Η Υβόννη Γεωργιάδου πιστεύει ότι είναι η κατάλληλη στιγμή για τους ανθρώπους του πολιτισμού να ενώσουν δυνάμεις ώστε να βρεθούν οι λύσεις στα προβλήματα του τομέα.
Η μη διεξαγωγή πέρσι του 20ού Διεθνούς Φεστιβάλ Μουσικής Δωματίου Φάρος αποτέλεσε ένα από τα κυρότερα πλήγματα που δέχτηκε η πολιτιστική δραστηριότητα στην Κύπρο εξαιτίας της πανδημίας. Το Ίδρυμα Τεχνών Φάρος αποφάσισε φέτος ότι δεν σηκώνει άλλη αναβολή και παρά τις αντίξοες συνθήκες σε σχέση με τον προγραμματισμό τέτοιας εμβέλειας και τέτοιων απαιτήσεων εκδηλώσεων προχωρεί με την πραγματοποίηση της γνωστότερης και μακροβιότερης ετήσιας διοργάνωσης στο νησί. Η καλλιτεχνική διευθύντρια και ιθύνων νους του Φεστιβάλ τα τελευταία 15 χρόνια Υβόννη Γεωργιάδου μιλάει γι’ αυτό το «παρεξηγημένο», όπως το χαρακτηρίζει, είδος μουσικής μέσα από το οποίο οι κορυφαίοι μουσουργοί εξέφραζαν τις πιο μύχιες σκέψεις και ιδέες τους. Παράλληλα, αναφέρεται στις ιδιαίτερότητες της πραγματοποίησης τέτοιων εκδηλώσεων στην Κύπρο που υπερτερούν σε ατμοσφαιρικότητα, αλλά υπολείπονται σε κρατική στήριξη. Για την ίδια, η καθιέρωση και η διεθνής επιτυχία του Φεστιβάλ και η διάδοση του κοινωφελούς χαρακτήρα του είναι ζήτημα σκληρής δουλειάς, προσεκτικού προγραμματισμού και αφοσίωσης στην ποιότητα σε συνδυασμό με το οικογενειακό κλίμα και την αγάπη για τη μουσική.
– Πώς αναλογίζεσαι τη διαδρομή των 20 διοργανώσεων του Διεθνούς Φεστιβάλ Μουσικής Δωματίου Φάρος και τη θέση που σταδιακά απέκτησε σε παγκόσμιο επίπεδο; Δεν μπορώ να κρύψω τη συγκίνησή μου, την περηφάνεια που νιώθω που το Φεστιβάλ μας μεγάλωσε, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Από την άλλη, αισθάνομαι αμηχανία που αυτή η στιγμή, η στιγμή της σημαντικής επετείου του, το βρίσκει σ’ ένα κομβικό σημείο της ιστορίας για τις τέχνες και τον πολιτισμό. Έφτασα αισίως τα 15 χρόνια στο Ίδρυμα Τεχνών Φάρος. Ήμουν παρούσα στη γένεση αμέτρητων πρωτοβουλιών, όπως του εξαιρετικά σημαντικού μουσικοεκπαιδευτικού προγράμματος που μέχρι σήμερα έχει ευεργετήσει πέραν των 75.000 μαθητών. Αυτές τις πρωτοβουλίες τις βίωσα από την αρχή κι από το πρώτο τους κιόλας κύτταρο, εμφύτευσα σ’ αυτές ένα κομμάτι μου. Το Φεστιβάλ Μουσικής Δωματίου, ωστόσο, προηγείται εμού κατά πέντε χρόνια. Ήταν ήδη βασισμένο σε γερά θεμέλια κι εκπήγαζε από το όραμα του Γκάρο Κεχεγιάν, ιδρυτή του Ιδρύματος Φάρος, να θεσπίσει στην Κύπρο το πρώτο της φεστιβάλ για μουσική δωματίου. Συνεπώς, αισθάνομαι κατά κάποιο τρόπο πως ωριμάσαμε μαζί με το Φεστιβάλ, το οποίο κατέχει σήμερα περίοπτη θέση ανάμεσα στα σημαντικότερα φεστιβάλ μουσικής δωματίου διεθνώς. Αυτό είναι αποτέλεσμα σκληρής δουλειάς, προσεκτικού προγραμματισμού και αφοσίωσης στην ποιότητα.
