνίας. Όλοι γύρω κάνουν πράγματα για το χρήμα, για το όφελος, όμως υπάρχει και το συναίσθημα. Ο άνδρας με το ωφελιμιστικό, το οικονομικό, το βιοποριστικό, και η γυναικεία ευαισθησία η οποία λέει «με πληγώνεις». 

Αυτό που με ενδιαφέρει στις παραστάσεις που σκηνοθετώ είναι να εμπλέξω συναισθηματικά τον θεατή, αλλιώς δεν θα υπάρχει έργο. Ο σκοπός είναι να μπορέσεις να αγγίξεις το συναίσθημα και τη σκέψη, τη φαντασία του κοινού. Είναι εντυπωσιακό το πόσο βαθιά και με ποιον τρόπο μπαίνει το αρχαίο δράμα στον ανθρώπινο ψυχισμό και την ευαισθησία. Η σύμβαση της τραγωδίας είναι ικανή να αγγίξει τις πιο λεπτές χορδές της ανθρώπινης ύπαρξης. 

* Η παραγωγή «Μήδεια» της Roads and Oranges Film Productions, σε σκηνοθεσία Αλίκης Δανέζη Κνούτσεν, θα παρουσιαστεί στα πλαίσια του Φεστιβάλ Αρχαίου Ελληνικού Δράματος στο Αμφιθέατρο «Το Σκαλί» στις 21 και 22 Ιουλίου και στο Αρχαίο Θέατρο Κουρίου στις 24 Ιουλίου. 7000 2414 – www.soldoutticketbox.com – καταστήματα STEPHANIS παγκύπρια – περίπτερο ΤΙΜΕ OUT στην Πάφο.

Φιλελεύθερα, 18.7.2021.