– Ποια πρόταση διατυπώνει μια τέτοιου βεληνεκούς μουσική διοργάνωση μέσα στο κυπριακό πολιτιστικό τοπίο; Η μουσική δωματίου ήταν ανέκαθεν ένα παρεξηγημένο είδος. Άκμασε στα σαλόνια των δυτικοευρωπαίων του 18ου και 19ου αιώνα, αγαπήθηκε σφόδρα από τους διανοούμενους της εκάστοτε εποχής και ακολουθούσε πάντα πίσω από την πιο λαοφιλή συμφωνική μουσική. Γι’ αυτούς τους λόγους, πολεμήθηκε και λογοκρίθηκε ως «ελιτιστικό» είδος. Αν ανατρέξουμε όμως στο παρελθόν, θα διαπιστώσουμε πως οι πλείστοι συνθέτες ήταν στη μουσική δωματίου που έκαναν πραγματική κατάθεση ψυχής. Έγραφαν αυτά τα έργα από εσωτερική ανάγκη, πολλές φορές χωρίς καν να υπάρχει χρηματικό κίνητρο και μη γνωρίζοντας αν θα κατάφερναν ποτέ να τα παρουσιάσουν στο ευρύ κοινό. Εξέφραζαν μέσα απ’ αυτά τις πιο μύχιες σκέψεις τους, εφάρμοζαν τις πιο καινοτόμες ιδέες και τεχνικές τους. Επί της ουσίας, αυτό που η μουσική δωματίου άφησε στην ανθρωπότητα είναι μουσικά αριστουργήματα ασύλληπτης ομορφιάς, τεχνικής αρτιότητας και ιστορικής αξίας, τα οποία στις μέρες μας έχουν αποκτήσει σημαντική θέση στο καθιερωμένο ρεπερτόριο. Αυτά τα έργα, τα οποία είναι πάρα πολλά, αξίζει στους συμπατριώτες μας να τα απολαμβάνουν από τους πιο επιφανείς μουσικούς στον κόσμο, χωρίς να πρέπει να ταξιδεύσουν στο εξωτερικό. Αυτή είναι η βασική αρχή του Διεθνούς Φεστιβάλ Μουσικής Δωματίου Φάρος, το οποίο κατάφερε όχι μόνο στους Κύπριους να μεταλαμπαδεύσει την αγάπη για τη μουσική δωματίου, αλλά και να προσελκύσει ένα αρκετά μεγάλο κοινό από το εξωτερικό, το οποίο επιστρέφει στην Κύπρο κάθε χρόνο.
– Τι έχει να ζηλέψει από ανάλογα διεθνή φεστιβάλ ανά την Ευρώπη; Δεν θέλω να ακουστεί ως μεμψιμοιρία αλλά θα έλεγα πως ζηλεύει τη στήριξη, σε κρατικό επίπεδο κυρίως. Οι άλλες χώρες επενδύουν στρατηγικά σε τέτοιους θεσμούς. Εμείς είναι με τεράστιες προσωπικές θυσίες που καταφέρνουμε να πραγματοποιήσουμε αυτό το φεστιβάλ κάθε χρόνο. Δεν μπορούμε σε καμία περίπτωση να θεωρήσουμε στήριξη τα €5000 που μάς δίνονται από τις Πολιτιστικές Υπηρεσίες μετά από μήνες αναμονής και συνήθως κουτσουρεμένα… Αυτά θα ήταν ανήκουστα, τραγελαφικά ποσά στην υπόλοιπη Ευρώπη για έναν πολιτιστικό θεσμό τέτοιας ποιότητας, που προσφέρει τόσες δυνατότητες επέκτασης και αξιοποίησης. Είναι ντροπιαστικό για την Κύπρο, υποτιμητικό για όλους εμάς τους ανθρώπους του πολιτισμού, όταν ένα τέτοιο φεστιβάλ λαμβάνει ως στήριξη από το κράτος αυτό το πενιχρό κονδύλι.
– Και τι έχουν τα άλλα φεστιβάλ να ζηλέψουν από τη διοργάνωση της Κύπρου; Καταρχάς την αμεσότητα, την οικειότητα αλλά και την αυθεντικότητα. Η αγάπη μας για το Φεστιβάλ μεταφέρεται στους καλλιτέχνες και κατόπιν στο κοινό. Προσεγγίζουμε τη μουσική δωματίου όπως είναι φτιαγμένη για να εκτελείται, σε οικεία περιβάλλοντα κι όχι σε αχανή θέατρα. Σε χώρους ατμοσφαιρικούς, όπου το κοινό βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής από τους μουσικούς και συλλαμβάνει κάθε τους έκφραση. Είναι γεγονός πως με το πέρας της διοργάνωσης κάθε χρόνο, γινόμαστε όλοι μια μεγάλη οικογένεια, η οποία κατάφερε, μέσα από την ορμή της μουσικής και την ατμόσφαιρα του φεστιβάλ, να βιώσει μια υπερβατική και άκρως αναζωογονητική εμπειρία. Ανακαλύπτουμε εκ νέου τις ρίζες μας ως άνθρωποι, τις αρχές μας ως επαγγελματίες και επαναπροσδιοριζόμαστε.
– Ποια είναι η νέα πραγματικότητα της διοργάνωσης διεθνών φεστιβάλ στην πρωτόγνωρη συνθήκη όπου ζούμε; Αρκετά διεθνή φεστιβάλ μουσικής έχουν αναβληθεί ή ακυρωθεί, άλλα βρίσκονται σε κατάσταση αναμονής και κάποια άλλα θα προχωρήσουν με τις διοργανώσεις τους, μολονότι στη μεγαλύτερή πλειοψηφία τους θα μεταδίδονται ψηφιακά και χωρίς κοινό. Σαφώς, κάθε θεσμός οφείλει να προστατεύσει τη βιωσιμότητά του και η ψηφιακή μετάδοση είναι λιγότερο επιζήμια οικονομικά από το ν’ ανοίξουν οι πόρτες για περιορισμένο κοινό. Αρνούμαι όμως να δεχθώ αδιαμαρτύρητα την τροπή που παίρνουν τα πράγματα. Αν αυτή η νέα συνθήκη παγιωθεί, θα εξωθήσει εκατομμύρια ανθρώπους εκτός κλάδου διότι οι πολιτιστικές εκδηλώσεις δεν αφορούν μόνο τους καλλιτέχνες, αλλά μια τεράστια αλυσίδα επαγγελματιών. Ταυτόχρονα οφείλουμε να διαφυλάξουμε την τέχνη. Μια συναυλία αποτελεί ζωτική διαδικασία του φυσικού, συναισθηματικού και πνευματικού δούναι και λαβείν. Η τεχνολογία μπορεί μόνο να συμβάλει σ’ αυτή τη διεργασία, όχι να την αντικαταστήσει. Η ζωντανή μουσική δικαιώνει τους κόπους των μουσικών αλλά και την αγωνία του κοινού, συνεπώς, είναι αναντικατάστατη. Θα ήταν εγκληματικό να τη θυσιάζαμε στον βωμό μιας ταχείας, ψηφιοποιημένης χρησιμότητας. Ένα υγιές πολιτιστικό περιβάλλον είναι θεμελιώδες κοινωνικό δικαίωμα και βασική ανθρώπινη ανάγκη.
– Υπό ποιες προϋποθέσεις αυτή η συνθήκη θα μπορούσε να λειτουργήσει ως ευκαιρία για επανακαθορισμό της αντιμετώπισης του πολιτισμού; Είναι ενδεχομένως η στιγμή για τους ανθρώπους του πολιτισμού να παραμερίσουν τις διαφορές τους και να ενώσουν τα χέρια και τις δυνάμεις τους για να βρουν λύσεις στα διαχρονικά προβλήματα που αντιμετωπίζει ο συγκεκριμένος τομέας στη χώρα μας. Δεν μπορεί να καταρρέει η σκηνή κάτω από τα πόδια μας κι εμείς να ασχολούμαστε με μικροπολιτικές και φαιδρότητες. Πρέπει να ασκηθούν σοβαρές πιέσεις για ουσιαστική στήριξη του κλάδου, για σημαντικές μεταρρυθμίσεις. Η προσέγγιση ως τώρα ήταν καθόλα μυωπική. Έχουν δαπανηθεί εκατομμύρια ευρώ για πολιτιστικές πρωτοβουλίες που δεν είχαν διάρκεια στον χρόνο. Ας προχωρήσουμε επιτέλους στη χάραξη μιας σοβαρής, πολυεπίπεδης, πολιτιστικής στρατηγικής. Τα οφέλη θα είναι τεράστια τόσο για τον πολιτισμό όσο και για την κοινωνία, την οικονομία, τον τουρισμό και το επιχειρείν.
– Ποια είναι η δική σου γνώμη για το υπό ψήφιση νομοσχέδιο για το Υφυπουργείο Πολιτισμού; Είμαι σαφώς θετική στη δημιουργία Υφυπουργείου Πολιτισμού- θα ήταν ανόητο να μην ήμουν. Αλλά θα πρέπει να γίνει σωστά και μελετημένα, όχι με συνοπτικές διαδικασίες. Προπάντων πρέπει να στηρίζεται από όραμα, στόχους και να διέπεται από πλήρη διαφάνεια. Θα ήταν τραγικό σφάλμα να εναποθέσουμε τις ελπίδες μας σ’ ένα υφυπουργείο που δεν θα είναι τίποτα άλλο παρά μια παραλλαγή των Πολιτιστικών Υπηρεσιών. Πρέπει να υπάρξει ολοσχερής αναδιοργάνωση κι αυτό συνεπάγεται στελέχωση με νέα, φρέσκα μυαλά, τα οποία θα έχουν γνώση του διεθνούς πολιτιστικού γίγνεσθαι.
– Τι προβλέπεις ν’ αλλάζει στην πολιτιστική μας πραγματικότητα με την επικείμενη ίδρυσή του; Διαβάζοντας το νομοσχέδιο, δεν έχω πειστεί πως ξέρουμε ακριβώς τι πάμε να κάνουμε και μια συμβουλευτική επιτροπή στο μέγεθος μισού κοινοβουλίου, με τη δυσκαμψία που ενδεχομένως τη χαρακτηρίζει, δεν μπορεί να αποτελέσει εγγύηση για την αποτελεσματικότητα του εγχειρήματος. Στο νομοσχέδιο παρατήρησα επίσης πως γίνεται λόγος μόνο για το θέατρο. Καμία αναφορά στα άλλα είδη τεχνών. Δεν είναι παράδοξο αυτό για υφυπουργείο πολιτισμού; Το αφήνω εδώ.
* Το 20ό Διεθνές Φεστιβάλ Μουσικής Δωματίου Φάρος πραγματοποιείται φέτος από τις 28 Μαΐου μέχρι τις 3 Ιουνίου στη Μεσαιωνική Έπαυλη στα Κούκλια και στις 5 Ιουνίου στο The Olive Grove στον Δελίκηπο, 8μ.μ. pharosartsfoundation.org, 22663871
Το Φεστιβάλ
Συνολικά, 22 έργα μουσικής δωματίου θα εκτελεστούν σε επτά υπαίθριες συναυλίες στη φραγκικής αρχιτεκτονικής Μεσαιωνική Έπαυλη των Κουκλιών και το ειδυλλιακό Olive Grove στον Δελίκηπο, θερινό σπίτι του Ιδρύματος Τεχνών Φάρος. Σ’ αυτή την απαράμιλλη μουσική πανδαισία συμβάλλουν μερικοί από τους πιο καταξιωμένους και πολύπλευρους σολίστες ανά το παγκόσμιο που θα βρεθούν για τον σκοπό αυτό στην Κύπρο.
Συμμετέχοντες καλλιτέχνες
Πιάνο: Ενρίκο Πάτσε, Φρέντι Κεμπφ, Λίλι Μάισκι
Βιολί: Κριστόφ Μπαράτι, Νικολά Ντοτρικούρ, Ροζάν Φιλίπενς, Μπόρις Μπροβτσίν, Χρατσιά Αβανεσιάν
Βιόλα: Λάρς Άντερς Τόμτερ, Ντίμουτ Πόπεν, Νταβίντ Αμπραχαμιάν
Βιολοντσέλο: Μίσα Μάισκι, Μάρκ Κόπεϊ, Αλεξάντερ Τσαουσιάν
Κλαρινέτο: Τζούλιαν Μπλις
Συνθέτες
Παρουσιάζονται έργα των Γιοχάνες Μπραμς, Έντουαρντ Έλγκαρ, Λούντβιχ βαν Μπετόβεν, Νίκολα Καμπογκράντε, Αλεξάντρ Αρουτουνιάν, Σεργκέι Προκόφιεφ, Αντόν Αρένσκι, Μιχαήλ Γκλίνκα, Αράμ Χατσατουριάν, Φρανκ Μπριτζ, Γιαν Σιμπέλιους, Ρίχαρντ Στράους, Βόλφγκανγκ Αμαντέους Μότσαρτ, Φέλιξ Μέντελσον, Πιοτρ Ιλίτς Τσαϊκόφσκι, Σεργκέι Ραχμάνινοφ και Ντμίτρι Σοστακόβιτς.